Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2017

ΑΛΛΟΣ ΕΝΑΣ ΓΕΝΝΑΙΟΣ ΠΑΧΛΑΣ

Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου

ΑΛΛΟΣ ΕΝΑΣ ΓΕΝΝΑΙΟΣ ΠΑΧΛΑΣ

Για τον Εμμανουήλ Παχλά οι πληροφορίες που έχομε είναι λίγες και προέρχονται κυρίως από τον Τιμόθεο Βενέρη και το βιβλίο του «Το Αρκάδι δια των αιώνων». Πέρα από την αναφορά στον θάνατο του ήρωα έξω από τη δυτική πύλη του μοναστηριού, ο Βενέρης διασώζει και ορισμένες πληροφορίες γύρω από την προσωπικότητα και την οικογενειακή του κατάσταση. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι ήταν ψηλός, λεπτός και μυώδης. Κατοικούσε στα Περιβόλια του Ρεθύμνου και ασκούσε το επάγγελμα του χτίστη. Ήταν παντρεμένος τη Χρυσή Καλαϊτζάκη θυγατέρα του Εμμανουήλ Καλαϊτζάκη[1] και είχαν αποκτήσει δύο κόρες, τη Στυλιανή (δύο ετών κατά την ολοκαύτωση) και τη μικρότερη Αικατερίνη. Κατά τη επανάσταση του 1866 εγκατέστησε την οικογένειά του στο Μέρωνα Αμαρίου, για λόγους ασφαλείας, και ίδιος έσπευσε στο Αρκάδι. Μάλιστα ο Βενέρης αναφέρει ότι κατά τις παραμονές του ολοκαυτώματος ειδοποιήθηκε από τη γυναίκα του ότι η κόρη τους Στυλιανή ήταν άρρωστη βαριά. Ο Παχλάς ξεκίνησε αμέσως με την ομάδα του για τον Μέρωνα, αλλά στο δρόμο συνάντησε τον στενό του φίλο Ιωάννη Σωπασή (Κούβο), ο οποίος τον έπεισε να επιστρέψει στο μοναστήρι, το οποίο μετά δύο μέρες περικυκλώθηκε από τους Τούρκους.
Το φύλλο της Παρρησίας με το οποίο
μοιράστηκαν τα κάλαντα.

Ο Βενέρης δεν κάνει καμιά αναφορά ή νύξη για την ύπαρξη αρσενικού παιδιού στην οικογένεια Παχλά, αλλά ούτε και όσοι μετά τον Βενέρη ασχολήθηκαν με το θέμα. Μόνο ο Χριστόφορος Σταυρουλάκης σε σημείωμά του στο Βήμα Ρεθύμνης[2], αναφέρει αόριστα ότι ο Εμμ. Παχλάς είχε έναν γιο και δυο θυγατέρες. Η ασάφεια γύρω από το θέμα είναι, εν πολλοίς, δικαιολογημένη λόγω της χρονικής απόστασης που χωρίζει τα παραπάνω δημοσιεύματα από τα γεγονότα, αλλά και λόγω του γεγονότος, ότι κατά κύριο λόγο, αυτά στηρίζονται σε αφηγήσεις, οι οποίες συχνά δεν συμφωνούν μεταξύ τους.
Το θέμα ξεκαθαρίζει με απόλυτο και αναμφισβήτητο τρόπο από αυτά που θα εκτεθούν παρακάτω. Ο Εμμ. Παχλάς είχε γιο και μάλιστα γιο ο οποίος υπήρξε αντάξιος του πατέρα του και τίμησε στο ακέραιο τη μνήμη του.
Κατά την περίοδο 1885-1889 εκδίδονταν στο Ρέθυμνο οι εφημερίδες Αρκάδιον και Παρρησία[3]. Την πρώτη εξέδιδε ο Στυλ. Εμμ. Καλαϊτζάκης και ως εκδότης της δεύτερης εμφανιζόταν ο Νικ. Δρουλίσκος, αλλά στην πραγματικότητα πίσω του βρισκόταν πάλι ο Στυλ. Καλαϊτζάκης. Μ’ αυτές τις δυο εφημερίδες συνέβαινε το εξής καταπληκτικό: Όταν η εθισμένη επί αιώνες στην αυθαιρεσία τουρκική εξουσία, έκλεινε το Αρκάδιον επειδή δεν μπορούσε να ανεχθεί τη θαρραλέα και συχνά προκλητική του στάση, τότε στη θέση του κυκλοφορούσε η Παρρησία και αναπλήρωνε το κενό. Το ίδιο συνέβαινε και όταν ερχόταν η σειρά της Παρρησίας να υποστεί τις κυρώσεις της Τουρκικής Διοίκησης, τότε τη θέση της έπαιρνε το Αρκάδιον. Μέσα σε διάστημα τριών χρόνων το Αρκάδιον θα παυθεί τρεις φορές και άλλες τόσες η Παρρησία. Αυτή η εναλλαγή τίτλων συνιστά ένα τολμηρό παιχνίδι πρόκλησης και εμπαιγμού της εξουσίας και μάλιστα σε καιρούς χαλεπούς για την Κρήτη. Το πόσο εξόφθαλμος ήταν ο εμπαιγμός της τουρκικής διοίκησης καταφαίνεται από το γεγονός οι υπεύθυνοι των δύο εφημερίδων δεν έμπαιναν καν στον κόπο να χρησιμοποιήσουν διαφορετική αρίθμηση των φύλλων για κάθε εφημερίδα, αλλά διατηρούσαν την ίδια αρίθμηση και για τους δύο τίτλους!
Τα κάλαντα του 1884.

Εκείνη την εποχή υπήρχε η συνήθεια κάθε πρώτη του έτους οι διανομείς των εφημερίδων να μοιράζουν στους συνδρομητές, μαζί με το πρώτο φύλλο του έτους, ένα μονόφυλλο, όπου, εν είδει καλάντων, αποτύπωναν με έμμετρο τρόπο τους πόθους, τις προσδοκίες και τα όνειρα, που εύχονταν να πραγματοποιηθούν κατά το έτος που άρχιζε. Διανομέας των εφημερίδων Αρκάδιον και Παρρησία ήταν ο Ευάγγελος Εμμ. Παχλάς (ή Παχλαδάκης). Ο ίδιος υπήρξε διανομέας και του Νέου Ραδάμανθυ, της πρώτης Ρεθεμνιώτικης εφημερίδας που εξέδιδε επίσης ο Στυλ. Εμμ. Καλαϊτζάκης την περίοδο 1881-1884. Μάλιστα έχουν σωθεί τα κάλαντα που μοίρασε στους αναγνώστες της εφημερίδας την 1η Ιανουαρίου του 1884. Είναι προφανές ότι ο Στυλ. Καλαϊτζάκης θέλοντας να προστατέψει τον ορφανό ανιψιό του, δηλαδή τον γιo της αδελφής του Χρυσής, τον πήρε κοντά του και του έδωσε δουλειά στην εφημερίδα.
Την 1η Ιανουαρίου 1887 ο Ευάγγελος Εμμ. Παχλαδάκης μοιράζει στους συνδρομητές της Παρρησίας, μαζί με την εφημερίδα σε μονόφυλλο τα ακόλουθα κάλαντα:

                     ΝΕΟΝ ΕΤΟΣ 1887
Της Παρρησίας ο μικρός διανομεύς κι’ εφέτος
Εύχεται πάλιν εις υμάς
Πλήρεις ελπίδων και χαράς
Να διανύσητ’ ευτυχείς το νέον τούτο έτος.
Προς υμάς εύχεται εκ καρδίας
Ο διανέμων την Παρρησίαν
Το νέον έτος με ευτυχίαν
Να διατρέξητε υγιείς
Κι’ ο Κωσταντίνος εκ ναυμαχίας
Να γείνη Κρήτης ο λυτρωτής.
Να κυριεύση Μακεδονίαν
Ήπειρον, νήσους, την Θράκην όλην,
Και την ομώνυμον αυτού πόλιν,
Ίνα εις ταύτην αυτός στεφθή,
Φέρων εις δούλους ελευθερίαν,
Κ’ η προφητεία να πληρωθή.
Κ’ είθε να έλθη εκείν’ η ώρα.
Είθε, διότι ο της Σοφίας
Ναός κατόπιν μαύρης δουλείας,
Επί των θόλων αυτού ποθεί,
Από το πάλαι προ πάντων τώρα,
Σταυρός και πάλιν να στηλωθή.
              Εν Ρεθύμνη τη 1η Ιανουαρίου 1887
          Ο διανομεύς της Εφημερίδος «Παρρησίας»
            ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΕΜΜ. ΠΑΧΛΑΔΑΚΗΣ
Το παραπάνω κείμενο είναι προφανές ότι δεν διεκδικεί λογοτεχνικές δάφνες, όμως προκαλεί έκπληξη και θαυμασμό η τόλμη του συντάκτη. Δεν είναι εύκολο υπό καθεστώς δουλείας –και μάλιστα βάρβαρης δουλείας όπως η Τουρκική– πέρα από την απελευθέρωση της Κρήτης, που είναι λογικό και ως ένα βαθμό αναμενόμενο, να εύχεσαι την απελευθέρωση της Μακεδονίας, της Ηπείρου, της Θράκης, των νησιών, ακόμα και αυτής της ίδιας της Κωνσταντινούπολης. Μόνο ένα παιδί με την αφοβιά των είκοσι χρόνων, αλλά και με τα γονίδια –όπως θα λέγαμε σήμερα– ενός ήρωα θα μπορούσε να το τολμήσει.
Όπως ήταν αναμενόμενο η Τουρκική Διοίκηση δεν το άφησε να περάσει έτσι. Έκρινε το κείμενο του ποιήματος «καταδιώξιμον ως επιβλαβές δια τα συμφέροντα της οθωμανικής αυτοκρατορίας» και άσκησε ποινική δίωξη τόσο εναντίον του συντάκτη Ευάγγελου Παχλαδάκη όσο και εναντίον του τυπογράφου Στυλιανού Καλαϊτζάκη. Δεν είναι γνωστό αν υπήρξε σύλληψή των δύο κατηγορουμένων, πάντως η υπόθεση εκδικάστηκε στις αρχές του Μάρτη του 1887 στο τριμελές πλημμελειοδικείο του Ρεθύμνου με πρόεδρο τον Πέτρο Φούμη[4] και μέλη τον Ιωάννη Βούλγαρη[5] και έναν Οθωμανό ονόματι Εμίν Καντιδάκη. Το δικαστήριο κήρυξε, κατά πλειοψηφία, ενόχους τους κατηγορουμένους, με μειοψηφούντα τον Ι. Βούλγαρη, και τους επέβαλε πρόστιμο δέκα τουρκικών λιρών στον καθένα[6].
O Στυλ. Καλαϊτζάκης στο φύλλο του Αρκαδίου[7] της 7-3-1887, αφού αναδημοσιεύει το επίμαχο ποίημα ασκεί δριμύτατη κριτική στη απόφαση του δικαστηρίου και καυτηριάζει τη στάση του Έλληνα προέδρου Π. Φούμη, ο οποίος αν και χριστιανός και Κρητικός αρνείται στους Κρητικούς το δικαίωμα να εκφράζουν ελεύθερα δια του Τύπου τους πόθους και τα φρονήματά τους «και δια δεκαλίρου προστίμου τιμωρεί το ορφανόν ενός εκ των ηρώων του Αρκαδίου, οίτινες κατά την 8ην Νοεμβρίου 1866 προσήνεγκον τα σώματα αυτών ολοκάυτωμα εις τον βωμόν της ελευθερίας, διότι εξεδήλωσε τον ιερόν και αγνόν της καρδίας του πόθον, διότι ηθέλησε να δείξη εις τους συνδρομητάς της παρ’ αυτού διανεμομένης εφημερίδος, ότι είναι γνήσιον τέκνον τοιούτου πατρός».
Η απόφαση προκαλεί ποικίλες και αλυσιδωτές αντιδράσεις. Οι ασχολούμενοι με τα δικαστικά στο Ρέθυμνο εκδίδουν και δημοσιεύουν σε όλες τις εφημερίδες της Κρήτης[8] εντονότατη διαμαρτυρία κατά της απόφασης και των δικαστών που την εξέδωσαν. Τα πάντα στα δικαστήρια νεκρώνουν και καμιά υπόθεση δεν διεκπεραιώνεται. Την κατάσταση περιγράφει παραστατικά η εφημερίδα Αρκάδιον[9], η οποία στο κύριο άρθρο της με τον τίτλο δικαιοστάσιον[10], μεταξύ άλλων, αναφέρει:
«…Η παράνομος καταδίκη του ορφανού εκείνου, η δεκάλιρος τιμωρία του διανεμηθέντος κατά την πρώτην Ιανουαρίου ε.έ. εμμέτρου εκείνου ποιήματος, δι’ ού εξητμίζοντο εις έν θαλερόν δάκρυ, εις ένα πύρινον στεναγμόν οι ιεροί και δίκαιοι πόθοι της πατριωτικής καρδίας ενός παιδός, προυξένησεν την χειρίστην εντύπωσιν παρά τω κοινώ σύμπαντος του Τμήματος Ρεθύμνης, εξηρέθισε μέχρις αγανακτήσεως σύμπαν το χριστιανικόν στοιχείον της νήσου, προυκάλεσεν το γνωστόν ήδη έγγραφον αποδοκιμασίας των εν Ρεθύμνη περί τα δικαστικά ασχολουμένων, κατέστησεν αδύνατον την συνεργασίαν πάντων ανεξαιρέτως των χριστιανών δικαστών και των αναπληρωτών αυτών μετά τοιούτου Προέδρου οίος ο Πέτρος Φούμης και κατέληξεν τέλος εις έν πλήρες δικαιοστάσιον, εις μίαν αληθώς αναρχικήν κατάστασιν, ήτις από της παρελθούσης Κυριακής μέχρι της στιγμής ταύτης καθ’ ην γράφομεν το άρθρον τούτο, μαστίζει το Τμήμα Ρεθύμνηςκαι απειλεί την έννομον τάξιν και ησυχίαν αυτού...
Εν τω προσώπω του ορφανού εκείνου τέκνου, παρανόμως ετιμωρήθη μια ολόκληρος κοινωνία, ολόκληρος ο λαός της Κρήτης, όστις ουδέποτε επαύσατο εκδηλών τους πόθους του έργω και λόγω δημοσία και επισήμως εγγράφως τε και προφορικώς. Την καταδίκην εκείνην ο λαός της Κρήτης υπολαμβάνει ως καταδίκην των υπερανθρώπων αγώνων του, ως περιύβρισιν των θυσιών ας υπέστη και των αιμάτων άτινα έχυσε …».
Η ιδιότυπη και πρωτοφανής αυτή απεργία των δικαστών, δικηγόρων και δικαστικών υπαλλήλων του Ρεθύμνου κράτησε περίπου ένα μήνα, δηλαδή από τα μέσα του Μαρτίου μέχρι τα μέσα του Απριλίου του 1887 και έληξε μόνον όταν ο Γενικός Διοικητής Κρήτης Κωστάκης Ανθόπουλος πασάς μετέθεσε τον υπόδικο στη συνείδηση των χριστιανών κατοίκων του Ρεθύμνου δικαστή Πέτρο Φούμη στα Σφακιά και τον αντικατέστησε με τον Ιωάννη Ξηρά[11].    
Για τον Ευάγγελο Παχλά γνωρίζουμε ελάχιστα πράγματα. Πρέπει να γεννήθηκε κατά το 1866, αφού στο Δημοτολόγιο του Δήμου Ρεθύμνης[12] αναφέρεται ότι το 1900 ήταν 35 ετών, δηλαδή κατά την ολοκαύτωση ήταν βρέφος και προφανώς μαζί με τη μητέρα του στο Μέρωνα.. Άλλη πληροφορία που υπάρχει στο Δημοτολόγιο είναι ότι το 1900 ήταν άγαμος και ασκούσε το επάγγελμα του μεταπράτη χωρίς να διευκρινίζεται τι ακριβώς εμπορευόταν. Πρέπει να ήταν ο τελευταίος των Παχλάδων αφού κατά πάσα πιθανότητα δεν παντρεύτηκε και δεν άφησε απογόνους. Ο τελευταίος μιας οικογένειας που θα πρέπει να υπήρξε μεγάλη αφού στα Περιβόλια υπήρχε ολόκληρη γειτονιά με το όνομα Παχλαδιανά[13]. Τα Παχλαδιανά ήταν στο κομμάτι της οδού Ιωνίας που βρίσκεται μεταξύ των οδών Αυστραλών Πολεμιστών και 110 Μαρτύρων. Σήμερα το τοπωνύμιο δεν διασώζεται ούτε στη μνήμη των ηλικιωμένων κατοίκων των Περιβολίων.
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, φ. 14-6-2001)



[1] Ο Εμμανουήλ Καλαϊτζάκης, από τον Κάστελλο Ρεθύμνης, είχε δύο κόρες τη Χρυσή και τη Δέσποινα και έναν γιο, τον Στυλιανό. Η Χρυσή παντρεύτηκε τον Εμμ. Παχλά και η Δέσποινα τον Ρώσο φιλέλληνα Ιωάννη Πετρώφ. Ο Στυλιανός υπήρξε, η σημαντικότερη προσωπικότητα της Ρεθυμνιώτικης τυπογραφίας και εφημεριδογραφίας και μια από τις σημαντικότερες της Κρήτης. Μέσα σε μια τριακονταετία (1881-1910) εξέδωσε συνολικά έξι τίτλους εφημερίδων και είχε άμεση εμπλοκή στην έκδοση άλλων δύο.  
[2] Χρ. Σταυρουλάκη, Μανώλης Παχλάς, οπλαρχηγός των Περιβολίων, εφημ. Βήμα Ρεθύμνης, φ. 3-10-1963.
[3] Εκδιδόταν και η Ίδη, η οποία όμως δεν εμπλέκεται στην ιστορία μας.
[4] Νομικός, μέλος της πρώτης Συντακτικής Συνέλευσης της Κρητικής Πολιτείας. Ένας από τους συντάκτες του Κρητικού Αστικού Κώδικα. Εφέτης των Κρητικών και στη συνέχεια των Ελληνικών δικαστηρίων.
[5] Νομικός από το Αμάρι. Γενικός Εισαγγελέας και Υπουργός επί Κρητικής Πολιτείας. Επανειλημμένα εκλέχτηκε βουλευτής στην Κρητική Βουλή.
[6] Μια τουρκική λίρα ισοδυναμούσε με εκατό γρόσια. Για να γίνει αντιληπτό το ύψος του προστίμου σημειώνουμε ότι μια οκά αλεύρι στοίχιζε ένα γρόσι.
[7] Το Αρκάδιον είχε επανεκδοθεί  στις 7-2-1887 παρότι είχε παυθεί «δια παντός» με διάταγμα της 3-3-1886.
[8] Παρρησία και Αρκάδιον (Ρεθύμνης), Λευκά Όρη και Άμυνα (Χανίων), Μίνως και Νέα Εβδομάς (Ηρακλείου).
[9] Φύλλο της 28-3-1887.
[10] Δικαιοστάσιον = Γενική ή μερική αναστολή δικών λόγω εκτάκτων περιστάσεων (ΜΕΕ).
[11] Βλ. Κρήτη, Εφημερίς της Γενικής Διοικήσεως, φ. 874/26-7-1887.
[12] Εγγραφή αριθμ. 6782.
[13] Χρ. Σταυρουλάκη, ό.π.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου