ΜΙΑ
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ ΣΤΟΝ ΝΑΟ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ[1]
Σε παλαιότερο σημείωμά μου στο
ανά χείρας περιοδικό[2]
είχα αναφερθεί στη χρήση του αύλειου χώρου του Μητροπολιτικού Ναού του Ρεθύμνου
ως χώρου συνάθροισης και διαμαρτυρίας των Ρεθεμνιωτών. Στο παρόν σημείωμα γίνεται
αναφορά σε παρεμφερή χρήση του ίδιου ναού, αλλά στους μαύρους χρόνους της
δουλείας.
Με τη Σύμβαση της Χαλέπας
(1878) παραχωρήθηκαν ορισμένα προνόμια στους χριστιανούς κατοίκους της Κρήτης,
γεγονός που τους επέτρεψε κατά τη δεκαετία 1879-1889 να δράσουν πολιτικά και
κοινωνικά με μεγαλύτερη άνεση σε σχέση με το προηγούμενο καθεστώς της πλήρους
υποτέλειας και ανελευθερίας. Εκδόθηκαν εφημερίδες, ιδρύθηκαν φιλεκπαιδευτικοί
σύλλογοι, λειτούργησε βουλή (Γενική Συνέλευση) και κατά συνέπεια ατύπως
πολιτικά κόμματα. Αυτή η πρωτόγνωρη αλλά επίπλαστη ελευθερία δημιούργησε στον
κρητικό λαό ένα κλίμα ευφορίας και ψευδαίσθηση ελευθερίας, που έφερε στην
επιφάνεια το προαιώνιο ελάττωμα της φυλής, την πολιτική διχόνοια και διαίρεση.
Δημιουργήθηκαν δυο πολιτικές παρατάξεις, οι Καραβανάδες και οι Ξυπόλυτοι. Οι
πρώτοι εξέφραζαν τη συντηρητική παράταξη και οι δεύτεροι τη φιλελεύθερη. Τα πολιτικά
πάθη κατά την περίοδο αυτή έφτασαν σε απίστευτο σημείο οξύτητας. Μια αναδίφηση
των εφημερίδων της εποχής είναι αρκετή για να αντιληφθεί ο αναγνώστης του λόγου
το αληθές. Άλλωστε αυτή η διαμάχη αποτέλεσε τη δικαιολογία και την πρόφαση για
την τουρκική διοίκηση να ανακαλέσει τα προνόμια και να επιβάλει τον στρατιωτικό
νόμο το 1889, χρονιά κατά την οποία τα πολιτικά πάθη μεταξύ των Χριστιανών
είχαν φτάσει στο αποκορύφωμά τους.
Η επόμενη δεκαετία (1889-1898) είναι από τις κρισιμότερες
και πιο ανώμαλες περιόδους της κρητικής ιστορίας. Οι φυλετικοί φόνοι τότε πολλαπλασιάστηκαν,
καθώς ομάδες Τουρκοκρητικών εξορμούσαν από τις πόλεις, όπου είχαν καταφύγει για
ασφάλεια, προέβαιναν σε κλοπές, αρπαγές και
πυρπολήσεις των χριστιανικών περιουσιών και φόνευαν αδιακρίτως όποιον
χριστιανό βρισκόταν στον δρόμο τους.
Έτσι τα ξημερώματα της 5ης
Ιουλίου 1891 στην περιοχή που σήμερα είναι γνωστή ως "Σχολή Χωροφυλακής"
και στο σημείο τότε υπήρχε ο Μύλος του
Σινάνη, βρέθηκαν σφαγμένοι και ακρωτηριασμένοι δυο Χριστιανοί "τρυγιδάδες"
από την επαρχία Πεδιάδος[3].
Η πόλη αναστατώθηκε. Το
χριστιανικό στοιχείο διαμαρτυρήθηκε στη Διοίκηση και ζήτησε την άδεια να τους ενταφιάσει
"εν πομπή", η οποία όμως δεν δόθηκε. Μάλιστα απαγορεύτηκε οποιαδήποτε
συνάθροιση των Χριστιανών. Οι φόνοι αυτοί, και μάλιστα στα πρόθυρα της πόλης, ξύπνησαν
από τον κομματικό τους λήθαργο τις ηγετικές ομάδες των Καραβανάδων και των
Ξυπόλυτων, που εξακολουθούσαν την κομματική αντιπαράθεση καταλογίζοντας οι μεν
στους δε την ευθύνη για τα γεγονότα του 1889, και τους έκαναν να συνειδητοποιήσουν
ότι οι Χριστιανοί δεν ήταν πλέον ασφαλείς μέσα στην πόλη. Επίσης
συνειδητοποίησαν ότι η διχόνοια και η διαίρεση δεν βοηθούν στην αντιμετώπιση
του κοινού κινδύνου και ότι από κοινού θα έπρεπε να σκεφτούν τρόπους
αντιμετώπισής του.
Έτσι
ειδοποιήθηκαν οι κεφαλές του τόπου, τόσο οι αναμειχθέντες στην πολιτική
κονίστρα όσο και οι διακριθέντες στις επαναστάσεις κατά των Τούρκων, και
συγκεντρώθηκαν μαζί με πλήθος κόσμου κάτω από τη σκέπη του ναού των Εισοδίων
της Θεοτόκου της πόλης του Ρεθύμνου, προκειμένου να αποφασίσουν περί του
πρακτέου. Μίλησαν πολλοί για την ανάγκη ταφής των πολιτικών παθών και της
επανόδου στην ομόνοια των παλαιοτέρων καιρών στην οποία διακρινόταν πάντα το
Ρέθυμνο. Ένα κλίμα μετάνοιας φάνηκε να επικρατεί ανάμεσα στα μέλη της σύναξης
για το λυσσαλέο παρελθόν του οποίου αποτέλεσμα ήταν το θλιβερό παρόν.
Κατά την ιστορική αυτή σύναξη
στον Μητροπολιτικό Ναό του Ρεθύμνου εκλέχθηκε 16μελής επιτροπή, η οποία
εξουσιοδοτήθηκε να συντάσσει και υπογράφει, ως αντιπρόσωπος του λαού, κάθε
έγγραφο που θα κρινόταν αναγκαίο να σταλεί προς τη Διοίκηση, τους αντιπροσώπους
των ξένων δυνάμεων και τους Χριστιανούς των άλλων επαρχιών της Κρήτης. Τα μέλη
της επιτροπής προερχόταν και από τις δύο παρατάξεις και ήταν οι: Επαμ.
Καλομενόπουλος, Δημ. Κ. Ζαννιδάκης, Χαρίλαος Ασκούτσης, Αντώνιος Βλατάκης, Νικ.
Ι. Σιγανός, Αριστείδης Παπαδάκης, Νικ. Κιρμιζάκης, Χαρ. Πενθερουδάκης, Θεμιστ.
Γ. Παπαδάκης, Γεώργ. Ν. Καφάτος, Εμμ. Γ. Γενεράλις, Αντώνιος Σκουλούδης, Τίτος
Λίτινας, Ιωάννης Ν. Βούλγαρης, Στυλιανός Δάνδολος και Ιωάννης Τσουδερός.
Το πρώτο έγγραφο-τηλεγράφημα
που συνέταξε η επιτροπή απευθύνεται στον Γενικό Διοικητή Κρήτης και είναι το
ακόλουθο:
Γενικόν
Διοικητήν Κρήτης[4]
Χανιά
Οἰκτρά κατάστασις
Τμήματος[5],
συνεχεῖς δολοφονίαι ὑπό ὀργάνων ἐξουσίας ἐνεργούμεναι, αἱ ὑπό τά τείχη τῆς
πόλεως χθεσιναί καί σημεριναί δολοφονίαι εὐλόγως ἀποδιδόμεναι εἰς διωργανωμένην
σπεῖραν ἐντοπίων ὀθωμανῶν σκευωρούντων νέας ἀνωμαλίας πρός διαρπαγήν
χριστιανικῶν περιουσιῶν, ἡ ἀδράνεια ἐπιτοπίου διοικήσεως χλευαζούσης μόνον πᾶν
νόμιμον παράπονον χριστιανών, ἡ διακοπή συγκοινωνίας τῶν ἐπαρχιῶν πρός την πόλιν,
ἡ φυλετική μεροληψία των ἀρχών, ἡ νέκρωσις πάσης ἐργασίας και ἡ ἔλλειψις πάσης
πλέον ἀσφαλείας ζωῆς, τιμῆς και περιουσίας ἡμῶν, πάντα ταῦτα περιήγαγον τόν
χριστιανικόν λαόν εἰς ἀπόγνωσιν και προυκάλεσαν σημερινήν συνάθροισιν, ἥτις
ἀνέθηκεν ἡμῖν νά γνωστοποιήσωμεν τῇ ὑμετέρᾳ ἐξοχότητι ταῦτα, παρ’ ἧς ὁ
χριστιανικός λαός ἀπεκδέχεται ἄμεσον θεραπείαν τῆς ἀφορήτου ταύτης καταστάσεως
ἀπειλούσης ὁσονούπω τάς μᾶλλον δυσαρέστους διαστάσεις.
Οἱ ἀντιπρόσωποι
τοῦ λαοῦ
Ακολουθούν
οι 16 ὑπογραφές των μελών της επιτροπής που αναφέρθηκαν πιο πάνω.
Παρόμοιο τηλεγράφημα στη γαλλική
γλώσσα έστειλαν προς τον Σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ στην Κωνσταντινούπολη. Ταυτόχρονα
έστειλαν αναφορά προς τους χριστιανούς των άλλων Τμημάτων της Κρήτης με την
οποία εξέθεταν την κατάσταση που επικρατούσε
στην περιοχή του Ρεθύμνου και ζητούσαν κοινή σύσκεψη για τη λήψη μέτρων
βελτίωσης της κατάστασης ή επιδιώξεως
οριστικής αποκαταστάσεως[6].
Το
έγγραφο αυτό δεν δημοσιεύεται εδώ λόγω της έκτασής του, όμως είναι γνωστό ότι η
κατάσταση των χριστιανών είχε μια συνεχή και προοδευτική επιδείνωση, η οποία
οδήγησε στην επανάσταση του 1896-1897, που αποκλήθηκε και τυχερή επανάσταση, επειδή οδήγησε στην αυτονομία της Κρήτης το 1898
και στην ένωσή της με την Ελλάδα το 1913.
Γιάννης Ζ. Παπιομύτογλου
[1] Οι πληροφορίες για το
παρόν δημοσίευμα προέρχονται από το αρχείο του Ρωσικού Υποπροξενείου Ρεθύμνης
και από την ανέκδοτη αυτοβιογραφία του Εμμανουήλ Γενεράλι.
[2] Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου, Ο
περίβολος του ναού των Εισοδίων ως χώρος συλλαλητηρίων, Ενοριακή Παρουσία, τχ. 23 (2003), σ.σ. 9-11.
[3] Για τους νεότερους να
σημειώσουμε ότι οι τρυγιδάδες
περιφέρονταν σε όλη την Κρήτη και συνέλεγαν τα κατακάθια του λαδιού (τρυγιές),
είτε αγοράζοντάς τα, είτε ανταλλάσσοντάς τα με σαπούνι. Θυμάμαι ότι μέχρι και
τη δεκαετία του 1960 υπήρχαν ακόμη τρυγιδάδες. Στο σχετικό έγγραφο αναφέρονται
ως συλλέκται ιζημάτων ελαίου.
[4] Γενικός Διοικητής ήταν
τότε ο Δζεβάτ πασάς.
[5] Τμήμα τότε ονομαζόταν ο
νομός.
[6] Προφανώς με επανάσταση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου