Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2020

Η ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΙΑ ΚΑΙ Η ΤΜΗΜΑΤΙΚΗ ΕΦΟΡΕΙΑ ΡΕΘΥΜΝΗΣ

 Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου

Η Δημογεροντία και

η Τμηματική Εφορεία Ρεθύμνης

(Με αφορμή μια φωτογραφία)


Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας οι χριστιανοί της Κρήτης βρίσκονταν κάτω από την απόλυτη εξουσία όχι μόνο του Τουρκικού κράτους και των αξιωματούχων του, αλλά και των απλών Οθωμανών υπηκόων, που μπορούσαν, χωρίς καμιά συνέπεια, με την παραμικρή αφορμή, να στερήσουν περιουσία, τιμή και ζωή των χριστιανών ραγιάδων. Μόνο κατά τα τελευταία σαράντα χρόνια του 19ου αιώνα παραχωρήθηκαν στους χριστιανούς της Κρήτης κάποια προνόμια, που κι αυτά όμως σύντομα ανακλήθηκαν ή καταπατήθηκαν.

Εικ. 1: Οι σφραγίδες της Δημογεροντίας κατά χρονολογική σειρά.
Οι δύο πρώτες φέρουν τις χρονολογίας 1858 και 1868, ενώ η 
τρίτη, που δεν φέρει χρονολογία, βρέθηκε σε έγγραφο του 1872.

Η πρώτη μορφή αυτοδιοίκησης που εμφανίζεται στην Κρήτη κατά την περίοδο της ύστερης Τουρκοκρατίας ήταν αυτή των Δημογεροντιών. Με φιρμάνι του 1858 προβλέφθηκε η ίδρυση και λειτουργία Δημογεροντίας στις έδρες των τριών Διοικήσεων, δηλαδή στα Χανιά στο Ηράκλειο και στο Ρέθυμνο. Αργότερα με τον Οργανικό Νόμο του 1868 ενισχύθηκε και επιβεβαιώθηκε ο θεσμός των Δημογεροντιών και μάλιστα, με την αύξηση των Διοικήσεων του νησιού σε πέντε, αυξήθηκε παράλληλα σε πέντε και ο αριθμός των Δημογεροντιών με την προσθήκη των Δημογεροντιών Λασιθίου (με έδρα τη Νεάπολη) και Σφακίων.

Εικ. 2: Το λογότυπο και η σφραγίδα της
Τμηματικής Εφορείας.

Ο αριθμός των μελών κάθε Δημογεροντίας κυμαινόταν από 5 μέχρι 7 μέλη ανάλογα με τον πληθυσμό της περιοχής. Πρόεδρος ήταν ο οικείος Μητροπολίτης, ενώ τα υπόλοιπα μέλη αναδεικνύονταν από εκλεκτορικά σώματα, που τα αποτελούσαν εκπρόσωποι των διαφόρων επαγγελματικών τάξεων. Οι υποψήφιοι θα έπρεπε να είναι έγγαμοι, τουλάχιστον 35 ετών και να έχουν κτηματική περιουσία άνω 50.000 γροσίων. Οι Δημογεροντίες είχαν αρμοδιότητα επί θεμάτων κληρονομικού και οικογενειακού δικαίου, παιδείας και κοινωνικής πρόνοιας. Επίσης διαχειρίζονταν (μέσω της Ορφανικής Τράπεζας) τις ορφανικές περιουσίες, δηλαδή τις περιουσίες των ορφανών από πατέρα ανήλικων παιδιών μέχρι αυτά να ενηλικιωθούν.

Επειδή το φιρμάνι του 1858 με το οποίο συστάθηκε ο θεσμός των δημογεροντιών στην Κρήτη, δεν προέβλεπε λεπτομέρειες για τον τρόπο λειτουργίας τους, εκπρόσωποι των Δημογεροντιών Ηρακλείου, Ρεθύμνου και Χανίων συναντήθηκαν στο Ηράκλειο τον Δεκέμβριο του 1862 και κατήρτισαν τον «Εσωτερικό Διοργανισμό (Κανονισμό) της Δημογεροντίας» που προέβλεπε αναλυτικά τον τρόπο με τον οποίο θα λειτουργούσε στο εξήςi.

Γενικά μπορούμε να πούμε πως η Δημογεροντία ήταν η ανώτατη πολιτική αρχή των χριστιανών του τόπου και αναδείχτηκε βοηθός και προστάτης τους σε όλα τα θέματα που τους απασχολούσαν.

Η Δημογεροντία Ρεθύμνης

Δυστυχώς το αρχείο της Δημογεροντίας Ρεθύμνης δεν σώθηκε, όπως άλλωστε και άλλα αρχεία του Ρεθύμνουii, έτσι η σύνταξη αυτού του δημοσιεύματος στηρίζεται υποχρεωτικά σε ψηφίδες κατεσπαρμένες εδώ κι εκεί.

Εικ. 3: Ο Επίσκοπος Καλλίνικος Νικολετάκης σε
λεπτομέρεια φορητής εικόνας του Αντ. Βεβελάκη
έτους 1857.
Η θητεία της Δημογεροντίας ήταν διετής και απαρτιζόταν από πέντε μέλη: 1) Τον τοπικό Επίσκοπο, 2) Τον ένα από τούς δύο χριστιανούς δικαστές του μικτού δικαστηρίου, 3) Το ένα από τα δύο μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Τμήματος (Νομού) και 4) Δύο εκπροσώπους των επαρχιών. Πρώτος πρόεδρος υπήρξε ο επίσκοπος Καλλινικος Νικολετάκης (1838-1868)iiiκαι ακολούθησαν στην προεδρία οι επίσκοποι Ιλαρίων Κατσούλης (1889-1880) και Ιερόθεος Μπραουδάκης (1882-1896). Άλλοι δημογέροντες που συναντάμε σε διάφορα κείμενα είναι οι: Μιχαήλ Τσουδερός (1862), Ανδρέας Καθαράκης (1862), Δημήτριος Γ. Σακόρραφος (1863), Ιωάννης Μ. Βολανάκης (1863), Λεωνίδας Π. Ματθαιουδάκης (1870), Εμμανουήλ Ν. Πορτάλιος (1870), Μιχαήλ Χανιωτάκης (1870), Χαράλαμπος Α. Καλοειδάς Α. (1887), Αριστείδης Παππαδάκης (1895) και Αντώνιος Σκουλούδης (1895).

Τους δημογέροντες πλαισίωναν και βοηθούσαν στο έργο τους ένας γραμματέας και ένας κλητήρας. Πρώτος Γραμματέας της Δημογεροντίας υπήρξε ο Διογένης Μοσχοβίτηςiv, ο οποίος υπηρέτησε ως ελληνοδιδάσκαλος στα σχολεία της πόλης και σκοτώθηκε κατά το 1868 μεσούσης της μεγάλης Κρητικής επανάστασης.

Η Εφορεία των Κοινών της Πόλεως Καταστημάτων

Παράλληλα με τη Δημογεροντία Ρεθύμνης υπήρχε και η «Εφορεία των κοινών της πόλεως καταστημάτων» ή «Τμηματική Εφορεία», όπως λεγόταν για λόγους συντομίας. Αντίθετα με τη Δημογεροντία, από το αρχείο της Εφορείας σώθηκαν εννέα χειρόγραφοι κώδικες τους οποίους δημοσίευσε ο αείμνηστος καθηγητής Ν. Β. Δρανδάκηςv και ο π. Χαράλαμπος Καμηλάκηςvi. Ιδρύθηκε το 1862 και λειτουργούσε μέχρι το 1881 κάτω από την εποπτεία της Δημογεροντίας. Η αρμοδιότητά της –όπως το λέει και ο τίτλος της– ήταν επί των κοινωφελών ιδρυμάτων της πόλης, δηλαδή επί των σχολείων και του νοσοκομείου. Μετά το 1881 μέχρι τη Μεταπολίτευση είχε αυτόνομη λειτουργία με αποκλειστική αρμοδιότητα επί των θεμάτων της εκπαίδευσης του τόπου. Η θητεία της ήταν διετής και απαρτιζόταν αρχικά από έξι μέλη και στη συνέχεια από πέντε ή και τέσσερα. Πρόεδρος ήταν και εδώ ο εκάστοτε επίσκοπος με πρώτον στη σειρά τον Καλλινικο Νικολετάκη. Για τον σπουδαίο αυτόν Δεσπότη με το σημαντικό έργο ο αείμνηστος Γυμνασιάρχης Μιχ. Πρεβελάκιςvii διασώζει ένα ανέκδοτο που δείχνει τον φιλοπαίγμονα χαρακτήρα του Επισκόπου, αλλά και τον αγώνα του να συγκεντρώσει χρήματα υπέρ τω κοινωφελών ιδρυμάτων του τόπου:

Εικ. 4: Η φωτογραφία δημοσιεύεται για πρώτη φορά
και εικονίζει τη νότια είσοδο ου μητροπολιτικού
συγκροτήματος από την οδό Τομπάζη.(Αρχείο
Ιστορικού & Λαογραφικού Μουσείου Ρεθύμνης)
…Περιήρχετο οὗτος Σάββατόν τι μετά των Ἐφόρων άνά τά ἐμπορικά καταστήματα της πόλεως συλλέγων, ὡς συνήθως ἐποίει, εἰσφοράς τῶν πολιτών ὑπέρ τῶν Κοινῶν τῆς Πόλεως Καταστημάτων. Εἰσῆλθε και εἰς τό ἐμπορικόν ἑνός πολίτου, καλοῦ κἄγαθοῦ μέν κατά τά ἄλλα, φύσει δε φιλοχρημάτου καί ἐλαχίστην ἤ μικράν τήν συμβολήν του ὑπέρ τῶν κοινῶν. Ἔτυχεν οὗτος νά κάμῃ τήν μέτρησιν τῶν χρημάτων του καί νά ἔχῃ ἐπί τοῦ γραφείου του παρατεταγμένας πολλάς στήλας ταλλήρων, ὅταν ὁ Ἐπίσκοπος μετά τῶν ἀκολούθων εἰσέβαλον. «Πόσας στήλας ἀπ’ αὐτάς θά δώσητε διά τήν Ἐκκλησίαν καί τά Σχολεῖα μας;», ἠρώτησεν φιλοπαιγμόνως ὁ Ἐπίσκοπος. «Ὅσας θέλετε», ἀπήντησεν ὁ ἔμπορος, βέβαιος ὤν ὅτι ἡ δήλωσίς του αὕτη δέν θά ἐλαμβάνετο τοῖς μετρητοῖς. Ὁ Ἐπίσκοπος, καλός καί γρήγορος, ἐπῆρε μίαν στήλην ἐκ δέκα ταλλήρων καί ἔρριψεν αὐτά εἰς τόν κορβανάν. Ὁ ἔμπορος ταραχθείς, ἀλλά καί θέλων νά κρατήσῃ τό πρᾶγμα ἐν τῷ πλαισίῳ τῆς ἀστειότητος εἶπεν εἰς τόν Ἐπίσκοπον: «Δέν θά πάρῃς ἄλλα;». «Νά πάρω; Ἄς πάρω ἄλλο ἕνα σωρουλάκι», ἀπήντησε ὁ Ἐπίσκοπος καί λαβών ἔρριψεν ἄλλην μίαν στήλην ταλήρων εἰς τό κυτίον τοῦ ἐράνου, εὐχαριστῶν δέ ἠθέλησε νά ἐξέλθῃ. Ἀλλ’ ὁ ἔμπορος ἔξαλλος πλέον ἀπό όργήν καί θυμόν καί έλπίζων ἴσως άκόμη εἰς την ἀπόδοσιν τῶν ἀνειλημμένων ταλλήρων ὠρύετο καί έφώναζε: «Πάρε κι’ ἄλλα νά χορτάσῃς πάρε!». Ὁ Ἐπίσκοπος ψύχραιμος ὅλως καί μειδιῶν: «Φθάνουν αὐτά φθάνουν, μόνον ὁ Θεός καί ἡ χάρις τῆς Θεοτόκου νά σοῦ τά εύλογῇ». Καί ταῦτα εὐχόμενος ἐξήρχετο ἅμα τοῦ ἐμπορικοῦ, ένῶ ὁ ἔμπορος συνώδευε τόν ἀπερχόμενον Ἀρχιερέα καί τήν ἀκολουθίαν του οὐχί βεβαίως μέ εὐχαριστίας καί κολακευτικούς λόγους.

Πλην του Επισκόπου άλλα μέλη της Εφορείας που συναντήσαμε σε διάφορα κείμενα είναι οι: Αγγελιδάκης Μάρκος (1862), Ασκουτσάκης Χαρίλαος (1868), Βαρούχας Λεωνίδας Σ. (1871), Βεβελάκης Αντώνιος Χ. (1862), Βερνάρδος Νικόλαος Γ. (1883), Βούλγαρης Ιωάννης (1892,1893), Δάνδολος Αντώνιος M. (1887,1890), Δάνδολος Νικόλαος Γ. (1862), Δάνδολος Στυλιανός Ν. (1873,1883), Δρανδάκης Βασίλειος Γ. (1873), Δρανδάκης Νικόλαος (1869), Ζανιδάκης (ή Τζανιδάκης) Δημήτριος Κ. (1883,1885,1887), Ζαχαράκης Ε. (1894), Καλομενόπουλος Δημήτριος Γ. (1864), Καλομενόπουλος Ιωάννης Δ. (1889,1890,1893,1894), Καλομενόπουλος Ιωάννης Α. (1868), Καλομενόπουλος Ιωάννης Μ. (1869), Καυγαλάκης Ιωάννης (1894), Κορωνάκης Ιωάννης (1865),

Εικ. 5: Το λιθογραφημένο σχέδιο του Αντ. Βεβελάκη.
Κορωνάκης Στυλιανός (1864), Κούνουπας Χαράλαμπος Ι. (1873,1892), Λαμπρόπουλος (Μουσούρος) Στυλιανός (1862), Μανουσάκης Βασίλειος (1865), Μανουσάκης Δημήτριος (1869), Παπαδάκης Αριστείδης Π. (1868,1871), Παπαδάκης Εμμανουήλ Π. (1864,1869), Παπαδάκις Θεμιστοκλής Γ. (1883,1887, 1889, Πατρικαλάκης Εμμανουήλ (1864), Πενθερουδάκης Χαράλαμπος (1871), Πετυχάκης Μίνως Εμμ. (1889,1890), Πετυχάκης Στυλιανός Π. (1865,1868), Σαριδάκης Γεώργιος (1864,1871), Σιγανός Ιωάννης (1862), Σκουλούδης Μάρκος (1873), Τσιριμονάκις Χαρίδημος (1868), Τσουδερός Ιωάννης (1892,1893), Χαμαράκης Χρήστος Δ. (1862,1873), Χιονάκης Δημήτριος Μ. (1865), Ψαρουδάκης Κωνσταντίνος (1864).

Πού στεγαζόταν η Δημογεροντία και η Εφορεία;

Ενώ, σε γενικές γραμμές, γνωρίζουμε τη δράση της Δημογεροντίας και της Τμηματικής Εφορείας, δεν γνωρίζουμε, ή τουλάχιστον δεν προκύπτει από κάπου σαφώς, πού ακριβώς στεγάζονταν. Το μόνο που προκύπτει από διάφορες αναφορές είναι ότι στεγάζονταν κάπου γύρω από τον Μητροπολιτικό Ναό. Μάλιστα ο Νικ. Σταυράκης στην Στατιστική του αναφέρει ότι στον περίβολο του ναού των Εισοδίων υπάρχουσι σχολεία αρρένων και θηλέων και το κατάστημα της δημογεροντίαςΜπορεί να πέρασαν πολλά χρόνια από τότε που λειτουργούσε η Δημογεροντία, όμως φαίνεται ότι διατηρήθηκε στην συλλογική μνήμη της Ρεθεμνιώτικης κοινωνίας τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του 1940. 

Δύο παλαιοί Ρεθεμνιώτεςviii, που μεγάλωσαν στη συνοικία της Μητρόπολης και τους οποίους ρώτησα, μου δήλωσαν με βεβαιότητα ότι η είσοδος της Δημογεροντίας βρισκόταν απέναντι από το σημείο που σήμερα βρίσκονται τα γραφεία του μητροπολιτικού ναού. Έτσι όταν προ καιρού είδα τη φωτογραφία (Εικ. 4)ix, όπου στο βάθος διακρίνεται το καμπαναριό της Μητρόπολις αντιλήφθηκα ότι πρόκειται για την νότια είσοδο του παλαιού μητροπολιτικού συγκροτήματος, αλλά και για την είσοδο της Δημογεροντίας και της Τμηματικής Εφορείας.

Εικ. 6: Η αίθουσα των Τριών Ιεραρχών από ΝΑ.
Αριστερά σε πρώτο πλάνο η ΒΑ γωνία του
Επισκοπείου. 

Εικ. 7:Η αίθουσα των Τριών Ιεραρχών από ΒΑ
Στο λιθογραφημένο σχέδιο του ζωγράφου-αγιογράφου Αντωνίου Βεβελάκη (1819-1914), στο οποίο γίνεται αναφορά στα κτίσματα που περιβάλλουν τον μητροπολιτικό ναό, δεν αναφέρεται η Δημογεροντία, ίσως επειδή το σχέδιο έγινε κατά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας της. Στην κάτω δεξιά γωνία του σχεδίου (Εικ. 5) εικονίζεται αρχιερατική πομπή, η οποία φαίνεται να έχει εισέλθει από το θολωτό πέρασμα που οδηγεί στο εσωτερικό της νότιας αυλής του ναού. Το κτίσμα πάνω από το θολωτό πέρασμα, που εφάπτεται δυτικά με την αίθουσα των Τριών Ιεραρχών, υποστηρίζω ότι ήταν τα γραφεία της Δημογεροντίας και της Τμηματικής Εφορείας. Υπάρχει μια φωτογραφία (Εικ. 6), που την τοποθετώ στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, όπου εικονίζεται η αίθουσα των Τριών Ιεραρχών από ΝΑ τραβηγμένη μπροστά από τον ναό του Αγίου Αντωνίου. Οι εικονιζόμενοι στη φωτογραφία πρέπει να είναι μαθητές με τον δάσκαλό τους, δεδομένου ότι για μεγάλο διάστημα η αίθουσα στέγαζε το δημοτικό σχολείο της πόλης, γι’ αυτό άλλωστε ονομαζόταν και Αίθουσα της Δημοτικής Σχολής. Στο βάθος, ανάμεσα στην αίθουσα των Τριών Ιεραρχών και το καμπαναριό, ξεχωρίζει το κτίριο της Δημογεροντίας, το οποίο μάλιστα υπερβαίνει σε ύψος την αίθουσα των Τριών Ιεραρχών. Στην επόμενη φωτογραφία (Εικ. 7) φαίνεται η βόρεια πλευρά της αίθουσας των Τριών Ιεραρχών και το ισόγειο του κτιρίου που μας απασχολεί χωρίς να φαίνεται ο όροφος. Φαίνεται όμως καθαρά το θολωτό διαβατικό, που είδαμε στο σχέδιο Βεβελάκη. 

Εικ. 8: Η φωτ. αριστερά είναι του 1921 και προέρχεται από το αρχείο
του Ανδρέα Νενεδάκη. Η φωτ. δεξιά είναι του Βασίλη Χαριτάκη
τραβηγμένη περί το 1990.
Σε σχεδιάγραμμα του αείμνηστου δικηγόρου Γεωργίου Β. Δρανδάκη με την κάτοψη του μητροπολιτικού ναού και των πέριξ κτισμάτων το εν λόγω κτίσμα αναφέρεται ως διώροφο κτίσμαx χωρίς να αναφέρεται η χρήση του
Στην τελευταία φωτογραφία (Εικ. 8) βλέπουμε δυο εκδοχές του ίδιου δρόμου με διαφορά 70 χρόνων. Στη δεξιά φωτογραφία ο δρόμος έχει διαπλατυνθεί, η πρόσοψη του ναού έχει υποχωρήσει και έχει φανεί το κωδωνοστάσιο.

(Δημοσιεύθηκε στην εφ. Ρέθεμνος, φ. 5/12/2020)


i Σημανδηράκη Ζαχαρένια, Περί Δημογεροντιών Κρήτης, Επιστημονική Επετηρίδα Ι.Μ. Πέτρας και Χερρονήσου, τ. Α’, Νεάπολις 2010, σσ. 233-284.

ii Ο Χάρης Στρατιδάκης στο βιβλίο του Η εκπαίδευση στο Ρέθυμνο θεωρεί ότι το αρχείο λανθάνει. Εγώ δεν θα συμμεριστώ την αισιοδοξία του και το θεωρώ οριστικά απωλεσθέν.

iii Ο Καλλίνικος έπασχε από χρόνιο νόσημα και το 1867 αναγκάστηκε να αναχωρήσει από το Ρέθυμνο για τη Σύρο και στη συνέχεια για τη Σμύρνη, όπου και πέθανε τον Αύγουστο ή Σεπτέμβριο του 1868.

iv Ο Δήμος Ρεθύμνης έχει δώσει το όνομά του σε δρόμο της παλιάς πόλης του Ρεθύμνου.

v Δρανδάκη Ν. Β., «Ειδήσεις περί των σχολείων Ρεθύμνης κατά το δεύτερον τέταρτον του 19ου αιώνος», Κρητικά Χρονικά, τ. 4, σσ. 21-64.

vi Καμηλάκη Χαραλάμπου, Ο Μητροπολιτικός Ιερός Ναός τα Εισόδια της Θεοτόκου Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 1999, σσ. 290-317.

vii Πρεβελάκι Μιχαήλ, «Περί ιδρύσεως, λειτουργίας και διοικήσεως των κοινών της πόλεως Ρεθύμνης Καταστημάτων κατά την από του 1843–1892 πεντηκονταετίαν», εφ. Κρητική Επιθεώρησις, φ. 6/12/1935 κ.ε. (17 συνέχειες).

viii Ο πρόσφατα αποθανών Λεωνίδας Καούνης και ο κ. Βασίλης Παπαβασιλείου.

ix Η φωτογραφία ανήκει στο αρχείο του Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου Ρεθύμνης και ευχαριστώ τους υπεύθυνους του Μουσείου που μου επέτρεψαν να τη δημοσιεύσω.

x Χαραλάμπου Κ. Καμηλάκη, Ο Μητροπολιτικός Ιερός Ναός Τα Εισόδια της Θεοτόκου Ρεθύμνου και τα περί αυτόν κτίσματα και παρεκκλήσια, Ρέθυμνο 1999, σελ. 51.

Σάββατο 18 Ιουλίου 2020

ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΡΕΘΥΜΝΟ ΤΗΣ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑΣ

Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου

Υγειονομικές επιθεωρήσεις
στο Ρέθυμνο της Αυτονομίας

Έχει διαπιστωθεί και έχει λεχθεί πολλές φορές ότι η Κρητική Πολιτεία σε πολλά θέματα ήταν μπροστά από την εποχή της. Ως νεοσύστατη πολιτεία είχε υιοθετήσει καλές πρακτικές τόσο σε θέματα διοίκησης όσο και σε θέματα δικαιοσύνης. Το πρόβλημα της γραφειοκρατίας, που μας ταλαιπωρεί μέχρι σήμερα, δεν εμφανίστηκε και δεν αναπτύχθηκε στα χρόνια της Αυτονομίας.
Ο γιατρός Στυλ. Μανουσέλης
Ένα παράδειγμα καλής άσκησης της διοίκησης θα μας απασχολήσει στο παρόν δημοσίευμα. Από τα πρώτα χρόνια της Κρητικής Πολιτείας βλέπουμε ταχτικές επιθεωρήσεις σε δραστηριότητες υγειονομικού ενδιαφέροντος, όπως θα λέγαμε σήμερα. Οι επιθεωρήσεις αυτές όχι μόνο γίνονται, αλλά οι εκθέσεις των ελεγκτών γιατρών δημοσιεύονται στην Επίσημο Εφημερίδα Κρητικής Πολιτείαςi. Σε κάθε νομό υπήρχε ένας Αστύατρος ή Αστυνομικός ιατρός, κατά την ορολογία της εποχής.
Στο Ρέθυμνο καθήκοντα Αστιάτρουii ασκούσε ο γιατρός Στυλιανός Μανουσέλης. Ο Στυλιανός Μανουσέλης του Γεωργίου (Αργυρούπολη 1864 – Ρέθυμνο 5 Ιανουαρίου 1933), γιατρός από την Αργυρούπολη με ρίζες στα Σφακιά. Μετά τη Σύμβαση της Χαλέπας (1878) έγινε Σύμβουλος του Γενικού Διοικητή Κρήτης Φωτιάδη πασά. Πήρε μέρος στην επανάσταση 1896-98 ως οπλαρχηγός και πληρεξούσιος. Με την εγκαθίδρυση της Κρητικής Πολιτείας έγινε βουλευτής στην Κρητική Βουλή (1899). Υπηρέτησε ως αστίατρος Ρεθύμνης και ως νοσοκομειακός γιατρός, ενώ διετέλεσε για αρκετά χρόνια και πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Ρεθύμνης. Σύζυγός του ήταν η Μυρσίνη, το γένος Εμμανουήλ Παπαδάκη. Το φαρμακείο που (κατά το σύνηθες) διατηρούσε ήταν στην περιοχή της Νερατζέςiii.
Από το 1901 μέχρι το 1905 βρίσκουμε δημοσιευμένες στην ΕΕΚΠ δέκα εκθέσεις του Μανουσέλη, οι οποίες αφορούν στον έλεγχο που πραγματοποίησε σε επιχειρήσεις υγειονομικού ενδιαφέροντος του Ρεθύμνου. Οι εκθέσεις υποβάλλονταν στον Νομάρχη Ρεθύμνης, που τότε ήταν ο Γεώργιος Μαρής. Οι επιχειρήσεις που ελέγχθηκαν ανήκαν στις ακόλουθες κατηγορίες: 1. Αρτοποιεία, 2. Παντοπωλεία και Οινοπωλεία, 3. Πανδοχεία (χάνια), 4. Ξενοδοχείαiv και Μαγειρεία, 5. Ζαχαροπλαστεία και 6. Γαλακτοπωλεία. Για τα δημοτικά σφαγεία, τα κρεοπωλεία και ιχθυοπωλεία δεν υποβάλλονται και δεν δημοσιεύονται εκθέσεις, όμως ο Μανουσέλης στο τέλος μιας έκθεσής του αναφέρει επιλέξει ότι «αγρύπνως υπ’ εμού επιβλέπονται».
Αρτοποιεία


Η πρώτη επιθεώρηση (26-9-1901) δεν είχε ευχάριστα αποτελέσματα, τα οποία οΜανουσέλης περιγράφει με μελανά χρώματα: «…Τό τί ἐπί ἑνός ἑκάστου παρετήρησα, κρίνω περιττόν νά σᾶς περιγράψω. Τό ἐσωτερικόν τούτων ρερυπωμένον καί ἀκάθαρτον, πανταχοῦ κόνεις, ἀράχναι και ρύποι». Για τους εσωτερικούς χώρους και τα σκεύη γράφει: «…παρημελημένον ἀπό πολλοῦ τό ἐσωτερικόν ἀσβέστωμα, τό ταβάνωμα εἰς τοιοῦτον βαθμόν ἠμελημένον, ὥστε καθίσταται πηγή πάσης ἀκαθαρσίας, ἐπίσης καί τά δάπεδα. Φαντασθῆτε λοιπόν ἐντός τῶν τρωγλῶν τούτων τάς πρός παρασκευήν συσκευάς ἄνευ σκεπασμάτων, τάς σκάφας, τάς πινακωτάς, ἀγγεία, ψωμοπετσέτας καί τά τοιαῦτα, ὁποίας ἀκαθαρσίας καί κόνεις θά δέχωνται πρό καί κατά τήν παρασκευήν τῶν ἄρτων. Οἱ ἐργάται τούτων κατά τό πλεῖστον ρυπαροί, ρακένδυτοι καί ἀνυπόδητοι…».
Στη συνέχεια συνιστά επτά μέτρα που πρέπει να ληφθούν ώστε να εξασφαλιστούν συνθήκες καθαριότητας και υγιεινής για το συμφέρον των πολιτών. Αντιθέτως στις επιθεωρήσεις που έγιναν τα καλοκαίρια του 1902 και 1903 ο Μανουσέλης γράφει χαρακτηριστικά: «…τά ἀποτελέσματα ἀπό ἀπόψεως τάξεως και καθαριότητος ὑπήρξαν εὐάρεστα… ἅπαντα σχεδόν εὑρέθησαν νεοασβεστωμένα καί καθαρά, οἱ σοφάδες καί τά λοιπά σκεύη, τά διά τήν παρασκευήν καί ἐναπόθεσιν τῶν ἄρτων καθαρά καί αἱ σκάφαι καθαραί, τά δέ ὑλικά τά πρός παρασκευήν τῶν ἄρτων ἐκλεκτά καθαρά, καλῶς διατηρούμενα καί ἐπαρκώς προφυλασσόμενα…».
Στη συνέχεια ακολουθεί κατάλογος των ελεγχθέντων αρτοποιείων, όπου λόγω περιορισμένου χώρου της εφημερίδας δεν παρατίθενται τα αξιολογικά σχόλια του ελεγκτή γιατρού για το καθένα. Έτσι μαθαίνουμε ποιοι φούρνοι λειτουργούσαν τότε στο Ρέθυμνο, οι οποίοι αλφαβητικά είναι οι ακόλουθοι, κατά τα επώνυμα των ιδιοκτητών τους:
1. Μιχαήλ Βλάχου στην οδό Ρώσων (Εθν. Αντιστάσεως), 2. Πέτρου Βλάχου στην οδό Τσάρου (Αρκαδίου) αριθ. 159, 3. Χαρίδημου Γασπαράκη, 4. Χασάν Δερβισαλιδάκη, 5. Νικολάου Δημητράκη, 6. Κωνσταντίνου Καλογεράκη, 7. Μιχαήλ Κωστάκη, 8. Δημητρίου Λαγουδάκη (Περιβόλια), 9. Εμμανουήλ Μαργιόλου (Περιβόλια), 10. Γεωργίου Μισυρλή, 11. Γεωργίου Μιχελιουδάκη, 12. Αλεξάνδρου Μπιρολόγλου, 13. Σουλεϊμάν Μπουχαγιάρη, 14. Μιχαήλ Μπροσνερίτη, 15. Μάρκου Παπαδάκη, 16. Θωμά Παπακώστα, 17. Γεωργίου Α. Ροδινού, 18. Γεωργίου Μ. Ροδινού, 19. Παναγιώτου Ροδινού, 20. Εμμανουήλ Σκαλίδη, 21. Γεωργίου Τζανακάκη, 22. Μάρκου Τζέλεσι.
Παντοπωλεία και Οινοπωλεία
Και σ’ αυτήν την κατηγορία τα συμπεράσματα του ελέγχου δεν ήταν «ευἀρεστα», όπως γράφει ο Μανουσέλης στην έκθεσή του της 26-9-1901, στην οποία δεν τα αναφέρει ονομαστικά. Γράφει μεταξύ άλλων:
«…Καί τούτων ἡ καθαριότης καί εὐπρέπεια κατά πολλά παρημελημένη. Τό ἐσωτερικόν των άκάθαρτον καί ρυπαρόν. Ἀράχναι καί κόνεις ἐν ἀφθονίᾳ ἔκ τε τῶν τοίχων καί τῶν ταβανωμάτων. Τά πρός πώλησιν τρόφιμα, οἷον ὀπῶραι, τζερτζεβατικά, τυρογαλακτερά, ἐλαῖαι, ἄρτοι καί τά τοιαύτης φύσεως, ἀμελῶς καί ἀτάκτως ἐκτεθειμένα, προκαλοῦντα οὕτω την συναγέλασιν τῶν μυιῶν καί πάσηε ἄλλης ἀκαθαρσίας…».
Στη συνέχεια παραθέτει τέσσερα μέτρα, που πρέπει να ληφθούν, χωρίς όμως να αναφέρει ονομαστικά τα καταστήματα που ελέγχθηκαν.
Πανδοχεία (χάνια)
Την περίοδο που μας απασχολεί, δηλαδή τη πρώτη πενταετία του εικοστού αιώνα, τα αυτοκίνητα δεν είχαν φανεί στον Ρεθεμνιώτικο ορίζοντα. Δρόμοι της προκοπής δεν υπήρχαν και οι χωρικοί κατά δεκάδες κατέκλυζαν κάθε μέρα την πόλη με τα ζώα τους για τις δουλειές τους. Υπήρχε, επομένως, ανάγκη ύπαρξης πολλών χώρων για τη φύλαξη και την περιποίηση των ζώων. Έτσι δικαιολογείται ο μεγάλος αριθμός των πανδοχείων εκείνη την εποχή στο Ρέθυμνο.
Η επιθεώρηση των πανδοχείων δεν ήταν καθόλου ευχάριστη για το Μανουσέλη, ο οποίος περιγράφει την κατάσταση που αντιμετώπισε με τα πιο μελανά χρώματα: «Κάθε ἄλλο παρά κατάλληλοι εἶναι οἱ διά τήν ἐργασίαν ταύτην χρησιμοποιούμενοι χῶροι. Οἱ πλεῖστοι τῶν οἰκίσκων τούτων ἀδιέξοδοι καί σκοτεινοί, ἄνευ ἀερισμοῦ και φωτισμοῦ, ἀκάθαρτοι καί παρημελημένοι εἰς βαθμόν ἀπερίγραπτον, ἀράχναι, κόνεις, κόπρος καί λοιπαί ἀκαθαρσίαι ἐν περισσῇ ἀφθονίᾳ. Οἱ τοῖχοι ἀκάθαρτοι, τά δάπεδα ἀνώμαλα οὗ ἕνεκα τά οὖρα τῶν συχναζόντων ζώων λιμνάζοντα ἀποσυντίθενται καί ἀποσυντιθέμενα ἀναδίδουσιν ὀσμἀς ἐπιβλαβεῖς καί δυσαρέστους…».
Μετά σχεδόν δέκα μήνες, στις 17-6-1902 γίνεται νέα επιθεώρηση στα ίδια πανδοχεία, όπου τα αποτελέσματα είναι διαφορετικά και δείχνουν ότι οι ιδιοκτήτες συμμορφώθηκαν προς τις υποδείξεις του ελεγκτή πλην δύο, οι οποίοι «κατηγγέλθησαν ἁρμοδίως προς τιμωρίαν».
Στη συνέχεια παρατίθεται κατάλογος των πανδοχείων με τη θέση του καθενός:
  • Στην περιοχή της Αμμόποτρας (Πλατεία Αγνώστου) ήταν τα χάνια των:
1. Αντωνάκη Ανδρέα & Σίας, 2. Βολιωνίτη Μουσταφά, 3. Εκκεκάκη Γεωργίουv, 4. Ζακάκη Χαράλαμπου, 5. Λαμέρα Γισούφ, 6. Μοτσάκη Κωνσταντίνου, 7. Περινάκη Μεχμέτ, 8. Σταυριδάκη Νικολάου, 9. Φοβάκη Εμμανουήλ, 10. Φραγκιαδάκη Γεωργίου ή Νταλαμπελιανού και 11. Χαρκιαδάκηvi Ανδρέα.
  • Στην περιοχή της Μεγάλης Πόρτας, κυρίως στη σημερινή οδό Μαρίνου Τζάνε Μπουνιαλή, «παρά την συνοικίαν "Πεταλάδικα"» ήταν τα χάνια των:
1. Βερνάδου Μεχμέτ, 2. Βολιωνίτη Μουσταφά, 3. Κισσανάκη Αλή, 4. Κτιστάκη Μπεσήμ & Σίας, 5. Σκουντριδάκη Μεχμέτ, 6. Σπηλιανάκη Αλή, 7. Χαρκιαδάκη Αλεξάνδρου, 8. Χαρκιαδάκη Γισούφ και 9. Χαρκιαδάκη Κωσταντίνου.
  • Σε άλλα σημεία της πόλης ήταν τα χάνια των:
1. Κριάρη Μιχαήλ και 2. Μαρκάκη Δημητρίου, στην οδό Ρώσων (σήμερα Εθνικής Αντιστάσεως), 3. Κτιστάκη Μπεσήμ στην οδό Κουτσουρόφσκι (σήμερα οδός Βοσπόρου), 4. Σταυριδάκη Μάρκου στην οδό Τειχών (σήμερα οι οδοί Γερακάρη και Δημακοπούλου), 5. Μεμισάκη Μεχμέτ στην οδό Καθαρά (σήμερα οδός Χαιρέτη), 6. Γοβατζιδάκη Θεμιστοκλή στην οδό Πρίγκιπος (σήμερα οδός Παλαιολόγου), 7. Γοβατζιδάκη Γεωργίου στην οδό Σκότους (σήμερα δεν υπάρχει, ήταν το λεγόμενο Σεϊτάν Τσαρσί ή Κατρουλοστενό, δυτικά και παράλληλα με την πλατεία Τίτου Πετυχάκη), 8. Μπετριδάκη Μουσταφά στην οδό Παρθένων (σήμερα οδός Μεσολογγίου), 9. Μπολάνη Αλή στην οδό Ναυαρίνου (σήμερα οδός Μαβίλη) και 10. Ντασένια Νουρή στην οδό Όλγας (σήμερα οδός Τσουδερών).
  • Υπάρχουν τρεις επιθεωρήσεις στα πανδοχεία κατά το διάστημα 1901-1093. Στην τελευταία, όπου φαίνεται η κατάσταση να έχει βελτιωθεί, αναφέρονται και άλλα οχτώ πανδοχεία χωρίς να γίνεται λόγος για τη θέση τους:
1. Αβάτζου Εμμανουήλ, 2. Δρυγιανάκη Αριστόδημου, 3. Κατσόμπου Μουσταφά, 4. Μπιλαλάκη Αλή & Χουσεΐν, 5. Σπηλιανάκη Γισούφ, 6. Σταυριδάκη Μάρκου, 7. Τζανιδάκη Παντελή και 8. Χαρκιαδάκη Χουσεΐν.
Συνολικά αναφέρονται τριάντα χάνια, η πλειονότητα των οποίων ανήκει σε Οθωμανούς.
Ξενοδοχεία (Φαγητού) και Μαγειρεία
Σ’ αυτήν την κατηγορία τα πράγματα φαίνεται πως ήταν καλύτερα αν κρίνουμε από τα λεγόμενα του αστίατρου Μανουσέλη στην πρώτη πρόταση της έκθεσής του:
«Ἐκ τῆς ἀπροόπτου ἐπιθεωρήσεως και ἐξετάσεως ἑνός ἑκάστου τούτων ἐξήχθησαν αποτελέσματα σχετικῶς ευάρεστα, καθότι ἄλλων μέν τούτων ἡ ἐσωτερική καθαριότης, τά ἔπιπλα καί σκεύη, αἱ συσκευαί καίι λοιπά χρειώδη εὑρέθησαν ἐν ἐπαινετῇ καθαριότητι, ἄλλων δέ σχετική, τά δέ ὑλικά ἁπάντων κατά τό μᾶλλον ἤ ἦττον καλῆς ποιότητος καί καθαρά».
Η διάκριση σε Ξενοδοχεία/Εστιατόρια και σε Μαγειρεία των επιχειρήσεων αυτής της κατηγορίας έχει αξιολογικό χαρακτήρα. Τα ξενοδοχεία/εστιατόρια ήταν κάποια κλάση πιο πάνω από τα μαγειρεία, τόσο σε ποιότητα όσο και ποικιλία προσφερόμενων φαγητών. Ο Μανουσέλης διευκρινίζει αυτή τή διάκριση μεταξύ εστιατορίων και μαγειρείων με τα εξής λόγια: «…κατανεμητέα εἰς δύο διακεκριμένας κατηγορίας, εἰς πρωτεύοντα και δευτερεύοντα. Τά πρωτεύοντα (είναι) συστηματικά ἑστιατόρια, τά δέ δευτερεύοντα (είναι) μικρά τινά μαγειρεία εἰς ἅ παρασκευάζονται ἐπί ἁπλῶν ὀργάνων ἁπλᾶ και πρόχειρα φαγητά…».
Στη συνέχεια ο αστίατρος στην έκθεσή του παραθέτει κατάλογο των επιχειρήσεων φαγητού με κάποια αξιολογικά στοιχεία, αρνητικά ή θετικά, για την κάθε μια χωριστά. Θα τις αναφέρω μόνο με τα ονοματεπώνυμα των ιδιοκτητών χωρίς τα σχόλια του ελεγκτή με μια εξαίρεση, όπου τα σχόλια είναι πολύ επαινετικά.
Ο εστιάτορας
Δημ. Καλαϊτζιδάκης
Γράφει ο Μανουσέλης:
1. Άνώτερον κατά τε τήν τάξιν καί τήν ἐν γένει καθαριότητα εὑρέθη τό ὑπό τοῦ Κωνσταντίνου Κανδηλάκη και Σωτηρίου Τζιφάκη διευθυνόμενονvii. Τούτου ἡ ἐσωτερική καθαριότης καί τάξις ἐπαινετή, αἱ τῆς μαγειρικῆς συσκευαί ἀπαστράπτουσαι καί κασσιτερωμέναι, τα ἔπιπλα, τα σκεύη και τα λοιπά χρειώδη ἐπιμελῶς καθαρά, τά δέ ὑλικά του καθαρώτατα καί ἐκ τῶν ἐκλεκτῶν (εστιατόριο).
Τα υπόλοιπα ήταν: 2. Αντωνακάκη Ανδρέα & Τζωρτζάκη Ευαγγέλου, 3. Βαβουράκη Κωνστανίνου, 4. Βάμβα Σωκράτη, 5. Βολανάκη ή Μπολάνη Μύρωνος, 6. Γαληνάκη Νικολάου, 7. Γοβατζιδάκη Θεμιστοκλή, 8. Ζωγραφάκη Δημητρίου, 9. Ηλιομαρκάκη Λαμπρινού, 10. Καλαϊτζιδάκη Δημητρίου & Χαραλάμπου στην οδό Αγίας Βαρβάρας, 11. Καλομενοπούλου Μιχαήλ, 12. Καντινέλη Χασάν, 13. Καπετανάκη Εμμανουήλ, 14. Καρκαντζιδάκη Αχμέτ, 15. Κιαγιαδάκη Ιωάννου, 16. Κουϊδή Ιωάννου (εστιατόριο), 17. Κριάρη Μιχαήλ, 18. Λαμπάκη Ἀντωνίου (εστιατόριο), 19. Μαηνωλά Μιχαήλ, 20. Μαθιουδάκη Εμμανουήλ, 21. Μαρκάκη Δημητρίου, 22. Μαυρομιχελάκη Εμμανουήλ, 23. Μουραγιάκη Μεχμέτ, 24. Μπεμπιδάκη ή Μπεμπή Ιωάννου, 25. Μπερμπεράκη Νταούτ, 26. Μπολάνη Ευαγγέλου, 27. Παπαντωνάκη Μιχαήλ, 28. Πετρομανωλάκη Εμμανουήλ, 29. Σηφάκη Νικολάου, 30. Σοφουλάκη Γεωργίου & Χαραλάμπου, 31. Σταυρακάκη Ηρακλέους, 32. Τζαννιδάκη Παντελή, 33. Τσαγκαράκη Νικολάου και 34. Φραδέλου Νικολάου.
Ζαχαροπλαστεία
Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται και τα εργαστήρια ζαχαροπλαστικής. 
Ο διανοούμενος ζαχαροπλάστης
 Ιωάννης Γρηγοριάδης (1850;-1930).
Στην έκθεση της επιθεώρησής του ο Μανουσέλης δείχνει να είναι ικανοποιημένος αφού γράφει: «Κατά τό πλεῖστον καί ταῦτα ἐν εὐαρέστω καταστάσει, ἡ ἐσωτερική καθαριότης καί τάξις ἐπιμεμελημένη, τά ἔπιπλα τῶν ἐντευκτηρίων λαμπρά καί ἐπιμεμελημένως καθαρά, τά σκεύη καί αἱ συσκευαί τῶν ἐργαστηρίων ἐν καλῇ καταστάσει καί καθαρά, τά ὑλικά καί προϊόντα τούτων καλῆς ποιότητος και καθαρά…». Αναπάντεχα για το ζαχαροπλαστείο Ιωάννου Γρηγοριάδου, το κατά τεκμήριο καλύτερο της πόλης, γράφει ότι «…δεν ἐφάνη ἀντάξιον τα[γς φήμης του».
Τα ζαχαροπλαστεία που αναφέρονται στην έκθεση του αστιάτρου είναι τα εξής:
1. Ριζά Αλεμηταράκη, 2. Ιωάννου Γρηγοριάδου, 3. Εμμανουήλ Μυλωνάκη & Ευαγγέλου Δρανδάκη, 4. Χριστοδούλου Πετσέλη, 5. Ηρακλέους Σιγανού και 6. Αλή Τσαουσάκη.
Γαλακτοπωλεία
Στην έκθεση της 1ης Μαρτίου 1905 ο Αστίατρος αναφέρει ότι δυο φορές κατά το τελευταίο δεκαήμερο επιθεώρησε τα γαλακτοπωλεία της πόλης και στις δυο επιθεωρήσεις διαπίστωσε ότι α) το γάλα βρέθηκε φρέσκο και καλής ποιότητας, β) καθαρά βρέθηκαν και τα σκεύη εναπόθεσης του γάλακτος και γ) οι χώροι των γαλακτοπωλείων βρέθηκαν σε «επαινετή» καθαριότητα.
Τα γαλακτοπωλεία που επιθεωρήθηκαν ήταν τα εξής:
1. Ιβραήμ Αρναουτάκη, 2. Ιβραήμ Ατάκη, 3. Μουσταφά Καραντζεδάκη, 4. Αφών Κλαρωνάκη, 5. Αλή Κουφουδάκη, 6. Χατζή Ονταμπασάκη, 7. Στυλιανού Πατεράκη, 8. Αφών Πλανά, 9. Σουλεϊμάν Σουμαναγαδάκη, 10 Στυλιανού Σοφουλάκη, 11. Αλή Τσαουσάκη, 12. Μπεντρή Τσιλιγκιράκη, 13. Παύλου Φουντουλάκη, 14. Χατζή Βελή και 15. Χατζή Σαλαμή,
Επιθεώρηση της πόλης
Ο Αστίατρος Στυλ. Μανουσέλης δεν περιορίστηκε μόνο στον έλεγχο των καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος, αλλά επιθεώρησε και την πόλη, τόσο στα κεντρικά όσο και στα απόμερά της σημεία. Οι διαπιστώσεις του αναφέρονται στην από 26/9/1901 έκθεσή του προς τον Νομάρχη Ρεθύμνης. Ενώ οι «γενικές εντυπώσεις του ήταν «σχετικώς ευάρεστοι», οι παρατηρήσεις σε επί μέρους θέματα και σημεία δεν ήταν ιδιαίτερα κολακευτικές για την πόλη. 
Η παραλία του Ρεθύμνου το 1904, που τότε ικανοποιούσε πολλές… ανάγκες των Ρεθεμνιωτών.

Συγκεκριμένα αναφέρει ότι μερικοί δρόμοι, κυρίως μη κεντρικοί, είναι γεμάτοι τρύπες και χάσματα που επικοινωνούν με τους δημόσιους οχετούς και τους ιδιωτικούς βόθρους, με συνέπεια να αναδύονται δυσάρεστες και ανθυγιεινές οσμές. Σε πολλά μέρη αυτοί οι δρόμοι ρυπαίνονται και μολύνονται από τα βρώμικα νερά που τρέχουν από τους νεροχύτες των σπιτιών και κατακλύζουν το οδόστρωμα. Σε μερικά μέρη από τους περιοίκους ρίχνονται και συγκεντρώνονται σκουπίδια και άλλες ακαθαρσίες, οι οποίες εκτός της ασχήμιας μεταβάλλονται και σε νοσογόνους εστίες. Μερικά από αυτά τα μέρη έχουν μετατραπεί σε υπαίθρια ουρητήρια και αφοδευτήρια και ένα από αυτά είναι η αμμώδης παραλία από την αποβάθρα μέχρι τον προμαχώνα της Αμμόποτραςviii.
Στη συνέχεια υποδεικνύει τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων.
Μετά το 1905 δεν βρίσκουμε δημοσιευμένες εκθέσεις υγειονομικών επιθεωρήσεων, πράγμα που σημαίνει είτε ότι σταμάτησαν να γίνονται είτε ότι σταμάτησαν να δημοσιεύονται πλέον.

[Δημοσιεύθηκε στην εφημ. Ρεθεμνιώτικα Νέα της 16/7/2020].

i Οι εκθέσεις των επιθεωρήσεων είναι δημοσιευμένες στα εξής φύλλα του Γ΄ τεύχους: Αριθ. 66/22-11-1901, 44/25-6-1902, 72/21-9-1902, 85/8-9-1902, 36/26-6-1903, 43/25-7-1903, 67/25-10-1903, 56/19-8-1904 και 21/15-3-1905.
ii Αλλού αναφέρεται ως Αστύατρος και αλλού ως Αστυνομικός Ιατρός.
iii Τόσο τα βιογραφικά στοιχεία όσο και η φωτογραφία του Στ. Μανουσέλη, έχουν ληφθεί από το ανέκδοτο φωτοτυπημένο βιβλίο του Γ.Π. Εκκεκάκη «Ρεθεμνιώτες που πέρασαν αφήνοντας ίχνη».
iv Τα ξενοδοχεία εκείνη την εποχή διακρίνονταν σε ξενοδοχεία ύπνου και σε ξενοδοχεία φαγητού. Η επιθεώρηση αφορούσε τα ξενοδοχεία φαγητού, που σε επόμενες επιθεωρήσεις ονομάζονται εστιατόρια.
v Πρόκειται για τον παππού του αξέχαστου φίλου Γιώργου Π. Εκκεκάκη, του οποίου το χάνι ήταν το μετέπειτα Χάνι του Παττακού, εκεί που σήμερα στεγάζεται η ΚΕΔΗΡ.
vi Το επώνυμο Χαρκιαδάκης, που απαντάται αρκετές φορές στο κείμενο, σήμερα έχει επικρατήσει ως Χαλκιαδάκης.
vii Το εστιατόριο με το όνομα «Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» βρισκόταν στην οδό Τσάρου (Αρκαδίου) αρ. 103, ενώ απέναντι στον αρ. 88 ήταν το ξενοδοχείο ύπνου της ίδιας εταιρίας και με το ίδιο όνομα.
viii Μην ξεχνάμε ότι την εποχή που αναφερόμαστε δεν είχε κατασκευαστεί ακόμη η προκυμαία.

Κυριακή 28 Ιουνίου 2020

ΜΙΑ ΑΓΝΩΣΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΚΤΙΡΙΟΥ


Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου

ΜΙΑ ΑΓΝΩΣΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΚΤΙΡΙΟΥ

Υπάρχει μια φωτογραφία στις συλλογές του Μουσείου Μπενάκη, η οποία έχει περιληφθεί στο λεύκωμα «Κρήτη/Crete», που έχει εκδώσει το ίδιο Μουσείο το 2001i. Η φωτογραφία είναι του Γαλλο-ελβετού φωτογράφου Frédéric Boissonnas (Μπουασονά) και έχει τραβηχτεί το 1920.

Ο αείμνηστος συμπολίτης Γιάννης Σπανδάγος ήξερε τη φωτογραφία πριν την έκδοση του παραπάνω λευκώματος και την περιέλαβε στο βιβλίο του «Ρέθυμνο: Λιμάνι και προκυμαία»ii. Στο ίδιο βιβλίο ο Σπανδάγος δημοσιεύει τοιχογραφία του Ρεθεμνιώτη ζωγράφου Γ. Γαληνού από το σπίτι του Αλή Βαφή Σελιανάκη στην οδό Μαρίνου Τζάνε Μπουνιαλή, την οποία χρονολογεί στο 1905.
 Το λευκό δίπατο κτίριο που εικονίζεται στην εικαστική απεικόνιση του Γαληνού (Εικ. 1) και στην φωτογραφική του Boissonnas (Εικ. 2 & 2A) θα μας απασχολήσει στο παρόν δημοσίευμα.
Το κτίριο αυτό, που σήμερα δεν υπάρχει, δεν είναι ευρύτερα γνωστό, γιατί είχε διάρκεια ζωής μόλις τριάντα χρόνων και υπάρχει σε ελάχιστες απεικονίσεις. Η χρήση του παραμένει ένα άλυτο πρόβλημα, παρά το γεγονός ότι ο Γιάννης Σπανδάγος μας δίνει κάποιες πληροφορίες. Συγκεκριμένα αναφέρει στη λεζάντα της φωτογραφίας του Boissonnas: …Στο κέντρο το λευκό κτίριο είναι το Γραφείο Υγιεινής, όπου αργότερα στεγάστηκε το Λιμενικό Ταμείο μέχρι που κατεδαφίστηκε περί το 1935…».
Το σίγουρο είναι ότι στέγασε κάποιες κρατικές λειτουργίες του λιμανιού, μπορεί και όλες, αφού δεν υπήρχε κάποιος άλλος χώρος για να στεγαστούν.
Υγειονομείο;
Οι πληροφορίες που μας δίνει ο Γιάννης Σπανδάγος είναι πολύτιμες, αλλά δεν αναφέρει από πού τις αντλεί, έτσι δεν μπορεί να ληφθούν υπόψη ως δεδομένες. Όντως στα μεγάλα λιμάνια υπήρχε, από την εποχή της ύστερης Τουρκοκρατίας, υγειονομική υπηρεσία για την αντιμετώπιση περιστατικών με λοιμώδεις νόσους που πιθανόν να έρχονταν με τα πλοία. Το 1887 αναφέρονται 8 υγειονόμοι στην Κρήτη, που κατανέμονταν ως εξής: Στα Χανιά, στη Σούδα, στο Ηράκλειο, στο Ρέθυμνο, στα Σφακιά, στην Ιεράπετρα, στη Σητεία και στη Σπιναλόγκαiii. Η τακτική της απομόνωσης ήταν ανέκαθεν το πιο αποτελεσματικό μέτρο για την αντιμετώπιση επιδημιών που μάστιζαν και μαστίζουν την ανθρωπότητα. Βλέπουμε ήδη από το 1881 σε διάταγμα του Γεν. Διοικητή Κρήτης Φωτιάδη πασά ότι στην παράγραφο 3 αναφέρεται: Ὄταν πλοῖόν τι ἤ ἀτμόπλοιον καταπλεῦσαν εἴς τινα λιμένα τῆς νήσου ἤθελε τινά μεταξύ τῶν ἐπιβατῶν ἤ τῶν ναυτῶν τοῦ πληρώματός του νοσοῦντα ἀπό εὐλογίαν ἤ τῦφον ἤ μέ συμπτώματα έμφαίνοντα ὑπόνοιαν τῶν νοσημάτων τούτων, ὁ ἐνεργῶν τήν ἐπιθεώρησιν ἁρμόδιος δημοτικός ἰατρός διατάττει τήν άποβίβασιν τοῦ νοσοῦντος ἐκ τοῦ πλοίου καί τόν ἀποχωρισμόν αὐτοῦ εἰς οἴκημά τι μεμονωμένον και ὅσον οἷόν τε ἀπόκεντρον πρός νοσήλευσιν καί θεραπείανiv.
Επομένως στο εν λόγω οίκημα πιθανόν να στεγαζόταν η υγειονομική υπηρεσία, όμως αυτό δεν μαρτυρείται από άλλη πηγή.
Τελωνείο;
Τον Νοέμβρη του 1900 στην ΕΕΚΠv δημοσιεύεται διακήρυξη για την κατασκευή κτιρίου στο λιμάνι του Ρεθύμνου, στην οποία αναφέρεται επί λέξει η χρήση για την οποία προορίζεται να χρησιμοποιηθεί. Συγκεκριμένα ο τίτλος της διακήρυξης είναι: Διακήρυξις δημοπρασίας διά τήν κατασκευήν Τελωνειακῶν καταστημάτων, Γενικῶν ἀποθηκών καί Λιμεναρχείου ἐν Ρεθύμνῃ. Είναι πιθανό να πρόκειται για το κτίριο που μας απασχολεί, αφού: α) Δημοπρατείται το 1900 και το 1905 υπάρχει ήδη, σύμφωνα με την τοιχογραφία του Γαληνού, που προαναφέρθηκε και β) Το σημερινό Τελωνείο χτίστηκε το 1931, άρα μέχρι τότε η υπηρεσία του Τελωνείου πρέπει να στεγαζόταν στο κτίριο αυτό. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι η παραπάνω διακήρυξη περιλαμβάνει και την κατασκευή Γενικών Αποθηκών, που όμως είναι αδύνατον να στεγαστούν στο μικρό κτίριο που μας απασχολεί.
Λιμεναρχείο;
Είναι γνωστό στους Ρεθεμνιώτες ότι το Λιμεναρχείο Ρεθύμνης για πάρα πολλά χρόνια, ακόμη και μέχρι τις μέρες μας, δεν έχει ιδιόκτητη στέγη και στεγάζεται σε διάφορους χώρους, είτε μισθωμένους είτε παραχωρημένους από το κράτος. Άρα είναι φυσικό και λογικό να στεγάστηκε εκεί για όσο διάστημα το κτίσμα ήταν σε καλή κατάσταση, αφού, όπως είδαμε πιο πάνω, η διακήρυξη που προαναφέρθηκε αναφέρει ρητά τη λέξη Λιμεναρχείο. Επομένως είναι σίγουρο πως το Λιμεναρχείο Ρεθύμνης στεγάστηκε αρχικά στο κτίριο που εξετάζουμε μέχρι που κατεδαφίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Πρώτος Λιμενάρχης του Ρεθύμνου ήταν ο πλοίαρχος Νικόλαος Ε. Μαλανδράκης ή Τζουριός (1862-1931) με καταγωγή από τη Χώρα Σφακίων, που εικονίζεται σε καρτ ποστάλ των αρχών του 20ου αιώνα με τη υπηρεσιακή στολή όταν υπηρετούσε ως Λιμενάρχης Ρεθύμνης (Εικ. 3).
Λιμενικό Ταμείο;
Είναι πολύ πιθανό –άλλωστε το αναφέρει και ο Γιάννης Σπανδάγος– το Λιμενικό Ταμείο Ρεθύμνης να στεγάστηκε αρχικά στο κτίριο που μας απασχολεί μέχρι περίπου το 1930. Μετά την ερείπωση του κτιρίου εγκαταστάθηκε σε διάφορους μισθωμένους χώρους μέχρι το 1945, οπότε στεγάστηκε στο μικρό δίχωρο κτίριο της αποβάθρας, το οποίο χτίστηκε το 1929 και στο οποίο παρέμεινε η υπηρεσία του Λιμενικού Ταμείου μέχρι πρόσφατα πριν στεγαστεί στο Δελφίνι.
Μια άγνωστη φωτογραφία
Η ενασχόλησή μου με το κτίριο που μας απασχολεί και η αναζήτηση στοιχείων γι’ αυτό μου θύμισε μια φωτογραφία που είχα δει παλιότερα όταν εργαζόμουν στη Δημόσια Βιβλιοθήκη. Η φωτογραφία παρουσίαζε ένα ερειπωμένο κτίριο, το οποίο απ’ ότι θυμόμουν βρισκόταν στην ίδια θέση που βρίσκεται το λευκό δίπατο κτίριο της εικ. 2. Αναζήτησα τη φωτογραφία και τη βρήκα στη Βιβλιοθήκη και είναι η εικόνα με τον αριθμό 4. Η φωτογραφία αυτή είναι από το αρχείο του αείμνηστου γιατρού Νίκου Κοκονάvi και φέρει στην πίσω όψη τη σφραγίδα του γιατρού και την ένδειξη: Ρέθυμνον 8 Νοεμβρίου 1935. Η πληροφορία, ότι το κτίριο

κατεδαφίστηκε το 1935, ταυτίζεται με την χρονολογία που φέρει η φωτογραφία, επομένως θα ήταν μια ιδανική περίπτωση επιβεβαίωσης ή όχι της πληροφορίας που μας δίνει ο Γιάννης Σπανδάγος, αν ο άγνωστος φωτογράφος είχε εστιάσει λίγο αριστερότερα και είχε περιλάβει και το σημείο που βρισκόταν το κτίριο. Δυστυχώς αυτό δεν συνέβη, έχουμε όμως την εικόνα της περιοχής το 1935 και ένα ερειπωμένο κτίσμα, στη θέση του οποίου χτίστηκε αργότερα η κλινική Κοκονά.


Πέντε χρόνια αργότερα, δηλαδή το 1940, σε αεροφωτογραφία (Εικ. 5) της περιοχής βλέπουμε ότι δεν υπάρχει ούτε ίχνος του κτιρίου, η θέση του οποίου σημειώνεται με ένα «Χ», ενώ η θέση του ερειπωμένου κτίσματος σημειώνεται με ένα «Α».
Πολύ αργότερα σε φωτογραφία του Σπ. Μελετζή του έτους 1955 (Εικ. 6) βλέπουμε ότι στο σημείο που βρισκόταν το εν λόγω κτίριο υπάρχει ένα περίπτερο, ενώ στο σημείο του ερειπωμένου κτίσματος της εικόνας 4 υπάρχει η κλινική Κοκονά με έναν όροφο.
Άλλη μια φωτογραφία
Υπάρχει άλλη μια φωτογραφία (Εικ. 7) για την οποία έχει γίνει πολύς λόγος, όσον αφορά για το αν είναι Ρέθυμνο ή όχι. Η επικρατούσα άποψη, με την οποία συμφωνώ, είναι ότι στη φωτογραφία εικονίζεται η είσοδος του Τουρκικού προμαχώνα του λιμανιού, η οποία βρισκόταν πίσω από το λευκό δίπατο κτίριο της εικόνας αριθ. 2. Η φωτογραφία είναι επίσης του Fr. Boissonnas και φέρεται να είναι του 1911, όμως πιστεύω ότι μπορεί να τραβήχτηκε το 1920, ίσως και την ίδια μέρα με την εικόνα αριθ. 2.

Μπορεί να μην καταλήξαμε σε στέρεα συμπεράσματα όσον αφορά στη χρήση, στο έτος κατασκευής και στο έτος κατεδάφισης του συγκεκριμένου κτιρίου, όμως θεωρούμε ότι το κάναμε ευρύτερα γνωστό και ίσως παρακινηθούν και άλλοι να ασχοληθούν με το θέμα.

i Κρήτη/Crete, Μουσείο Μπένάκη, Αθήνα 2001, σελ. 116,117.
ii Σπανδάγος Γιάννης, Ρέθυμνο: Λιμάνι και προκυμαία, Μίτος, 1999, σελ. 27.
iii Εφημερίδα Κρήτη, φ. 911/22-12-1887.
iv Εφημερίδα Κρήτη, φ. 588/17-2-1881.
v Επίσημος Εφημερίς Κρητικής Πολιτείας, τχ. Γ, φ. 73/4-11-1900.
vi Ο γιατρός Νίκος Αλ. Κοκονάς (1924-2007) δώρησε στη Δημόσια Βιβλιοθήκη του Ρεθύμνου σημαντικές φωτογραφίες, κυρίως από την περίοδο της Γερμανοκατοχής.

(Δημοσιεύθηκε στην εφημ. "Ρέθεμνος" φ, 27/6/2020)

Τρίτη 2 Ιουνίου 2020

ΤΙΤΟΣ ΠΕΤΥΧΑΚΗΣ: H περίοδος 1941−1951


Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου

Τίτος Πετυχάκης: H περίοδος 19411951
(Μέρος 3ο και τελευταίο)

Σε δυο προηγούμενα δημοσιεύματα (Εφημ. Ρέθεμνος 19/10/2919 & 21/3/2020 και στο https://rethymniates.blogspot.com/2019/12/1.html &
είχαμε αναφερθεί στη δημαρχιακή παρουσία του Τίτου Πετυχάκη στο Ρέθυμνο από το 1925 μέχρι τον Ιούνιο του 1941. Στο παρόν δημοσίευμα θα αναφερθούμε στην τελευταία δημαρχιακή του περίοδο, δηλαδή από την 29η Νοεμβρίου 1944 μέχρι την 11η Αυγούστου 1950.
Μια πράξη δολιοφθοράς και ο Τ. Πετυχάκης
Πριν προχωρήσουμε στην περίοδο 19441950 νομίζω ότι θα πρέπει να γίνει αναφορά σε ένα άγνωστο περιστατικό, που αποτελεί την πρώτη πράξη δολιοφθοράς κατά τη Γερμανοκατοχή στο Ρέθυμνο, και ίσως και την πρώτη σε όλη την Κρήτη. Σ’ αυτό το περιστατικό ο Πετυχάκης είχε σημαντική συμβολή στην προσπάθεια αποτροπής των συνεπειών για τον Ρεθεμνιώτικο πληθυσμό.
Ο κινηματογράφος "Έσπερος" που
αναφέρεται στο κείμενο.
Η ιστορία έχει ως εξής: Οι Γερμανοί από τις πρώτες μέρες της Κατοχής είχαν επιτάξει τον θερινό κινηματογράφο «Έσπέρος», όπου ψυχαγωγούνταν οι Γερμανοί στρατιώτες με γερμανικές ταινίες προπαγάνδας. Τον «Έσπέρο» λειτουργούσε ο Ρεθεμνιώτης κινηματογραφικός επιχειρηματίας Παντελής Καπετανάκης.   Τη νύχτα της 23 προς 24 Ιουλίου 1941 άγνωστος αφαίρεσε τον φακό από τη μηχανή προβολής του κινηματογράφου. Οι Γερμανοί έθεσαν προθεσμία  μέχρι τις 29 Ιουλίου να βρεθεί ο δράστης και ο φακός. Όταν πέρασε άπρακτη η προθεσμία η Γερμανική Διοίκηση επέβαλε στους Ρεθεμνιώτες πρόστιμο 600.000 δραχμών (ποσό πολύ μεγάλο, αφού δεν είχε αρχίσει ακόμη ο πληθωρισμός) και ανέθεσε στον Δήμο να το κατανείμει στους δημότες και να το εισπράξει μέχρι τις 10 Αυγούστου. Στις 5 Αυγούστου συνήλθε η Διοικούσα Επιτροπή του Δήμου, που λειτουργούσε αντί Δημοτικού Συμβουλίου, με δήμαρχο τον Στυλιανό Μαρκιανό και κατάρτισε κατάλογο 533 Ρεθεμνιωτών που κατά τεκμήριο είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν το πρόστιμο και με ποσά που κυμαίνονταν από 300 μέχρι 4000 δραχμές, ανάλογα με τις οικονομικές  δυνατότητες του καθενός.  
Το έγγραφο απόλυσης του Τ.Π. που
φέρει ημερομηνία 9/6/1941
Το έγγραφο αποκατάστασης του
Τ.Π. με ημερομηνία 29/11/1944
Ο Τίτος Πετυχάκης παρά το γεγονός ότι από τις 11 Ιουνίου 1941 δεν ήταν πια δήμαρχος, αφού είχε απολυθεί από τους Γερμανούς, ένιωσε την ηθική υποχρέωση και την ευθύνη του ηγέτη να υπερασπιστεί και να βοηθήσει τους συνδημότες του. Έτσι στις 8 Αυγούστου απέστειλε προς τη Γερμανική Στρατιωτική Διοίκηση Ρεθύμνης μια μακροσκελή επιστολή πέντε σελίδων, όπου με διάφορα επιχειρήματα προσπαθούσε να απαλλάξει τους Ρεθεμνιώτες από την εφαρμογή της επαπειλούμενης ποινής. Η επιστολή δεν φαίνεται να είχε κάποιο αποτέλεσμα αφού η ποινή εκτελέστηκε μέχρι κεραίας. Μάλιστα μέχρι τις 16 Αυγούστου από το συνολικό πρόστιμο των 600.000 δρχ. δεν είχαν εισπραχθεί 46.250 είτε λόγω απουσίας, είτε λόγω οικονομικής αδυναμίας των υπόχρεων. Έτσι η Διοικούσα Επιτροπή του Δήμου αποφάσισε να καταβάλει το ελλείπον ποσό από τον δημοτικό προϋπολογισμό.
Η περίοδος 1944–1950
Αμέσως μετά την αποχώρηση των Γερμανών από το Ρέθυμνο, ο Τ. Πετυχάκης επανήλθε στη θέση του Δημάρχου στις 29 Νοεμβρίου 1944. Επίσης επανήλθε το Δημοτικό Συμβούλιο με πρόεδρο τον Ευάγγελο Δρανδάκη (από τον Φλεβάρη του 1947 τον διαδέχτηκε ο γιατρός Γρηγ. Δάνδολος) και μέλη τους Ιωάννη Αθανασιάδη, Γεώργιο Αναστασάκη, Ιωάννη Βαλασσαρίδη, Φ. Γρηγοριάδη, Γρηγ. Δάνδολο, Μιχ. Ευκλείδη, Αντ. Καλαϊτζάκη, Α. Κορωνάκη, Νικ. Λυράκη, Γ. Μαμαλάκη, Πέτρο Μανουσάκη, Παντ. Μυλωνάκη, Αντ. Παληκαράκη, Μ. Παντζάρη, Νικ. Σφηνιά και Οδ. Φραγκελάκη.
Ενόψει των «Δεκεμβριανών» που διαδραματίζονταν στην Αθήνα και για να αποφευχθούν παρόμοια φαινόμενα στο Ρέθυμνο, μια από τις πρώτες ενέργειες του Δημάρχου και του Δημοτικού Συμβουλίου ήταν να εκδώσουν ψήφισμα με το οποίο καλούσαν τις πολιτικές παρατάξεις και τις ανταρτικές οργανώσεις να …παύσουν τάς ἀντεγκλήσεις, νά συνεχίσουν τήν συμφιλιωτικήν συνεργασίαν καί νά μή μιμηθοῦν τούς ἐν τῇ παλαιᾷ  Ἑλλάδι καί χυθῇ καί εἰς τήν Κρήτην ἀδελφικόν αἷμα… Επίσης μια από τις πρώτες ενέργειες του Τίτου Πετυχάκη, αφού ανέλαβε καθήκοντα δημάρχου, ήταν να τιμήσει με αρχιερατικό μνημόσυνο τη μνήμη όσων Ρεθεμνιωτών έπεσαν είτε στον πόλεμο είτε στην κατοχή.
Η περιοχή της Μεγάλης Πόρτας
βομβαρδισμένη.
Αυτή η δημαρχιακή περίοδος του Τίτου Πετυχάκη ήταν η δυσκολότερη επειδή το Ρέθυμνο, όπως άλλωστε και όλη η Ελλάδα, είχε να επουλώσει πληγές που συσσωρεύτηκαν στην διάρκεια του πολέμου και της απάνθρωπης Γερμανικής κατοχής. Οι δρόμοι με κατεστραμμένο οδόστρωμα και γεμάτοι πέτρες και χώματα από τους βομβαρδισμούς, οι υπόνομοι κατεστραμμένοι και ακαθάριστοι, τα κτίρια και οι υποδομές του δήμου εγκαταλελειμμένες και σε αθλία κατάσταση, όπως ο δημοτικός κήπος, τα σφαγεία, η δημοτική αγορά, ο κλίβανος, η αποθήκη καυσίμων, το δημαρχείο κλπ. Σχεδόν τα πάντα είχαν καταστραφεί, οι ανάγκες ήταν μεγάλες σε όλα τα επίπεδα και η βοήθεια από το κεντρικό κράτος σχεδόν ανύπαρκτη, αφού και αυτό ήταν καθημαγμένο από τον πόλεμο και την κατοχή και με ένα αδελφοκτόνο εμφύλιο πόλεμο σε εξέλιξη. Άρα το μεγαλύτερο βάρος για την ανασυγκρότηση του τόπου έπεφτε στις πλάτες του Δήμου. Έργο πολύ δύσκολο, μετά μάλιστα από την κατάργηση το 1948 των διαπύλιων τελών[1] που αποτελούσαν σημαντικό έσοδο των δήμων.
Το έργο της περιόδου 1945–1950
Παρόλα αυτά υπήρξε μια συνεχής, επίμονη και μακροχρόνια προσπάθεια για να αντιμετωπιστούν τόσο τα μικρά και καθημερινά, όσο και τα μεγάλα προβλήματα του τόπου.
·   Επισκευάστηκε και ανακαινίστηκε το δημοτικό νοσοκομείο (Τσάρειο), το οποίο είχε υποστεί πολλές καταστροφές κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής.
·  Τον Ιούλιο του 1946 το δημοτικό συμβούλιο ψηφίζει και ζητά από την κυβέρνηση την ανακατασκευή των «Ρωσικών» Στρατώνων, που είχαν καταστραφεί από τους βομβαρδισμούς, όμως χωρίς θετική ανταπόκριση.
·       Επισκευάστηκε η προκυμαία  (κρηπίδωμα, πλακόστρωτο, υπόνομοι, ηλεκτροφωτισμός).
·   Στις αρχές του 1947 με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου ιδρύθηκε δημοτικό γηροκομείο, απόφαση που εγκρίθηκε με βασιλικό διάταγμα. Το γηροκομείο στεγάστηκε στην κλινική Μαρούλη, ο οποίος κληροδότησε το οίκημα στον Δήμο για να γίνει γηροκομείο.
·  Διανοίχτηκαν, διαπλατύνθηκαν, ασφαλτοστρώθηκαν, σκυροστρώθηκαν πλήθος δρόμων της πόλεως και των περιχώρων.
Η περιοχή της Σοχώρας μετά την
Κατοχή. Πάνω με το βέλος οι δεξαμενές
καυσίμων του Δήμου.
·      Καθαρίστηκαν όλοι οι υπόνομοι και κατασκευάστηκαν εκ νέου όσοι είχαν καταστραφεί από τους βομβαρδισμούς.
·   Ανακατασκευάστηκαν εκ βάθρων οι αποθήκες εύφλεκτων υλών του Δήμου, που είχαν κατα-στραφεί από τους βομβαρδισμούς.
·   Το 1945 μέρος του απολυμαντικού κλιβάνου μετατράπηκε σε δημόσια λουτρά και το 1947 ο υπόλοιπος χώρος δόθηκε στη Φιλαρμονική Ρεθύμνης.
·  Αποκαταστάθηκαν και ανακαινίστηκαν όλα τα δημοτικά κτίρια που είχαν υποστεί ζημιές κατά τη διάρκεια της κατοχής.
·  Δενδροφυτεύτηκε ο λόφος ανατολικά του Προφήτη Ηλία (Τοπαλτί), η θέση Παπά Πόρος και συμπληρώθηκε η δενδροφύτευση των υπόλοιπων λόφων με περίπου 20.000 πεύκα, κυπαρίσσια, χαρουπιές κ.ά.
·   Ανακαινίστηκαν και εκσυγχρονίστηκαν τα δημοτικά σφαγεία (Βρίσκονταν στη θέση του σημε-ρινού κολυμβητηρίου).
·    Παραχωρήθηκαν οικόπεδα ανατολικά της Σχολής Αστυνομίας για την ανέγερση κατοικιών προς στέγαση των βομβοπλήκτων.
·  Τον Μάιο του 1950 αγοράστηκε νέος αυτοκίνητος καταβρεκτήρας, αφού ο παλαιός είχε καταστραφεί κατά την κατοχή. Για τους νεότερους που δεν γνωρίζουν να αναφέρω ότι εκείνη την εποχή οι περισσότεροι δρόμοι ήταν χωματόδρομοι και το καλοκαίρι σηκώνονταν σύννεφα σκόνης από τον άνεμο και τα αυτοκίνητα, συνεπώς ο καταβρεκτήρας ήταν απαραίτητος για τον Δήμο.
·   Έγινε αγορά φορτηγού αυτοκινήτου με ανοιχτή καρότσα για την αποκομιδή των σκουπιδιών. Μέχρι τότε η αποκομιδή γινόταν με δυο κάρα (σούστες), που τα έσερναν μουλάρια και η απόθεση γινόταν κάτω από τον Άγιο Σπυρίδωνα μετά τη Χοχλάδα. Αργότερα μεταφέρθηκε και ο χώρος εναπόθεσης των απορριμμάτων πίσω από το σημερινό στρατόπεδο στον Κουμπέ, προς το ρέμα του Αγίου Αντωνίου.
Τα μεγάλα προβλήματα της πόλης
Τίτλοι δημοσιευμάτων του 
τοπικού Τύπου.
Τα μεγάλα προβλήματα, που από την πρώτη στιγμή μετά την απελευθέρωση, κρίθηκε ότι θα έπρεπε να λυθούν ήταν:  Η ύδρευση, το λιμάνι, το αεροδρόμιο, ο ηλεκτροφωτισμός και το σχέδιο πόλεως. Αξίζει εκ προοιμίου να λεχθεί κανένα από τα πιο πάνω προβλήματα δεν επιλύθηκε κατά την πενταετία 1945-1950, παρά τις συνεχείς και άοκνες προσπάθειες του δημάρχου και του δημοτικού συμβουλίου. Ο Δήμος ήταν πάμφτωχος και το κεντρικό κράτος ιεραρχούσε τις πολλές ανάγκες του και φαίνεται ότι τα προβλήματα του Ρεθύμνου δεν ήταν μέσα στις άμεσες προτεραιότητές του.
Η ύδρευση
Το Ρέθυμνο είχε ανέκαθεν πρόβλημα νερού και πάντα αναζητούσε λύση στο θέμα αυτό. Κατά την εποχή που αναφερόμαστε δεν υδρευόταν κάθε σπίτι χωριστά, αλλά κάθε γειτονιά είχε μια βρύση στον δρόμο από την οποία έπαιρναν νερό οι περίοικοι.
Δυο ήταν τα προβλήματα σχετικά με την ύδρευση, που έπρεπε να αντιμετωπίσει ο Δήμος αμέσως μετά την απελευθέρωση: α) η ανεπάρκεια του νερού και β) το κατεστραμμένο και πεπαλαιωμένο δίκτυο. Για το πρώτο έγινε αναζήτηση νέων πηγών, χωρίς αποτέλεσμα. Τελικά αποφασίστηκε να ενταχθεί στο δίκτυο το νερό της γνωστής πηγής του Κουμπέ δυναμικότητας 12 λίτρων ανά δευτερόλεπτο.  Όμως παρά τις συνεχείς προσπάθειες και τις εκκλήσεις του δημάρχου προς την κυβέρνηση δεν κατέστη δυνατόν να εξασφαλιστούν τα υλικά και τα οικονομικά μέσα για τη μεταφορά του νερού στην πόλη και για την αντικατάσταση του πεπαλαιωμένου και σε μεγάλο βαθμό κατεστραμμένου δικτύου. Έτσι μέχρι τον Αύγουστο του 1950, που ο Τ. Πετυχάκης αποχώρησε από τη θέση του δημάρχου, δεν είχε βρεθεί λύση στο πρόβλημα της ύδρευσης της πόλης του Ρεθύμνου.
Το λιμάνι
Μεταφορά των επιβατών στο πλοίο,
που έχει αράξει αρόδο.
Το  πρόβλημα της απομόνωσης του Ρεθύμνου, που τόσο μας ταλαιπωρεί μέχρι σήμερα, ήταν από τα πρώτα θέματα που έπρεπε να αντιμετωπίσει ο δήμαρχος με το δημοτικό συμβούλιο σχεδόν αμέσως μετά την απελευθέρωση. Έτσι  το δημοτικό συμβούλιο Ρεθύμνης με ψήφισμα της 1ης Ιουνίου 1946 διεκήρυξε «το επάναγκες της ταχυτέρας κατασκευής λιμένος». Μέχρι το 1940 το θέμα δεν είχε προχωρήσει πέρα από κάποιες προτάσεις, που όμως είχαν μείνει σε επίπεδο μελετών. Αλλά και μετά την κατοχή φαίνεται ότι δεν ήταν εύκολο να προχωρήσει το θέμα λόγω του μεγάλου κόστους που δεν ήταν εύκολο να αντιμετωπιστεί μέσα στις δύσκολες μεταπολεμικές συνθήκες. Πάντως τον Δεκέμβριο του 1947 ο υπουργός Δημοσίων Έργων Σταύρος Νικολαΐδης εγκρίνει την κατασκευή λιμανιού στον δυτικό όρμο της πόλης με βάση υπάρχουσα προμελέτη. Έκτοτε δεν υπήρξε κάποια εξέλιξη μέχρι την έναρξη της κατασκευής του σημερινού λιμανιού, δέκα χρόνια μετά.
Το αεροδρόμιο
Αντίθετα με το λιμάνι, η κατασκευή αεροδρομίου στο Ρέθυμνο φαίνεται πως απασχόλησε περισσότερο τη δημοτική αρχή, αλλά και τον τόπο γενικότερα, κατά την περίοδο που εξετάζουμε, ίσως επειδή η υλοποίησή του ήταν κατασκευαστικά ευκολότερη και λιγότερο δαπανηρή.
Στην περιοχή της Πηγής τις παραμονές της Μάχης της Κρήτης οι Άγγλοι είχαν κατασκευάσει ένα μικρό αεροδρόμιο για τις ανάγκες της άμυνας της περιοχής, ενόψει της επερχόμενης Γερμανικής εισβολής. Το δημοτικό συμβούλιο Ρεθύμνης στις 7 Οκτωβρίου 1946 αποφάσισε να διαδηλώσει την επιθυμία του Ρεθεμνιώτικου λαού όπως το υπάρχον αεροδρόμιο διατηρηθεί, επεκταθεί και βελτιωθεί, ώστε να καταστεί ικανό να δέχεται κάθε είδους αεροπλάνα. Μάλιστα ενέκρινε ποσό 50.000.000 δραχμών από τον προϋπολογισμό του 1946 και το 1/15 του προϋπολογισμού των επόμενων δέκα ετών, υπό την προϋπόθεση ότι η Κυβέρνηση θα αποφασίσει την κατασκευή του εν λόγω αεροδρομίου.
Δημοσίευμα της εποχής.
Αυτή η προσπάθεια να πεισθεί η κυβέρνηση να εγκρίνει την κατασκευή αεροδρομίου στο Ρέθυμνο, ήταν συνεχής και επίμονη καθ’ όλο το χρονικό διάστημα 19471950. Ο Δήμος συνέστησε νομικό πρόσωπο με την επωνυμία «Δημοτικόν Αεροδρόμιον Ρεθύμνης» και οι πιέσεις προς την κυβέρνηση και τις επιμέρους υπηρεσίες ήταν συνεχείς. Εντωμεταξύ, μετά την αντίδραση των κατοίκων της Πηγής, επιλέχθηκε ως καταλληλότερος χώρος για την κατασκευή του αεροδρομίου η περιοχή του Λατζιμά. Οι προσπάθειες συνεχίστηκαν αμείωτες , ήλθαν εκπρόσωποι της Πολιτικής Αεροπορίας, οι οποίοι μετά από επισταμένη μελέτη κατέληξαν ότι είναι κατάλληλη η προτεινόμενη θέση στου Λατζιμά. Ο Δήμος ζήτησε δάνειο 1,5 δισεκατομμυρίου δραχμών, όμως αυτό δεν εγκρίθηκε. Έτσι το θέμα, το οποίο  έφτασε πολύ κοντά στην υλοποίηση, απορρίφθηκε μετά πολλών επαίνων. Αν η υπόθεση του αεροδρομίου είχε αίσια κατάληξη, το Ρέθυμνο θα ήταν διαφορετικό σήμερα.
Ο Ηλεκτροφωτισμός
Ηλεκτρικό ρεύμα απέκτησε το Ρέθυμνο το 1924 από την Ηλεκτρική Εταιρείας Ρεθύμνης επί δημαρχίας Μενέλαου Παπαδάκη. Το 1945, που ανέλαβε και πάλι δήμαρχος ο Τ. Πετυχάκης, οι μηχανές παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος της Ηλεκτρικής Εταιρείας, έχοντας συμπληρώσει 25 χρόνια συνεχούς λειτουργίας, είχαν πλέον παλιώσει και δεν μπορούσαν να καλύψουν τις ανάγκες της πόλης, η οποία είχε αρχίσει να επεκτείνεται. Πέραν αυτού, η Ηλεκτρική Εταιρεία Ρεθύμνης δεν ήταν διατεθειμένη να συνεχίσει να ηλεκτροδοτεί την πόλη, αφού θα έπρεπε με μεγάλο κόστος, να ανανεώσει τον μηχανολογικό της εξοπλισμό.  Επομένως η ευθύνη του ηλεκτροφωτισμού της πόλης εκ των πραγμάτων έπεφτε στις πλάτες του Δήμου. Έπειτα από μακρόχρονες διαπραγματεύσεις ο Δήμος εξαγόρασε τις εγκαταστάσεις και τα μηχανήματα της Ηλεκτρικής Εταιρείας και πήρε 15ετή άδεια από το Υπουργείο Μεταφορών, για παροχή ηλεκτρικού ρεύματος στην πόλη του Ρεθύμνου και στα προάστια, ανατολικά μέχρι τον Πλατανιά και δυτικά μέχρι τον Κουμπέ. Όμως η έλλειψη χρημάτων υπήρξε καθοριστική για την πορεία του θέματος, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 1950, που είναι η περίοδος που εξετάζεται. Η αδυναμία αγοράς καινούργιων μηχανημάτων οδήγησε στην αναζήτηση φτηνών λύσεων με μεταχειρισμένα μηχανήματα, που μέχρι την αποχώρηση του Τ. Πετυχάκη τον Αύγουστο του 1950 δεν είχαν καταστεί λειτουργικά.
Το Σχέδιο Πόλεως
Το 1930, δηλαδή κατά τη διάρκεια της δεύτερης δημαρχιακής περιόδου του Τ. Πετυχάκη, το Ρέθυμνο απόκτησε για πρώτη φορά σχέδιο πόλεως, το οποίο εφαρμόστηκε μέχρι την κατοχή.  Μετά την κατοχή το Υπουργείο Ανοικοδομήσεως προχώρησε στην ανασύνταξη των σχεδίων των πόλεων που είχαν χαρακτηριστεί βομβόπληκτες, όπως το Ρέθυμνο. Το καλοκαίρι του 1947 το υπουργείο απέστειλε στον Δήμο το αναθεωρηθέν σχέδιο, προκειμένου να λάβουν γνώση οι δημότες και να υποβάλουν τυχόν ενστάσεις. Το σχέδιο δεν άρεσε καθόλου στους Ρεθεμνιώτες και προκάλεσε πολλές αντιδράσεις, επειδή προέβλεπε κατεδαφίσεις κτιρίων για διάνοιξη δρόμων και πλατειών. Οι αντιδράσεις ήταν τόσο μεγάλες που ο Πετυχάκης τηλεγράφησε στο υπουργείο να μην επιμείνει στην εφαρμογή του σχεδίου διότι υπάρχει κίνδυνος διασάλευσης της τάξης. Όμως το υπουργείο επέμεινε στην εφαρμογή του αναθεωρηθέντος σχεδίου, παρά την απόφαση του δημοτικού συμβουλίου με την οποία ζητούσε να γίνουν όσο το δυνατόν λιγότερες αλλαγές στο παλαιό σχέδιο.
Το 1950 ο Τ. Πετυχάκης ήταν ήδη 76 ετών και ήταν φυσικό οι σωματικές του δυνάμεις να έχουν μειωθεί. Άλλωστε σε δημοσίευμα του Ιουνίου 1949 τοπικής εφημερίδας, φέρεται να ασθενεί βαρέως. Έτσι ήταν αναμενόμενη η οικειοθελής αποχώρηση από τα δημαρχιακά του καθήκοντα στις αρχές Αυγούστου του 1950. Στη θέση του διορίστηκε δήμαρχος ο Πρωτοδίκης Κωνσταντίνος Βαρδάκης, ο οποίος έμεινε στο αξίωμα μέχρι τις δημοτικές εκλογές της 15ης Απριλίου 1951, οπότε εξελέγη δήμαρχος ο Στυλιανός Ψυχουντάκης.

(Δημοσιεύθηκε στην εφημ. Ρέθεμνος φ. 30/9/2020)



[1] Τα διαπύλια τέλη ήταν δημοτικός φόρος επί των εισαγομένων στην πόλη αγροτικών προϊόντων, και εισπράττονταν στις εισόδους της πόλης, γι’ αυτό τα σημεία είσπραξης ονομάστηκαν από λαό φόρος. Ακόμη επιβιώνει στο Ρέθυμνο το τοπωνύμιο φόρος στη νότια είσοδο της πόλης.