Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

ΚΡΗΤΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ

Η ΚΡΗΤΗ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ

            Η Αναγέννηση αποτελεί έναν κοσμοϊστορικής σημασίας σταθμό στην εξέλιξη του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Πρόκειται για την πνευματική και καλλιτεχνική κίνηση που εκδηλώθηκε τον 15ο και 16ο αιώνα, αρχικά στην Ιταλία και αργότερα στην υπόλοιπη Ευρώπη, όταν διαμορφώθηκαν οι κατάλληλες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες.  Στη διάρκειά της παρατηρήθηκε μεγάλη άνθηση στις τέχνες και στα γράμματα. Ο πολιτισμός της Αναγέννησης μπορεί να συνοψιστεί σ' αυτό που ονομάζουμε κλασικισμό και που είναι ταυτόχρονα αρμονία των μορφών, κανόνας ανθρωπιστικής συμπεριφοράς και συνταίριασμα πνεύματος και ύλης.
            Η Κρήτη σ' όλη τη διάρκεια της Αναγέννησης βρίσκεται κάτω από τη Βενετσιάνικη κυριαρχία (1204-1669). Οι Βενετοί αγόρασαν το νησί το 1204, έναντι ευτελούς τιμήματος, από τον Βονιφάτιο τον Μομφερρατικό στον οποίο είχε παραχωρηθεί από τους σταυροφόρους κατακτητές της Κωνσταντινούπολης. Είχε προηγηθεί η Βυζαντινή περίοδος της Κρήτης (330-1204), η οποία διακόπηκε για 137 χρόνια από την Αραβοκρατία (824-961). Η Βενετία έδωσε τόση σημασία στη νέα της κτήση ώστε την ονόμασε "Βασίλειο" (Regno di Candia). Ο Βενετός διοικητής της Κρήτης είχε τον τίτλο του Δούκα και ασκούσε την εξουσία συνεπικουρούμενος από δύο συμβούλους. Η Κρήτη διαιρέθηκε σε 132 φέουδα τα οποία παραχωρήθηκαν σε ισάριθμους ευγενείς Βενετούς εποίκους. Η διοικητική διαίρεση συνέπιπτε περίπου με τη σημερινή, αφού το νησί χωρίστηκε σε τέσσερις διοικητικές περιφέρειες : Της Σητείας, του Χάνδακα, του Ρεθύμνου και των Χανίων. Διατήρησαν τον Χάνδακα (Ηράκλειο) ως πρωτεύουσα και έχτισαν φρούρια σε διάφορα επίκαιρα σημεία του νησιού, τα λεγόμενα "καστέλια" στα οποία εγκατέστησαν φρουρές. Εκδίωξαν τον Έλληνα μητροπολίτη και τους επισκόπους και εγκατέστησαν Λατίνο αρχιεπίσκοπο. Ίδρυσαν πολυάριθμα λατινικά μοναστήρια διαφόρων ταγμάτων της Καθολικής Εκκλησίας, των οποίων οι φανατικοί μοναχοί επιδόθηκαν σε μια απροκάλυπτη προσπάθεια προσηλυτισμού του ορθόδοξου στοιχείου. Η εγκατάσταση των βενετών εποίκων και η διανομή της γης σ' αυτούς προκάλεσε την έντονη δυσαρέσκεια και αντίδραση των ντόπιων γαιοκτημόνων που έχαναν τα φέουδά τους και από ευγενείς γίνονταν δουλοπάροικοι. Επίσης η αρπαγή των εκκλησιαστικών και μοναστηριακών κτημάτων, καθώς και η βάναυση και καταπιεστική συμπεριφορά των βενετικών αρχών ξεσήκωσε την οργή και το μίσος του λαού κατά των Βενετών με αποτέλεσμα να εκραγούν σειρά επαναστάσεων με σπουδαιότερες: Των Αγιοστεφανιτών (1211), των Σκορδιλών και Μελισσηνών (1217, 1222, 1228), των Χορτάτζηδων, Σκορδίληδων και Μελισσηνών (1262), των Χορτάτζηδων (1272), του Αλέξιου  Καλλέργη (1282-1299), των Σφακιανών (1319), των Βάρδα Καλλέργη και Ν.Πρικοσιρίδη (1333), των Λέοντα Καλλέργη και Ψαρομηλίγγων (1341), η απόστασία του Αγίου Τίτου (1363-1366), των Καλλέργηδων (1364-1367), η συνωμοσία του Σήφη Βλαστού (1453-1454) και του Γεωργίου Καντανολέου (1527).
            Οι δυο τελευταίοι αιώνες της Βενετοκρατίας (16ος και 17ος) ήταν μάλλον ειρηνικοί σε σχέση με τους προηγούμενους και για τούτο πιο δημιουργικοί. Ο πληθυσμός αυξάνεται και πλησιάζει τις 300.000 ψυχές. Το ντόπιο στοιχείο αφομοιώνει σε μεγάλο βαθμό το Βενετσιάνικο. Το σύνολο σχεδόν των Βενετών της Κρήτης αποδέχεται και ακολουθεί τον κρητικό τρόπο ζωής. Πολλοί απ' αυτούς ακολούθησαν το ορθόδοξο δόγμα, αλλά και όσοι παρέμειναν καθολικοί αισθάνονταν περισσότερο Έλληνες παρά Βενετοί. Η ομιλούμενη γλώσσα είναι η κρητική διάλεκτος.
            Η κοινωνία κατά τα φεουδαλικά πρότυπα της Ευρώπης διακρίνει τους πολίτες σε τάξεις. Έτσι στην Κρήτη κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας υπάρχουν οι εξής τάξεις: Οι Βενετοί ευγενείς (nobili Veneti), οι Κρητικοί ευγενείς (nobili Cretesi), οι αστοί (cittadini) και οι κάτοικοι της υπαίθρου (villani). H οικονομία της εποχής στηρίζεται κατά κύριο λόγο στη γεωργία. Κυριότερο προϊόν ήταν το κρασί, το οποίο ήταν ονομαστό  και εξαγόταν σε μεγάλες ποσότητες στην Ευρώπη. Άλλα προϊόντα ήταν τα σιτηρά, το λάδι, το τυρί, το μέλι, οι σταφίδες, τα βελανίδια, το μετάξι, το βαμβάκι κ.ά. Στις πόλεις παρατηρείται έντονη εμπορική και μεταποιητική δραστηριότητα. Τα κυριότερα επαγγέλματα που αναφέρονται σε συμβόλαια της εποχής είναι: μαρινάροι (=ναυτικοί), μουράροι (=χτίστες), ράφτες , μαρμαράδες, βαρελάδες, μαραγκοί, καλαφάτες, τσαγκάρηδες, χρυσαφάδες, σελάδες, χαλιναράδες, γναφέοι (=βυρσοδέψες), σχοινοπλόκοι, κλειδαράδες κ.ά.  Σε ανώτερη κοινωνικά θέση βρίσκουμε τους γιατρούς, τους δασκάλους, τους αββοκάτους (=δικηγόρους), νοτάριους (=συμβολαιο-γράφους) και σπετσιέρηδες (=φαρμακοποιούς).
            Για την εκπαίδευση, αν και δεν υπάρχουν πολλές ειδήσεις, φαίνεται πως στις πόλεις λειτουργούσαν μοναστηριακά σχολεία που παρείχαν ελληνική και λατινοϊταλική παιδεία. Παράλληλα όμως υπήρχαν και ιδιώτες δάσκαλοι κυρίως για τα παιδιά των ανωτέρων και ευποροτέρων τάξεων. Για όσους επιθυμούσαν παιδεία ανώτερης στάθμης υπήρχε η μεγάλη σχολή της μονής της Αγ. Αικατερίνης των Σιναϊτών του Χάνδακα. Πολλοί επίσης, που είχαν την οικονομική δυνατότητα κατέφευγαν στα πανεπιστήμια της Ιταλίας. Αξιοσημείωτος είναι ο θεσμός των Ακαδημιών που λειτούργησαν κατά τα τελευταία Χρόνια της Βενετοκρατίας στις τρεις μεγάλες πόλεις του νησιού: Η Ακαδημία των Vivi (= ζωντανών) στο Ρέθυμνο, των Stravaganti (=αλλόκοτων) στο Ηράκλειο και των Sterili (=στείρων) στα Χανιά. Ήταν ένα είδος λεσχών με μέλη εκλεκτούς λογίους της εποχής, τους οποίους απασχολούσαν τα πνευματικά και καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής.
            Η κρητική αστική κοινωνία , στην οποία κυριαρχεί το ελληνικό και εξελληνισμένο βενετικό στοιχείο, είναι πλέον ώριμη, ομοιογενής και ανοιχτή στα ρεύματα της ευρωπαϊκής Αναγέννησης. Μέσα σ' αυτό τό κλίμα των κρητικών πόλεων του 16ου και 17ου αι. εκδηλώνεται μια ακμαία λογοτεχνική και καλλιτεχνική δραστηριότητα η οποία προσφυώς αποκλήθηκε Κρητική Αναγέννηση. 
            Στη λογοτεχνία πολλοί μορφωμένοι κρητικοί καταπιάνονται με την ποίηση και εισάγουν τα γραμματολογικά είδη και το ύφος της ιταλικής λογοτεχνίας της Αναγέννησης, γράφοντας στο κρητικό γλωσσικό ιδίωμα τραγωδίες, κωμωδίες και ποιμενικά ειδύλλια. Τα έργα αυτά παρ' ότι είναι επηρεασμένα από την ιταλική λογοτεχνία, διατηρούν την πρωτοτυπία και τη δροσερότητά τους και κυρίως διακρίνονται για τη δύναμη και τη μουσικότητα της γλώσσας τους και αναδεικνύουν την περίοδο αυτή  σε μια από τις λαμπρότερες της νεοελληνικής λογοτεχνίας..
            Παράλληλα με τη λογοτεχνία σε μεγάλη ακμή κατά την περίοδο αυτή βρίσκεται και η ζωγραφική. Δεκάδες εργαστήρια λειτουργούν στις πόλεις της Κρήτης και οι ζωγράφοι μετρούνται σε εκατοντάδες. Η περίφημη Κρητική Σχολή, που γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, θα πάρει στην Κρήτη την οριστική της διαμόρφωση. Χαρακτηριστικά της γνωρίσματα ο ακαδημαϊσμός, η αίσθηση της κομψότητας και της χάρης, καθώς και ο χρωματικός πλούτος.
            Αλλά και οι άλλες τέχνες δεν υστέρησαν. Η αρχιτεκτονική και η γλυπτική έδωσαν σπουδαία δείγματα αναγεννησιακού ύφους. Λαμπρά κτίρια και μνημεία  κόσμησαν τις πόλεις της Κρήτης, όπως μαρτυρούν τα σωζόμενα λείψανα. Στο χώρο της μουσικής πρόσφατες έρευνες έδειξαν πως  "οι αρχές της ιστορίας  της έντεχνης μουσικής στον σημερινό ελληνικό χώρο πρέπει να μετατεθούν τέσσερις αιώνες πιο πίσω και να αναζητηθούν στις λατινοκρατούμενες περιοχές του ελληνισμού, με την Κρήτη σε κυρίαρχη θέση". Ένας άλλος τομέας στον οποίο διέπρεψαν οι κρητικοί στην περίοδο που εξετάζουμε είναι αυτός της τυπογραφίας. Εγκατεστημένοι στην Ιταλία δεκάδες Κρήτες τυπογράφοι μαζί με επίσης Κρήτες λόγιους και χορηγούς μας δίνουν το σύνολο σχεδόν της ελληνικής βιβλιοπαραγωγής εκείνης της εποχής.
            Όμως ήδη έχει αρχίσει να γίνεται ιδιαίτερα αισθητή  στην Κρήτη η απειλή του Τούρκου, που έχει αρχίσει να διαλύει σιγά-σιγά το νησιώτικο κράτος της Βενετίας στην Ανατολή. Μετά την υποταγή της Κύπρου (1570) η Κρήτη παρέμενε ο μοναδικός προμαχώνας της χριστιανικής Ευρώπης στην Ανατολή. Οι Βενετοί διαισθανόμενοι τον κίνδυνο αρχίζουν να οχυρώνουν πυρετωδώς το νησί. Πράγματι το καλοκαίρι του 1645 πολιορκούνται τα Χανιά, τα οποία συνθηκολογούν ύστερα από σθεναρή αντίσταση δύο μηνών. Τον επόμενο χρόνο πέφτει το Ρέθυμνο ύστερα από πολιορκία επίσης δύο μηνών. Στη συνέχεια καταλαμβάνεται όλη η ύπαιθρος χώρα και το 1648 αρχίζει η πολιορκία του Χάνδακα, η οποία έμελλε να διαρκέσει 21 χρόνια. Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα έπη της ευρωπαϊκής ιστορίας, που πολλοί το παρομοιάζουν με το έπος της Ιλιάδας. Στις 4 Οκτωβρίου 1669 πέφτει το Ηράκλειο και μαζί του πέφτει η βαθιά και πολύχρονη νύχτα της τουρκικής δουλείας.
Ω  Κάστρο μου περίδοξο τάχατες όσοι ζούνε,
τάχατες να σε κλαίσινε και να σ' αναζητούνε;
έπρεπε ούλ' οι Καστρινοί μαύρα για να βαστούσι
να κλαίγουσι καθημερνό κι' όχι να τραγουδούσι.
άντρες, γυναίκες και παιδιά και πάσα κορασίδα
να δείχνουν πως εχάσασι τέτοιας λοής πατρίδα.
θρηνεί ο Μαρίνος Τζάνε Μπουνιαλής στον "Κρητικό Πόλεμο" το κύκνειο άσμα της
Κρητικής Αναγέννησης.


Γιάννης Ζ. Παπιομύτογλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου