ΜΙΑ ΑΝΕΚΔΟΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
ΤΟΥ ΣΤ. ΞΑΝΘΟΥΔΙΔΗ ΠΡΟΣ
ΤΟΝ ΕΜΜ. ΓΕΝΕΡΑΛΙ
ΚΑΙ ΕΝΑ ΑΓΝΩΣΤΟ
ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΙΚΩΝ ΤΟΥΣ ΧΡΟΝΩΝ
Του Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου
Το έτος 1882
γίνεται στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών διαγωνισμός για την
υποτροφία του κληροδοτήματος Αντωνίου Παπαδάκη[1].
Στον διαγωνισμό, μεταξύ άλλων, μετέχουν
ο δευτεροετής Εμμανουήλ Γενεράλις και ο πρωτοετής Στέφανος Ξανθουδίδης. Αυτό
το άγνωστο περιστατικό παρουσιάζεται εδώ, όπως μας το δίνει με τη γλαφυρή του
πένα ο Εμμ. Γενεράλις. Είναι ένα μικρό απόσπασμα από την εκτενή ανέκδοτη
αυτοβιογραφία[2]
του, που ευγενικά έθεσε στη διάθεσή μου ο φίλος Σπύρος Μαρνιέρος, ακούραστος
ερευνητής της ιστορίας του Γερακαρίου, αλλά και της ευρύτερης περιοχής του
Αμαρίου. Ακόμη παρουσιάζεται, για πρώτη φορά εδώ, επιστολή του Στεφ. Ξανθουδίδη
προς τον Εμμ. Γενεράλι, αναφορικά με την προέλευση της ονομασίας της μονής
Γουβερνέτου, που επίσης μου παραχώρησε ο κ. Σπ. Μαρνιέρος.
Εμμ. Γενεράλις |
Στεφ. Ξανθουδίδης |
Ενώ αυτοί
ήταν, σε συντομία, οι παράλληλοι βίοι των δύο σοφών ανδρών, η μετά θάνατον
αναγνώριση δεν ήταν καθόλου όμοια. Ο Ξανθουδίδης έτυχε της αναγνώρισης που
άξιζε τόσο από τη γενέτειρά του, όσο και από τον επιστημονικό κόσμο, ενώ με τον
Γενεράλι ουδείς ασχολήθηκε από του θανάτου του (1943) μέχρι σήμερα[8].
Θεωρώ ότι είναι πλέον καιρός να βγει ο
Γενεράλις από τη λήθη και να καταλάβει τη θέση που του αξίζει στο Κρητικόν
Πάνθεον.
Ἐπρόκειτο τό
ἔτος ἐκεῖνο νά δοθῇ ἡ ὑποτροφία τοῦ κληροδοτήματος τοῦ Ἀ. ΙΊαπαδάκι εἰς τό
φιλολογικόν τμῆμα τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς. Ὑπέβαλον καί ἐγώ αἴτησιν νά μετάσχω
τοῦ διαγωνισμοῦ. Οἱ ὑποψήφιοι ὅμως ἦσαν πολλοί καί ἐφοβούμην τά μέσα. Μολονότι ὅμως
ἦσαν πολλοί δύο κυρίως, ἦσαν περί τῶν ὁποίων ὑπῆρχεν ἡ γνώμη ὅτι ὑπερεῖχον: ἐγώ
καί ὁ μακαρίτης Νικ.
Γραμματικάκης, ἐκ Φουρνῆς Μεραμβέλλου ἀποθανών Γυμνασιάρχης ἐν Νεαπόλει
Λασιθίου, ἀμφότεροι δευτεροετεῖς. Τρίτος ὑποψήφιος παρέχων πολλάς, ἐλπίδας ἐπιτυχίας
ἦτο ὁ πρωτοετής Στέφανος Ξανθουδίδης, ὁ ἐπιφανής γενόμενος ὡς ἀρχαιολόγος καί
μεσαιωνοδίφης, ἐξ Ἀβδοῦ τῆς Πεδιάδος, υἱός τοῦ Καπετάν Ἀντώνη τοῦ Ζωγράφου.
Τότε ἐπενέβη ὁ Ἀντωνιάδης[9]
μεταξύ ἐμοῦ καί τοῦ Γραμματικάκη. Ἐνομιζόμεθα ἀμφότεροι ἱκανῶς
προπαρασκευασμένοι, διά νά διεκδικήσωμεν τό γέρας τοῦ κλητοδοτήματος, ἀλλ’ ἑκάτερος
ἐφοβεῖτο τόν ἕτερον. Διά τῆς ἐπεμβάσεως λοιπόν τοῦ Ἀντωνιάδου συνεφωνήσαμεν εἰς
δύο ἴσα τάς ἐνενήκοντα δραχμάς τοῦ κληροδοτήματος ἀνεξαρτήτως τῆς ἐπιτυχίας. Ἰσχυρίζετο
δέ ὁ Ἀντωνιάδης ὅτι εἴχομεν καί παρά τῶν γονέων κάτι τι, ὁ Γραμματικάκης
μάλιστα καί ἄνευ τοῦ κληροδοτήματος ἠδύνατο καλῶς νά συντηρῆται, ἅτε εὐπορωτέρου,
ἤ ἐγώ πατρός υἱός, ἐγώ δέ εἶχον συνηθίσει καί εἰς τά ξένα μαθήματα ὡς
προγυμναστής. Ἡ συμφωνία μας ἐτηρήθη ἐντιμότατα. Μόνον κατά τόν χρόνον τῆς
παρασκευῆς διά τάς διδακτορικάς ἐξετάσεις, ἐπειδή ἐγώ ἤμην διωρισμένος
καθηγητής ἐν Ρεθύμνῃ δέν ἐτηρήθη ἡ συμφωνία.
Ἐγένετο ὁ
διαγωνισμός, οὗ μετέσχε μόνον ὁ Ξανθουδίδης, ἀποσυρθέντων τῶν ἄλλων, ἐπέτυχε δέ
ὁ Γραμματικάκης. Συνέβη δέ καί κάτι τι παράξενον, ὅπερ ἔμεινε δι’ ἐμέ ἀνεξήγητον
αἴνιγμα μέχρι σήμερον. Τήν ἐπιοῦσαν δηλαδή την μεθεπομένην τοῦ διαγωνισμοῦ ἐδημοσιεύθη
εἰς τήν "Παλιγγενεσίαν", ἐφημερίδα ἀξιολογωτάτην τῶν χρόνων ἐκείνων, ὅτι
κατά τόν γενόμενον διαγωνισμόν διά τό κληροδότημα τοῦ Παπαδάκι ἐπέτυχον εγώ. Ὡς ἦτο φυσικόν ἐχάρην καί ἐκέρασα καί πολλούς Κρῆτας
φίλους, οἱ ὁποῖοι συνεκεντρούμεθα εἰς τό καφενεῖον Ἐμμανουήλ Βλαστοῦ (ἤ Νεωνάκι)
ἐκ Σμηλέ Ἀμαρίου παρά τήν σχολήν Καραμάνου, ὅπου ἦσαν καί τά γραφεῖα τῆς
"Παλιγγενεσίας". Ἐπικράθη δέ ὁ μακαρίτης Γραμματικάκης καί συγχαίρων μοι
τυπικώς, ἐδήλου ὅτι δέν ἔχει ἀξιώσεις νά τηρηθῇ ἡ γενομένη συμφωνία. Τήν ἑπομένην
ὅμως ἐδημοσιεύθη εἰς τό πινάκιον τοῦ Πανεπιστημίου τό ἀποτέλεσμα τοῦ
διαγωνισμοῦ καθ’ ὅ ἐφέρετο ἐπιτυχών ὁ Γραμματικάκις. Ἐζεματίσθην ἐγώ τότε ἰδίως
διά τό δημοσίευμα τῆς "Παλιγγενεσίας", ἀλλά δέν ἔκαμα τήν δήλωσιν, ἥν
πρότερον ὁ Γραμματικάκις, ὅστις γενναιοφρόνως ὡς νικητής δέν ἠθέτησεν τήν
συμφωνίαν. Ἐγώ ὑπό
βαθείας λύπης συνεχόμενος μετέβην εἰς τήν Πρυτανείαν καί ἐζήτησα ἐξηγήσεις,
κρίνων ὅτι ἡ ἐφημερίς, ἥτις ἐδημοσίευσεν ὅτι ἐγώ ἐπέτυχον θά ἔλαβε τάς
πληροφορίας ὑπό τοῦ Πανεπιστημίου. Ἠρνήθη ὅμως τοῦτο, ὅτι ἔδωκε τοιαύτας καί δή
οὐχί ἀληθεῖς. Ἐκάλεσεν ὅμως ἡ Κοσμητεία καί τούς τρεῖς διαγωνισθέντας καί ἐπισήμως
διά τοῦ Κόντου[10] ἐδήλωσεν
εἰς ἡμᾶς ὅτι ἡ Φιλοσοφική Σχολή λυπεῖται, διότι δέν ἔχει τρεῖς ὑποτροφίας, διά
νά βράβευσῃ καί τούς τρεῖς. Ἡ ἐπιτυχία ἦτο τοιαύτη ὥστε δυσχερῶς ἐκρίνετο ἡ
διαφορά ἐπί τῶν γραπτῶν, εἰς τά ὁποῖα κατά τάς διατάξεις τοῦ διαγωνισμοῦ περιωρίζετο
ἡ ἐξέτασις. Ἡ βαθμολογία ὡρίζετο 100/100 ὁ Γραμματικάκις, 99/100 ὁ Γενεράλις καί
97/100 ὁ Ξανθουδίδης. Ὥστε ἀκριβῶς καί δικαιότερον ἴσως ἔπρεπε νά δοθῇ τό γέρας εἰς τόν Ξανθουδίδην, ὄντα
πρωτοετῆ καί μόλις ἐγγραφέντα. Διετελέσαμεν δέ οἱ τρεῖς φίλοι καί κατά τόν
χρόνον τῶν πανεπιστημιακῶν σπουδῶν καί ὕστερον ἐν τῇ ἀσκήσει τοῦ διδακτικοῦ μας
ἔργου, γενομένῃ ἐν Κρήτῃ.
Ἡράκλειον
15 Σεπτεμβρίου 1925
Ἀγαπητέ
φίλε κ. Γενεράλι,
Τελείως βέβαιον εἶναι ὅτι Γδερνέτο ἤ
Γδερνέτω εἶναι ἡ ἀληθής ἐπίκλησις τῆς Μονῆς τῆς Κυρίας τῶν Ἀγγέλων ἐν Ἀκρωτηρίῳ,
ἥτις σήμερον καί παλαιότερον ἀκούεται Γουβερνέτο, διότι δῆθεν οὖσα ἡ παλαιοτέρα
ἐκυβέρνα τάς ἄλλας μονάς τῆς νήσου.
Εἶναι περίπου 30 χρόνια ποῦ πρώτην φοράν εἰς
ἔγγραφα τῆς Ἁγίας Τριάδος τῶν Τζαγκαρόλων ἀνέγνωσα κατ’ ἐπανάληψιν εἰς τόν
κώδικα ἤ ἔγγραφα τῆς μονῆς τήν ἐπωνυμίαν Γδερνέτου καί ὑπέθεσα τότε ὅτι ἐξ ἀντιζηλίας
καί σαρκάζοντες οἱ καλόγηροι τῆς Ἁγ. Τριάδος παρέφθειρον τό Γουβερνέτου εἰς
Γδερνέτου. Ἀλλά εἰς τάς κατόπιν μελέτας καί ἔρευνας μου εὕρηκα τήν ἐπίκλησιν
Γδερνέτου πολλαχοῦ. Ἐνθυμοῦμαι ὅτι καί εἰς τά ἔγγραφα τῆς Γωνιᾶς τό εἶδα πρό ἐτῶν,
ὡς βεβαιοῖ τώρα καί ὁ φίλος σας Ἡγούμενος, καί προχείρως σᾶς παραπέμπω εἰς τήν
διαθήκην τοῦ ποτέ Μητροπολίτου Κρήτης Νικηφόρου Σκωτάκι (κατά τό 1684) ὅπου
τετράκις ἀναφέρεται:
"τό Γδερνέτο" (Χριστ: Κρήτη Α' σελ.
512).
"εἰς τόο Γδερνέτο" σελ. 514.
"στήν Κυρία τοῦ Γδερνέτου στό
τερριτόριο τῶν Χανιῶνε" σελ. 516.
"στό ἄνωθεν Μοναστήρι στήν Κυρία τοῦ
Γδερνέρτου" σελ. 516, ἰδ. σημ. ι, σελ.521.
Εἰς τήν Creta Sacra 1225 ἀναγράφεται "Monasterium Sancti Iohannis Eremitae de goemeto".Ἴσως εἶναι ἐσφαλμένη ἡ γραφή ἀντί gdemeto, διότι ἄν ἦτο govemeto δέν θά ἐφθείρετο ἀφοῦ θά ἦτο φραγκική λέξις τό govemeto.
Εἰς παλαιότερα ἔγγραφα δηλ. ἐπί τῆς Ἑνετοκρατίας
δέν εὕρηκα, ἤ δέν ἐνθυμοῦμαι τήν ἐπίκλησιν τῆς μονῆς.
Πῶς ὅμως τό Γδερνέτο ἤ Γδερνέτω (ὄνομα
πάντως οἰκογενειακόν ὁ Γδερνέτος, ἤ τοπωνυμικόν στό Γδερνέτο) νά γίνῃ
Γουβερνέτο;
Πρῶτος λόγος πιστεύω εἶναι διά νά ἀποφύγωσι
τό κακέμφατον τῆς λέξεως, ἔπειτα ἤθελον διά τῆς μεταβολῆς νά ὑπονοήσωσιν ἰδιότητα
τῆς Παναγίας ὅτι κυβερνᾶ τούς πιστούς καί βοηθεῖ. Διά τοῦτο ἔχομεν καί Παναγίαν
Γουβερνιώτισσαν εἰς παρά τό χωρίον Ποταμιές τῆς ἐπαρχίας Πεδιάδος μετόχιον τοῦ
Παναγίου Τάφου.
Αὐτά, φίλε μου, εἶχα νά σᾶς εἴπω.
Μέ πολλήν ἀγάπην
Στέφ. Ξανθουδίδης
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Κρητολογικά Γράμματα, τχ. 5/6 (1992)
[1] Κρητικός
πατριώτης με μεγάλη περιουσία, την οποία όταν πέθανε (1878) άφησε στο
Πανεπιστήμιο Αθηνών.
[2] Μια
πρώτη παρουσίασή της έκανε ο Σπ. Μαρνιέρος στην εφημερίδα Κρητική
Επιθεώρηση του
Ρέθυμνου φ. 13551/3-6-92, όπου σημειώνει ότι έχει έκταση 878 χειρόγραφων
σελίδων.
[3] Ο
Γενεράλις γεννήθηκε το 1860 στο Γερακάρι Αμαρίου και ο Ξανθουδίδης το 1864 στο
Αβδού Πεδιάδος.
[4] Πατέρας
του Γενεράλι ήταν ο παπα-Γιώργης Γενεράλις, αρχηγός του δυτικού Αμαρίου την
περίοδο 1841- 1858. Πατέρας του Ξανθουδίδη ήταν ο Αντώνιος Ζωγράφος, αρχηγός
της επαρχίας Πεδιάδος κατά την επανάσταση του 1866.
[5] Ο καθηγητής κ. Θεοχ. Δετοράκης υποστηρίζει ότι ο Ξανθουδίδης πραγματοποίησε
το σύνολο των εγκυκλίων σπουδών του στην Αθήνα. Βλ. Θεοχ. Δετοράκη, Στέφανος
Ξανθουδίδης: Βιογραφικά-Βιβλιογραφικά, Κρητολογία, τ. VI,
σ. 109.
[6] Ο Γενεράλις στο
Ρέθυμνο και ο Ξανθουδίδης στη Νεάπολη Λασιθίου και αργότερα στο Ηράκλειο.
[7] Πλήρη κατάλογο των
δημοσιευμάτων του Ξανθουδίδη έχει δημοσιεύσει ο Θεοχ. Δετοράκης, ό.π., σ.
166-178. Κατάλογος των δημοσιευμάτων του Γενεράλι συντάσσεται τώρα από τον Σπ.
Μαρνιέρο και τον υπογράφόντα το παρόν άρθρο..
[8] Φωτεινή
εξαίρεση ο συμπατριώτης του Σπ. Μαρνιέρος που κυριολεκτικά πασχίζει να τον
αποκαταστήσει. Πρόσφατα πληροφορήθηκα ότι ο Δήμος Ρεθύμνης αποφάσισε να δώσει
τ' όνομά του σε δρόμο της πόλης.
[9]
Πρόκειται για τον ποιητή Αντώνιο Ι. Αντωνιάδη.
[10] Πρόκειται
για τον Κων/νο Κόντο, διαπρεπή ελληνιστή και καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
[11] Η
επιστολή προκλήθηκε από τον Γενεράλι, που προκειμένου να συγγράψει το λήμμα
"Μονή Γουβερνέτου" στη Μ.Ε.Ε. ζήτησε την άποψη του Ξανθουδίδη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου