Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2017

Η ΠΑΛΙΑ ΓΕΦΥΡΑ ΠΛΑΤΑΝΕ ΣΤΟ ΡΕΘΥΜΝΟ

Η Παλιά Καμάρα του Πλατανέ

Του Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου

Θέλω να συγχαρώ τον Μανούσο Κλάδο για την ανάδειξη του προβλήματος της παλιάς γέφυρας του Πλατανιά. Απ' ότι φαίνεται στο κείμενο και στις φωτογραφίες του δημοσιεύματό του στα Ρ.Ν. της 24ης Ιουλίου 2014, το πρόβλημα έχει φτάσει στο απροχώρητο. Η κατάρρευση της γέφυρας είναι θέμα λίγου χρόνου. Όταν συμβεί θα κλαίμε σαν τις μωρές παρθένες προ των ερειπίων, όπως συνέβη και με την πρόσφατη κατάρρευση στου Πίκρη. Μπορεί να περνάμε χαλεπούς καιρούς και η εξεύρεση κονδυλίων να είναι δύσκολη, όμως είναι αναγκαία η ιεράρχηση τω
ν αναγκών και η πρόταξη  εκείνων που δεν παίρνουν αναβολή. Και επειδή το Υπουργείο Πολιτισμού βλέπει από απόσταση τα πράγματα καλό είναι να ενδιαφερθούν οι τοπικοί φορείς θεσμικοί και μη.
Για τη γέφυρα του Πλατανιά (Πλατανέ για τους παλαιότερους) ή την Παλιά Καμάρα για τους ακόμη παλαιότερους, έχουμε αρκετά στοιχεία που τα οφείλουμε στον Ιταλό αρχαιολόγο Giuseppe Gerola (1877-1938), ο οποίος στάλθηκε το 1900 στην Κρήτη  με εντολή να μελετήσει, φωτογραφήσει και καταγράψει τα ενετικά μνημεία της Κρήτης, πριν καταστραφούν από το χρόνο. Ο Gerola έμεινε στην Κρήτη δυο χρόνια και στο διάστημα αυτό κατέγραψε και φωτογράφησε εκατοντάδες μνημεία, όχι μόνο της βενετικής αλλά και της βυζαντινής περιόδου. Το υλικό που συγκέντρωσε δημοσιεύθηκε σε πέντε ογκώδεις τόμους[i]. Η Κρήτη του οφείλει πολλά.
Το πόσο προνοητικοί ήταν οι εμπνευστές αυτής της αποστολής φαίνεται όταν συγκρίνουμε συγκεκριμένα μνημεία με τη σημερινή τους μορφή και με τη μορφή που τα κατέγραψε ο φωτογραφικός φακός του Gerola. Διαπιστώνουμε με λύπη ότι πολλά έφτασαν στις μέρες μας έχοντας υποστεί μεγάλες φθορές και αλλοιώσεις, πολλά όμως δεν έφτασαν καθόλου και γνωρίζουμε την ύπαρξή τους μόνο χάρη στις φωτογραφίες του Gerola.
Στην περίπτωση της γέφυρας του Πλατανιά η φωτογραφία του Gerola (Φωτ. 1) δείχνει τη γέφυρα με ένα μεγάλο τόξο, ενώ αργότερα προστέθηκαν δυτικά άλλα δυο μικρότερα ανακουφιστικά τόξα (Φωτ. 2).
Στο βιβλίο του Αριστόδημου Χατζηδάκη και της Ζωής Εύδου για τα γεφύρια του νομού Ρεθύμνου αναφέρεται ότι αυτά τα τόξα θα πρέπει να ανοίχτηκαν αργότερα, αφού και η τεχνοτροπία κατασκευής τους είναι διαφορετική από αυτήν του κυρίως τόξου, αλλά και δεν διακρίνονται στη φωτογραφία του Gerola[ii].
Έχοντας τη συνήθεια να ξεφυλλίζω παλιές εφημερίδες, ιδιαίτερα τώρα που μπορούμε αυτό να το κάνουμε από το σπίτι μας, συνάντησα τυχαία ένα δημοσίευμα που μας δίνει απάντηση στο ερώτημα πότε προστέθηκαν τα δυο ανακουφιστικά τόξα στη γέφυρα. Ο Υποστράτηγος Γεώργιος Γιουλούντας, ο οποίος καταγόταν από το γειτονικό Γιαννούδι, αναφέρει στο εν λόγω δημοσίευμα ότι όταν το 1908 υπηρετούσε στα Χανιά ως Φρούραρχος της Κρητικής Βουλής παρακάλεσε τον Πρόεδρό της Α. Μιχελιδάκη και τον Υπουργό Εσωτερικών Χ. Πωλογεώργη να ενδιαφερθώσι προς διάσωσιν της ιστορικής γεφύρας η οποία έχει εκσκαφή επικινδύνως υπό του ρεύματος κατά την αριστεράν βάσιν της αναφανέντων των ογκολίθων της θεμελιώσεώς της[iii]. Σε λιγότερο από ένα μήνα ο Νομομηχανικός Ρεθύμνης έλαβε εντολή να μελετήσει το πρόβλημα και να εισηγηθεί λύση. Πράγματι εισηγήθηκε εκτός από την επισκευή των θεμελίων την προσθήκη και δύο μικρότερων τόξων συνολικού προϋπολογισμού 12.000 δραχμών. Το έργο εκτελέστηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα και αποτράπηκε η κατάρρευση της γέφυρας. Τις πληροφορίες του στρατηγού Γιουλούντα επιβεβαιώνει η δημοσίευση της σχετικής προκήρυξης του έργου στην Επίσημη Εφημερίδα της Κρητικής Πολιτείας[iv].
Ο Gerola διέσωσε και άλλες πληροφορίες για τη γέφυρα. Στην κορυφή του βόρειου μετώπου υπήρχε εντοιχισμένη επιγραφή, την οποία ο Gerola ανέγνωσε κατά το μεγαλύτερό της μέρος, ως  εξής: ΑΦΠΒ, μιν (Αυ)γού(στ)ου ΚΗ' (δ)ιά κόπου και ... κυρου ... ιερομο(νάχου) ... και της συνοδίας  αυτού, εκτήσθι υ παρούσα γεόφυρος (Φωτ. 3). Σήμερα  η πέτρα με την επιγραφή είναι στη θέση της, αλλά είναι αδύνατο να διαβαστεί οτιδήποτε λόγω  φθοράς. Από την επιγραφή αντλούμε την πληροφορία ότι η γέφυρα χτίστηκε τον Αύγουστο του 1582 από τους τους μοναχούς κάποιου μοναστηριού, που ο Gerola πιθανολογεί ότι ήταν του Αρσανίου, αφού αυτό είναι το πλησιέστερο στη γέφυρα. Αριστερά της επιγραφής υπάρχουν δυο οικόσημα, που και αυτά σήμερα είναι μη αναγνωρίσιμα, τα οποία ο Gerola αποτύπωσε σχεδιαστικά στο βιβλίο του χωρίς να μας λέει σε ποιες οικογένειες ανήκαν (Φωτ. 4).
Κλείνοντας το μικρό αυτό δημοσίευμα εκφράζω την ευχή οι αρμόδιοι να δράσουν με την ίδια ταχύτητα και αποτελεσματικότητα που έδρασαν οι ομόλογοί τους επί Κρητικής Πολιτείας.

 (Δημοσιεύθηκε στα Ρεθεμνιώτικα Νέα, φ. 11321/30-7-2014 χωρίς τις υποσημειώσεις).

[ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΗ ΠΡΟΣΘΗΚΗ]

Η νέα γέφυρα

Η βενετσιάνικη γέφυρα λειτουργούσε μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα Το 1882 η Γενική Διοίκηση Κρήτης με διοικητή τον Ιωάννη Φωτιάδη πασά αποφάσισε την κατασκευή νέας γέφυρα και η σχετική διακήρυξη προέβλεπε με όλες τις λεπτομέρειες τα κατασκευαστικά χαρακτηριστικά (Νέος Ραδάμανθυς φ.73/24-7-1882). Δυο χρόνια αργότερα η γέφυρα είχε αποπερατωθεί, όπως μαθαίνουμε από την εφημερίδα Αρκάδιον (φ. 5-10-1884), που επαινεί το έργο. Παρά τα επαινετικά λόγια του Αρκαδίου η γέφυρα άντεξε μόλις είκοσι χρόνια. Στις αρχές Οκτωβρίου του 1905 παρασύρθηκε από τη δύναμη και τον μεγάλο όγκο του νερού που κατέβασε ο ποταμός (Επιθεώρησις, φ. 79/14-10-1905). Στη θέση της κατασκευάσθηκε –λόγω του επείγοντος του πράγματος– μια ξύλινη γέφυρα που όμως, παρά την προσωρινότητά της, έμελλε να μείνει στη θέση της μέχρι το 1921, οπότε καταστράφηκε από πυρκαγιά (Κρητική Επιθεώρησις φ. 582/21-9-1921). Δυστυχώς για τη συνέχεια δεν έχουμε πληροφορίες. Ίσως να επισκευάστηκε ή να κατασκευάστηκε νέα, που ίσως είναι η προηγούμενη της σημερινής.



[i]     Giuseppe Gerola, Monumenti Veneti nell' isola di Creta, 4 v., Venezia 1905-1932.
[ii]    Αριστόδημος Λ. Χατζηδάκης – Ζωή Ι. Εύδου, Τα λίθινα γεφύρια του νομού Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 2003, σ. 29-34.
[iii]   Γεωργίου Γιουλούντα, Περί της μεσαιωνικής γεφύρας του χειμάρρου Πλατανέ, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 4341/20-3-1960 κ.ε.
[iv]   Επίσημος Εφημερίς Κρητικής Πολιτείας, φ. 67/Γ/10-9-1908.

ΕΜΠΟΡΙΚΟΣ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΡΕΘΥΜΝΟΥ ΕΤΟΥΣ 1940

ΕΜΠΟΡΙΚΟΣ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ
ΡΕΘΥΜΝΟΥ ΕΤΟΥΣ 1940

Του Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου

Εμπορικοί Οδηγοί άρχισαν να εκδίδονται και να κυκλοφορούν στην Ελλάδα κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Η κυκλοφορία τους συνεχίζεται μέχρι και σήμερα με τη μορφή Οδηγών Αγοράς. Οι παλαιοί Εμπορικοί Οδηγοί αποτελούν πολύτιμες πηγές πληροφοριών όχι μόνο για την οικονομική, αλλά και για τη γενικότερη ιστορία ενός τόπου μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
Έπεσε πρόσφατα στα χέρια μου ένας Εμπορικός και βιομηχανικός οδηγός της Ελλάδος, Αιγύπτου και Κύπρου του έτους 1940. Τρεις σελίδες του Οδηγού αναφέρονται στο νομό Ρεθύμνης. Εκεί καταχωρίζονται 259 επιχειρήσεις που ομαδοποιούνται σε 51 κατηγορίες. Από αυτές τις 51 κατηγορίες οι 27 είναι εμπορικές, οι 20 μεταποιητικές και οι 4 παροχής υπηρεσιών. Τις μεταφέρω εδώ γιατί παρουσιάζουν την οικονομική εικόνα του Ρεθύμνου ακριβώς τη χρονιά που η Ελλάδα μπήκε στον πόλεμο και έναν χρόνο πριν τη μαύρη περίοδο της κατοχής.
Ο οδηγός πλαισιώνεται από διαφημίσεις, που καταχωρίζονται στις εφημερίδες του 1940.

Αγγειοπλαστεία: Τσουρλάκη Ευαγγέλου, Χατζηανδρέου Παναγ. Αεριούχα ποτά: Αφών Γρηγοριάδη, Πρινιωτάκη Κληρονόμοι, Σπανιουδάκη Εμμ., Ένωσις Καφεπωλών. 
Αντ)ποι-Παραγγελιοδόχοι: Αθανασιάδης Νικ., Γαγάνης Β. Γ., Δεττοράκης Κ. Ιω., Μιχελιδάκης Δημ., Πλειαδάκης Ευάγ., Πετυχάκης Θ. Ιω., Τζιφάκης-Ζαχαρίου, Χαμαράκης Ευάγ. Αποικιακών έμποροι: Αγγελάκης Κων., Γαγάνης Παντελής, Γρηγοριάδη Α)φοί, Θεοδωρουλάκη Α)φοί, Λιοδάκης Γεώρ., Λάριος Αδ., Μακρυλάκης Δημ., Κουτσουράκης Μ., Μυλωνάκης Παντελής, Μοάτσου Θ. Υίοί, Νικολακάκης Π., Δομαζάκης Εμμ. Αρτοποιίας εργοστάσια: Σφηνιά Νικολάου. Ασφαλιστικά Γραφεία: Γαγάνη Παντελή, Εθνική Α.Ε.Ε. Γεν. Ασφαλειών, Ζαχαριουδάκη Κων., Πετυχάκη Ιω., Σκορδίλη Μαρίνου, Φραγγιά Ευαγ., Χαμαράκη Ευαγ. Ατμοπλοϊκά Πρακτορεία: Γαγάνη Παντελή, Γοβατζιδάκη Εμμ., Ζαχαρίου-Τζιφάκη, Στραπατσάκη Γεωρ., Φραγγιά Ευαγ., Χαμαράκη Ευαγ. 
Αυτοκ.-Σταθμοί-Συνεργεία: Συγγελάκη Ερρίκου.  Βιβλιοχαρτοπωλεία:
Γεωρβασάκη Γεωρ., Δριδάκη Ανδρ., Ρεράκη Γεωρ., Σιράγα Ιωάν., Χατζηδάκη Αριστ. Βυρσοδεψεία: Γιακουμάκη Γεωργ., Δερμιτζάκη Δημ., Δερμιτζάκη Εμμ., Ξηρουχάκη Χαρ. Γενικόν έμποριον: Γαγάνης Παντελής, Γρηγοριάδη Αφών, Ζαχαριουδάκης Κων., Ζαχαρίου καί Τζιφάκης, Λιαναντωνάκης Σταύρ., Μοάτσου Θ. Υιοί, Ορφανουδάκης Ν. & Υιός, Πολάκης Στυλ., Χαμαράκης Ευάγ. 
Γραμμόφωνα - Δίσκοι: Αθανασιάδης Νικ., Γαγάνης Έλευθ., Ζακάκης Τίτος, Παναρετάκης Ιωσήφ. Γραφομηχαναί: Αθανασιάδης Νικ. Δερματοπωλεϊα: Γαλιάκης Β., Δρανδάκη Παντελή, Μαραγκουδάκη Έμμ., Παναγιωτάκη Σπυρ., Πρινιωτάκη Γεωρ., Τσαγκαράκη Εμμ., Χουρδάκη Εμμ. Δέρματα ακατέργαστα: Σταυρακάκης Εμμ., Βλαστός Ι. καί Σία. Εγχώρια προϊόντα: Γαγάνης Παντελής, Δασκαλάκης Γ. καί Σία, Ζαχαρίου καί Τζιφάκης, Ζαχαριουδάκης Κ., Μοάτσου Θ. Υίοί, Μαρκαντωνάκης Ν., Πολάκης Στυλ., Πολάκης Ι., Πετρουλάκης Ζωΐδης, Φραγκιάς Ευάγ., Χαμαράκης Ευάγ. Εισαγωγείς καί εξαγωγείς: Γαγάνης Παντελής, Ζαχαρίου καί Τζιφάκης, Ζαχαριουδάκης Κων., Κουτσουράκης Μάρκος, Μυλωνάκης Παντελής, Μοάτσου Θ. Υίοί, Ορφανουδάκης Ν. & Υίός, Πολάκης Στυλιανός, Φραγκιάς Ευάγ., Χαμαράκης Ευάγ. 
Ελαίου εξαγωγείς: Γαγάνης Παντελής, Ζαχαρίου καί Τζιφάκης, Ζαχαριουδάκης Κ., Μοάτσος Θ. καί Υιός, Μαρκαντωνάκης Ν., Πολάκης Στυλ., Φραγκιάς Ευάγ., Χαμαράκης Εύάγ. Ελαιουργίας εργοστάσια: Ελαιουργία Ελλάδος Α.Ε., Πυρηνελαιουργία «Αγία Φωτεινή». Εμποροι έλαίου καί εγχωρίων προϊόντων: Ανδρουλιδάκης Πέτρος, Δασκαλάκης Ιωσ. καί Σία, Κουτλάκης Γ., Μαρκαντωνάκης Νικ., Ορφανουδάκης Ν. καί Υιοί, Παπαδομιχελάκης Εμμ., Παπαβασιλείου Ν., Πολάκης Στυλ., Πολάκης I., Σηφογιαννάκης Α., Συνατσάκης Ευάγ., Σταγάκης Π., Φραγκεδάκης Γ., Τζωρτζάκης Ευάγ. 
Ηλεκτρικά είδη: Ζακάκη Τίτου, Ηλεκτρική Εταιρία, Μισιρλίδου Αλκαίου, Μουζουράκη Μιχαήλ. Κηροπλαστεία: Βλαστού I. καί Σία. Κιγκαλερίας είδη: Φωτόπουλος Δημ., Γιαννούλης Ιω., Ζαχαρίου καί Τζιφάκης, Παπαδουράκης Αναστ., Χαλκιαδάκης Ανδρ., Ζερβουδάκης Γεώργ. Λατομεία: Γαβαλά Ανδ. Κληρονόμοι, Γιαννούλης I., Τσουπάκης Παν. Λευκοσιδηρουργεϊα: Πρινιωτάκης Γ., Καραμήλας I., Καραμήλας Ν. Μηχανών εισαγωγείς: Αθανασιάδης Νικ., Φουντουλάκης & Σουλάκος. Μωσαϊκαί πλάκες:  Σοφίου Θεόδ., Βογιατζάκης Νικ. Ξυλείας αποθήκαι: Ζαχαρίου καί Τζιφάκης, Σπυριδάκης καί Βλαστός, Σκαρφιλάκης Γ. Ξυλουργεία: Λαγουδάκης Σταύρος, Δουλγεράκης Ιω., Θεοδωράκης Ανδρ., Μοσχονάς I., Περάκης Χαρ., Πολιουδάκης Γεώργ. Οικοδομήσιμοι ύλαι: Δερμιτζάκης καί Σια ΑΤΕ, Μακριλάκης Δημ., Σπυριδάκης καί Βλαστός, Σκαρφιλάκης Γ. Οινοποιεία: Δαμιανάκης Εμμ., χήρα Γ. Παυλιδάκη. Οξυγονοκολλήσεις: Πρινιωτάκης Γεώρ., Φραγγελάκης Οδυσ. Ορυχαλκουργεία:  Βαλαράκης Στυλιανός, Δασκαλάκης Ζαχ. Πλινθοποιεία: Τσουρλάκης Ευάγγ., Φαρδέλης Χρ. Ποτοποιεία:  Παυλιδάκη Γεωρ. χήρα. 
Ραπτομηχαναί: «Σίγγερ» Μπόρν καί Σια, «Γκρίτζινερ», «Βέστα». Σαπωνοποιεία:
«Αγία Φωτεινή», Ελαιουργίαι της Ελλάδος ΑΕ, Παντζάρης Μιχαήλ, Σκορδίλης Μαρίνος, Πίσσας Δ., Σταγάκης I., Σταθάκης Κωνσταντίνος. Σιδηρικά: Μπριλάκης Γ., Παπαδουράκης Αναστ., Σπυριδάκης καί Βλαστός. Σχοινοπλεκτήρια-Τάπητες: Θεοδοσίου Γεώρ., Μουταφιάν Ζαρέ, Μπαμπεριάν Μουράτ, Μπεδιάν Γαβριήλ, Πολωγεωργάκης Γεώρ. Τράπεζαι υποκ)ματα: Αγροτική, Αθηνών, Εμπορική, Εθνική, Κρήτης. Τυροκομεία: Λαμπρινός Εμμ., Νικολαΐδης Κων., Στεφανάκης Βασ., Σταυρακάκης Εμμ. Υαλοπωλεία: Πετρακάκης Πέτρος, Γιαννούλης Ιω., Χαλκιαδάκης Ανδρ., Ζαχαρίου καί Τζιφάκης, ΙΙαπαδουράκης Αναστ., Χομπίτης Σπ. Υφαντουργεία: Δεδογιάν Αγκόπ. Υφασμάτων καταστήματα: Βουρλάκης Κωνστ., Γιαννακουδάκης Γεώρ., Δερμιτζάκης Ιω., Δηλέντας Αντών., Κιαγιαδάκης Ιω., Καπετανάκης Αγησίλ., Λαγκουβάρδος Μάρκος, Μαντζοράκης Ιωάν., Μαμαλάκης Γεώρ., Μπυρλιράκης Εμμ., Παραλίκης Αργ., Δεδεγιάν Αγκόπ, Παυλόπουλος Βασίλ., Πετυχάκης Θεόδ., Πορτάλιος Σταύρος Σπανδάγος Νικόλ. Σταυρουλάκης Νικόλ. Φραγκάκης Ιω., Φραγκάκης Ευάγ., Χομπίτης Ιωσήφ, Παπαζαχαρίου Ιω., Χατζηϊωακείμ Νικόλ., Χριστοδούλου Αντών. 
Φαρμακεία: Νησιανάκης Ευάγ. χημι­κός, Κούνουπας Ιωάν., Βολακάκης Νικ., Σαουνάτσος Γ., Σταυρίδης Μιχ. Χαρουπάλευρα: Γαγάνης Παντελής, Φραγκιάς Ε. Χαλβαδοποιεία: Σολωμονίδου Ιω., Γαγάνης Παντελής. Χαλκουργεία: Δασκαλάκης Ζαχαρ., Διαμαντάκης Ε., Σαριδάκης Αντών., Τριχάκη Α)φοί, Καυκαλάς Σ. Χρυσοχ.-Ωρολογοποιεία: Βρυσανάκης Μιχ., Κουγίτης Ιω., Λουκάκης Νικ., Μουρτζανός Μιχ., Ματθαιουδάκης Λεων., Ορφανουδάκης Νικόλ., Περπιράκης Γεώρ., Τζανιδάκης Στυλ. Χρωματοπωλεία: Βλαστός I. καί Σια, Μακριλάκης Δημ., Χαλκιαδάκης Α. Ψιλικά - Είδη πολυτελείας: Βαλιάνος Νικόλ., Ταρκοριάν Μιρκόρ, Γοβατζιδάκης Εμμ., Επιτρόπου Γρηγόριος, Ζαχαριάδης Παναγ., Ζακάκης Τίτος, Καραβιτάκης Ιω., Μαραγκουδάκης Εμμ., Σταυρουλάκης Σταύρος, Γεννάδιος Ανδρ., Πολυδωράκης Ευγένιος, Τζεκάκης Νικ.

(Δημοσιεύθηκε στην εφημ. Ρέθεμνος, φ. 610/21-4-2012)


Ο ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΕΜΜ. ΚΑΛΑΪΤΖΑΚΗΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΑΣΥΓΧΩΡΗΤΗ ΠΑΡΑΛΕΙΨΗ

Ο ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΕΜΜ. ΚΑΛΑΪΤΖΑΚΗΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΑΣΥΓΧΩΡΗΤΗ ΠΑΡΑΛΕΙΨΗ

Του Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου

Αν μου ζητούσε κάποιος να του υποδείξω τους πέντε σημαντικότερους Ρεθεμνιώτες, είναι σίγουρο ότι θα συμπεριελάμβανα σ’ αυτούς τον Στυλιανό Εμμ. Καλαϊτζάκη, για τους λόγους που αναφέρονται παρακάτω. 
Ο Στυλ. Εμμ. Καλαϊτζάκης
Πρόσφατα διαπίστωσα με οδυνηρή έκπληξη ότι αυτός ο μεγάλος Ρεθεμνιώτης, ο πατριάρχης της Ρεθεμνιώτικης τυπογραφίας και εφημεριδογραφίας, 182 χρόνια από τη γέννησή του και 95 από τον θάνατό του, δεν κρίθηκε άξιος ώστε να δοθεί το όνομά του σ’ έναν δρόμο του Ρεθύμνου, τη στιγμή που έχει γίνει αυτή η τιμή σε πολλούς ελάσσονες αυτού!!! 
Δυστυχώς οι πληροφορίες για την προσωπικότητα και τη ζωή του Στυλ. Ε. Καλαϊτζάκη, είναι λιγοστές, γεγονός που κατά κύριο λόγο οφείλεται στον σεμνό, ενάρετο και ανιδιοτελή χαρακτήρα του, ο οποίος δεν του επέτρεπε ούτε ίχνος αυτοπροβολής, παρ’ ότι διέθετε και τις ευκαιρίες αλλά και τα μέσα προς τούτο. Έτσι τα κείμενα που έχουν γραφεί γι’ αυτόν είναι ελάχιστα σε σχέση με την τεράστια προσφορά του στην υπόθεση του Ρεθεμνιώτικου Τύπου, αλλά και στην υπόθεση της ελευθερίας αυτού του τόπου.
Η πρώτη εφημερίδα του
              Καλαϊτζάκη, αλλά και η
              πρώτη του Ρεθύμνου
Ο Χριστόφορος Σταυρουλάκης μεταξύ άλλων σημειώνει γι’ αυτόν τον υπέροχο πατριώτη, αλλά και τον θείο του Εμμ. Βυβιλά-κη: …Έκαστος εύκολα δύναται ν’ αναλογισθή και να εκτιμήση την συγκινητική και μεγάλη συμβολή εις τους Κρητικούς αγώνας, που αυθόρμητα έσπευσε να οργανώση εξ ιδίων ο πατριωτισμός ενός Βυβιλάκη και να φέρη εις πέρας μαζί με λίγους ακόμη ιδεολόγους ο αγωνιστής Καλαϊτζάκης, δουλεύοντας την ημέρα κάτω από τη βροντή του τουφεκιού και τις σκοτεινές νύχτες κάτω από τη θαμπή φλόγα του λαδιού και τη φλόγα της υπέροχης ψυχής των. …Σιωπηλοί και αθόρυβοι σφυρηλάτες της ελευθερίας μας, μαχητές κι’ αυτοί ευγενείς και ωραίοι, ακούραστοι και φλογεροί, πολλές φορές και του τουφεκιού και της γραφίδος, δεν εδειλιούσαν και κατά τας επαναστάσεις ακόμη παίρνοντας μαζί ένα άθλιο «πιεστήριο» και μια «κάσσα στοιχείων», ν’ ανέβουν σε βουνά και σε σπηλιές και από εκεί ν’ ανοίξουν το τουφέκι της ψυχής συντάσσοντες τις φλογερές προκηρύξεις και συνδέοντες ψυχικά τον αγώνα πάνω στη Γη την πολυπαθημένη. (Χριστόφορου Σταυρουλάκη, "Ευγενείς παλαιοί αγώνες", εφημ. Κρητική Επιθεώρησις φ.1933/14-2-1937)

Η εφημερίδα Αρκάδιον,
η οποία με τη θαρραλέα
 στάση της οδήγησε την
τουρκική διοίκηση να την
 κλείσει τέσσερις φορές
Ο Στυλιανός Εμμ. Καλαϊτζάκης γεννήθηκε το 1840 στο χωριό Κάστελλος του Ρεθύμνου. Ήταν γιος του Εμμανουήλ Καλαϊτζάκη, ο οποίος εκτός από τον Εμμανουήλ είχε και δύο κόρες. Τη Χρυσή και τη Δέσποινα. Η Χρυσή παντρεύτηκε τον ήρωα του Αρκαδιού Εμμ. Παχλά και η Δέσποινα τον Ρώσο φιλέλληνα Ιωάννη Πετρώφ. Για τα παιδικά και τα πρώτα νεανικά χρόνια του Στυλιανού Καλαϊτζάκη, καθώς και για τις εγκύκλιες σπουδές του, δεν υπάρχουν πληροφορίες. Σε νεαρή ηλικία –γύρω στο 1860– εγκαταστάθηκε στην Αθήνα κοντά στον Εμμανουήλ Βυβιλάκη, αδελφό της μητέρας του, ο οποίος εξέδιδε την εφημερίδα Ραδάμανθυς. Εκεί έμαθε την τυπογραφική τέχνη και έκανε τα πρώτα του δημοσιογραφικά γυμνάσματα. 
Ένα από τα διατάγματα παύσης
της εφημερίδας Αρκάδιον
Με την έκρηξη της μεγάλης Κρητικής Επανάστασης του 1866-1869, επιστρέφει στην Κρήτη με φορητό τυπογραφείο, το οποίο θέτει στην υπηρεσία του Αγώνα, κατά το παράδειγμα του θείου του Εμμ. Βυβιλάκη, ο οποίος έπραξε το ίδιο στην κρητική επανάσταση του 1841. Ίσως μάλιστα να πρόκειται για το ίδιο πιεστήριο. Αρχικά εγκατέστησε το πιεστήριο στα Σφακιά και στη συνέχεια δίπλα στην Επαναστατική Επιτροπή του Αγώνα, ακολουθώντας την στις μετακινήσεις της στις Σφακιανές μαδάρες από σπηλιά σε σπηλιά, τυπώνοντας προκηρύξεις, υπομνήματα, αναφορές, διαταγές και άλλα κείμενα του Αγώνα, αλλά κυρίως το επαναστατικό φύλλο με τον τίτλο Κρήτη και υπότιτλο Ελευθερία ή Θάνατος, το οποίο κυκλοφορεί κατά τη διάρκεια της επανάστασης και φέρει στον κολοφώνα του την ένδειξη: «Οι τυπογράφοι Ηλίας Γ. Μανιός και Στυλιανός Εμμ. Καλαϊντζάκης».

Προσθήκη λεζάντας
Μετά το τέλος της επανάστασης, η οποία δεν είχε το ποθητό αποτέλεσμα, ο Καλαϊτζάκης φορτώνει τα σύνεργά του σε μουλάρια και τα μεταφέρει στο Λουτρό Σφακίων όπου τα κρύβει μέσα σ’ ένα παλιό ελαιοτριβείο και αναχωρεί για την Αθήνα. Σε λίγο επιστρέφει και πάλι στην Κρήτη με καινούρια δύναμη και καινούριο τυπογραφικό υλικό αγορασμένο από τον Βυβιλάκη και με την εντολή να τυπώσει διδακτικά βιβλία για τα σκλαβωμένα Κρητικόπουλα. Αυτή τη φορά εγκαθίσταται στη σπηλιά του Τιμίου Σταυρού πάνω από την Ασή Γωνιά και με τα έντυπά του προπαρασκευάζει μεθοδικά τις ψυχές των Κρητικών για νέους σηκωμούς. Μετά τη Σύμβαση της Χαλέπας (1878) επιστρέφει στην Αθήνα όπου παραμένει εργαζόμενος στον Ραδάμανθυ μέχρι το θάνατο του θείου του το 1880.
Την ίδια χρονιά επιστρέφει στο Ρέθυμνο και ένα χρόνο αργότερα εκδίδει την πρώτη του εφημερίδα με τον τίτλο τον Νέος Ραδάμανθυς (1881-1884). Θα ακολουθήσουν το Αρκάδιον (1884-1888), η Παρρησία (1885-1889), δυο εφημερίδες που κράτησαν θαρραλέα και πατριωτική στάση απέναντι στην τουρκική διοίκηση, γι’ αυτό άλλωστε και τις έκλεισε συνολικά επτά φορές. Είναι εντυπωσιακό και αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι κάθε φορά που παυόταν η μια εφημερίδα ο Καλαϊτζάκης εξέδιδε αμέσως την άλλη σε ένα παιχνίδι εμπαιγμού της τουρκικής εξουσίας.

Αμέσως μετά τη μεταπολίτευση του 1898, η πρώτη εφημερίδα που εκδόθηκε στην Κρήτη ήταν το Ρέθυμνον του Στυλιανού Καλαϊτζάκη, το οποίο με τη συμπλήρωση τριών φύλλων διέκοψε την έκδοσή, επειδή ο Καλαϊτζάκης δεν μπορούσε να ανεχθεί τη λογοκρισία των Ρωσικών Αρχών, που ασκούσαν τότε τη διοίκηση του Τμήματος (νομού) Ρεθύμνης.
Το 1907 εκδίδει την Ελευθερία, η οποία είναι η πρώτη βενιζελική εφημερίδα του Ρεθύμνου. Άλλωστε το δηλώνει απερίφραστα στο εκτενές εκδοτικό σημείωμα του πρώτου φύλλου: Εγκαινιάζοντες το δημοσιογραφικόν ημών στάδιον απαραίτητον να εκθέσωμεν το πολιτικόν πρόγραμμα ου τας αρχάς θέλωμεν από των στηλών τούτων ερμηνεύει και υποστηρίζει. Το πρόγραμμα της πολιτικής ημών πορείας είναι αυτό τούτο όπερ τη 25η παρελθόντος μηνός Μαρτίου δημοσία ανέπτυξεν ενταύθα διά μακρών ο Ηγέτης της Κρητικής Αντιπολιτεύσεως κ. Βενιζέλος…
Το κύκνειο εκδοτικό άσμα του Στυλ. Καλαϊτζάκη ήταν η εφημερίδα Δράσις, που εξέδωσε τον Απρίλη του 1910 μαζί με το άλλο μεγάλο αστέρι της Ρεθεμνιώτικης δημοσιογραφίας, τον Λυκούργο Καφφάτο. Η συνύπαρξη κράτησε μέχρι τον Μάη του 1911, οπότε ο Καλαϊτζάκης αποσύρεται από την εφημερίδα πιθανόν επειδή δεν συμφωνούσε με τον αντιβενιζελικό προσανατολισμό του Καφφάτου.

Πέρα από τις δικές του εφημερίδες, στο τυπογραφείο του τυπώθηκαν και άλλα έντυπα όπως η Αναγέννησις (1898-1908) του Θεμ. Παπαδάκη, η Κρητική Εφημερίς (1901-1904) του Στυλ. Κωστογιάννη και η Ένωσις (1908-1909) την οποία εξέδωσε ο γιος του Βασίλης. Αλλά και τα βιβλία (περίπου 40), φυλλάδια, μονόφυλλα κλπ. έντυπα που κυκλοφορούν στο Ρέθυμνο κατά την 30ετία 1880-1910 τυπώνονται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα στο τυπογραφείο του. Συνεπώς προσφυέστατα αποκλήθηκε Γουτεμβέργιος του Ρεθύμνου. Παράλληλα με την τυπογραφική και εκδοτική δραστηριότητα, διατηρούσε και βιβλιοχαρτοπωλείο στο Ρέθυμνο. Η γυναίκα του ονομαζόταν Αικατερίνη, με την οποία απόκτησε τέσσερα παιδιά. Τη Μαρία, την Καλλιόπη, τον Βασίλη και τον Γιάννη. Το 1911 αποσύρεται από την ενεργό δράση και πεθαίνει ξαφνικά στις 21 Μαϊου του 1917.

(Δημοσιεύθηκε στην εφημ. Ρέθεμνος φ. 666/25-5-2012)


ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ ΣΤΟΝ ΝΑΟ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΡΕΘΥΜΝΟΥ

ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ ΣΤΟΝ ΝΑΟ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ[1]

Σε παλαιότερο σημείωμά μου στο ανά χείρας περιοδικό[2] είχα αναφερθεί στη χρήση του αύλειου χώρου του Μητροπολιτικού Ναού του Ρεθύμνου ως χώρου συνάθροισης και διαμαρτυρίας των Ρεθεμνιωτών. Στο παρόν σημείωμα γίνεται αναφορά σε παρεμφερή χρήση του ίδιου ναού, αλλά στους μαύρους χρόνους της δουλείας.
Με τη Σύμβαση της Χαλέπας (1878) παραχωρήθηκαν ορισμένα προνόμια στους χριστιανούς κατοίκους της Κρήτης, γεγονός που τους επέτρεψε κατά τη δεκαετία 1879-1889 να δράσουν πολιτικά και κοινωνικά με μεγαλύτερη άνεση σε σχέση με το προηγούμενο καθεστώς της πλήρους υποτέλειας και ανελευθερίας. Εκδόθηκαν εφημερίδες, ιδρύθηκαν φιλεκπαιδευτικοί σύλλογοι, λειτούργησε βουλή (Γενική Συνέλευση) και κατά συνέπεια ατύπως πολιτικά κόμματα. Αυτή η πρωτόγνωρη αλλά επίπλαστη ελευθερία δημιούργησε στον κρητικό λαό ένα κλίμα ευφορίας και ψευδαίσθηση ελευθερίας, που έφερε στην επιφάνεια το προαιώνιο ελάττωμα της φυλής, την πολιτική διχόνοια και διαίρεση. Δημιουργήθηκαν δυο πολιτικές παρατάξεις, οι Καραβανάδες και οι Ξυπόλυτοι. Οι πρώτοι εξέφραζαν τη συντηρητική παράταξη και οι δεύτεροι τη φιλελεύθερη. Τα πολιτικά πάθη κατά την περίοδο αυτή έφτασαν σε απίστευτο σημείο οξύτητας. Μια αναδίφηση των εφημερίδων της εποχής είναι αρκετή για να αντιληφθεί ο αναγνώστης του λόγου το αληθές. Άλλωστε αυτή η διαμάχη αποτέλεσε τη δικαιολογία και την πρόφαση για την τουρκική διοίκηση να ανακαλέσει τα προνόμια και να επιβάλει τον στρατιωτικό νόμο το 1889, χρονιά κατά την οποία τα πολιτικά πάθη μεταξύ των Χριστιανών είχαν φτάσει στο αποκορύφωμά τους.  
Η επόμενη δεκαετία (1889-1898) είναι από τις κρισιμότερες και πιο ανώμαλες περιόδους της κρητικής ιστορίας. Οι φυλετικοί φόνοι τότε πολλαπλασιάστηκαν, καθώς ομάδες Τουρκοκρητικών εξορμούσαν από τις πόλεις, όπου είχαν καταφύγει για ασφάλεια, προέβαιναν σε κλοπές, αρπαγές και πυρπολήσεις των χριστιανικών περιουσιών και φόνευαν αδιακρίτως όποιον χριστιανό βρισκόταν στον δρόμο τους.
Έτσι τα ξημερώματα της 5ης Ιουλίου 1891 στην περιοχή που σήμερα είναι γνωστή ως "Σχολή Χωροφυλακής" και στο σημείο τότε υπήρχε ο Μύλος του Σινάνη, βρέθηκαν σφαγμένοι και ακρωτηριασμένοι δυο Χριστιανοί "τρυγιδάδες" από την επαρχία Πεδιάδος[3].
Η πόλη αναστατώθηκε. Το χριστιανικό στοιχείο διαμαρτυρήθηκε στη Διοίκηση και ζήτησε την άδεια να τους ενταφιάσει "εν πομπή", η οποία όμως δεν δόθηκε. Μάλιστα απαγορεύτηκε οποιαδήποτε συνάθροιση των Χριστιανών. Οι φόνοι αυτοί, και μάλιστα στα πρόθυρα της πόλης, ξύπνησαν από τον κομματικό τους λήθαργο τις ηγετικές ομάδες των Καραβανάδων και των Ξυπόλυτων, που εξακολουθούσαν την κομματική αντιπαράθεση καταλογίζοντας οι μεν στους δε την ευθύνη για τα γεγονότα του 1889, και τους έκαναν να συνειδητοποιήσουν ότι οι Χριστιανοί δεν ήταν πλέον ασφαλείς μέσα στην πόλη. Επίσης συνειδητοποίησαν ότι η διχόνοια και η διαίρεση δεν βοηθούν στην αντιμετώπιση του κοινού κινδύνου και ότι από κοινού θα έπρεπε να σκεφτούν τρόπους αντιμετώπισής του.
            Έτσι ειδοποιήθηκαν οι κεφαλές του τόπου, τόσο οι αναμειχθέντες στην πολιτική κονίστρα όσο και οι διακριθέντες στις επαναστάσεις κατά των Τούρκων, και συγκεντρώθηκαν μαζί με πλήθος κόσμου κάτω από τη σκέπη του ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου της πόλης του Ρεθύμνου, προκειμένου να αποφασίσουν περί του πρακτέου. Μίλησαν πολλοί για την ανάγκη ταφής των πολιτικών παθών και της επανόδου στην ομόνοια των παλαιοτέρων καιρών στην οποία διακρινόταν πάντα το Ρέθυμνο. Ένα κλίμα μετάνοιας φάνηκε να επικρατεί ανάμεσα στα μέλη της σύναξης για το λυσσαλέο παρελθόν του οποίου αποτέλεσμα ήταν το θλιβερό παρόν.
Κατά την ιστορική αυτή σύναξη στον Μητροπολιτικό Ναό του Ρεθύμνου εκλέχθηκε 16μελής επιτροπή, η οποία εξουσιοδοτήθηκε να συντάσσει και υπογράφει, ως αντιπρόσωπος του λαού, κάθε έγγραφο που θα κρινόταν αναγκαίο να σταλεί προς τη Διοίκηση, τους αντιπροσώπους των ξένων δυνάμεων και τους Χριστιανούς των άλλων επαρχιών της Κρήτης. Τα μέλη της επιτροπής προερχόταν και από τις δύο παρατάξεις και ήταν οι: Επαμ. Καλομενόπουλος, Δημ. Κ. Ζαννιδάκης, Χαρίλαος Ασκούτσης, Αντώνιος Βλατάκης, Νικ. Ι. Σιγανός, Αριστείδης Παπαδάκης, Νικ. Κιρμιζάκης, Χαρ. Πενθερουδάκης, Θεμιστ. Γ. Παπαδάκης, Γεώργ. Ν. Καφάτος, Εμμ. Γ. Γενεράλις, Αντώνιος Σκουλούδης, Τίτος Λίτινας, Ιωάννης Ν. Βούλγαρης, Στυλιανός Δάνδολος και Ιωάννης Τσουδερός.
Το πρώτο έγγραφο-τηλεγράφημα που συνέταξε η επιτροπή απευθύνεται στον Γενικό Διοικητή Κρήτης και είναι το ακόλουθο:
Γενικόν Διοικητήν Κρήτης[4]
Χανιά
Οἰκτρά κατάστασις Τμήματος[5], συνεχεῖς δολοφονίαι ὑπό ὀργάνων ἐξουσίας ἐνεργούμεναι, αἱ ὑπό τά τείχη τῆς πόλεως χθεσιναί καί σημεριναί δολοφονίαι εὐλόγως ἀποδιδόμεναι εἰς διωργανωμένην σπεῖραν ἐντοπίων ὀθωμανῶν σκευωρούντων νέας ἀνωμαλίας πρός διαρπαγήν χριστιανικῶν περιουσιῶν, ἡ ἀδράνεια ἐπιτοπίου διοικήσεως χλευαζούσης μόνον πᾶν νόμιμον παράπονον χριστιανών, ἡ διακοπή συγκοινωνίας τῶν ἐπαρχιῶν πρός την πόλιν, ἡ φυλετική μεροληψία των ἀρχών, ἡ νέκρωσις πάσης ἐργασίας και ἡ ἔλλειψις πάσης πλέον ἀσφαλείας ζωῆς, τιμῆς και περιουσίας ἡμῶν, πάντα ταῦτα περιήγαγον τόν χριστιανικόν λαόν εἰς ἀπόγνωσιν και προυκάλεσαν σημερινήν συνάθροισιν, ἥτις ἀνέθηκεν ἡμῖν νά γνωστοποιήσωμεν τῇ ὑμετέρᾳ ἐξοχότητι ταῦτα, παρ’ ἧς ὁ χριστιανικός λαός ἀπεκδέχεται ἄμεσον θεραπείαν τῆς ἀφορήτου ταύτης καταστάσεως ἀπειλούσης ὁσονούπω τάς μᾶλλον δυσαρέστους διαστάσεις.
Οἱ ἀντιπρόσωποι τοῦ λαοῦ
Ακολουθούν οι 16 ὑπογραφές των μελών της επιτροπής που αναφέρθηκαν πιο πάνω.
            Παρόμοιο τηλεγράφημα στη γαλλική γλώσσα έστειλαν προς τον Σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ στην Κωνσταντινούπολη. Ταυτόχρονα έστειλαν αναφορά προς τους χριστιανούς των άλλων Τμημάτων της Κρήτης με την οποία  εξέθεταν την κατάσταση που επικρατούσε στην περιοχή του Ρεθύμνου και ζητούσαν κοινή σύσκεψη για τη λήψη μέτρων βελτίωσης της κατάστασης ή επιδιώξεως οριστικής αποκαταστάσεως[6].
Το έγγραφο αυτό δεν δημοσιεύεται εδώ λόγω της έκτασής του, όμως είναι γνωστό ότι η κατάσταση των χριστιανών είχε μια συνεχή και προοδευτική επιδείνωση, η οποία οδήγησε στην επανάσταση του 1896-1897, που αποκλήθηκε και τυχερή επανάσταση, επειδή οδήγησε στην αυτονομία της Κρήτης το 1898 και στην ένωσή της με την Ελλάδα το 1913.

Γιάννης Ζ. Παπιομύτογλου







[1] Οι πληροφορίες για το παρόν δημοσίευμα προέρχονται από το αρχείο του Ρωσικού Υποπροξενείου Ρεθύμνης και από την ανέκδοτη αυτοβιογραφία του Εμμανουήλ Γενεράλι.
[2] Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου, Ο περίβολος του ναού των Εισοδίων ως χώρος συλλαλητηρίων, Ενοριακή Παρουσία, τχ. 23 (2003), σ.σ. 9-11.
[3] Για τους νεότερους να σημειώσουμε ότι οι  τρυγιδάδες περιφέρονταν σε όλη την Κρήτη και συνέλεγαν τα κατακάθια του λαδιού (τρυγιές), είτε αγοράζοντάς τα, είτε ανταλλάσσοντάς τα με σαπούνι. Θυμάμαι ότι μέχρι και τη δεκαετία του 1960 υπήρχαν ακόμη τρυγιδάδες. Στο σχετικό έγγραφο αναφέρονται ως συλλέκται ιζημάτων ελαίου.
[4] Γενικός Διοικητής ήταν τότε ο Δζεβάτ πασάς.
[5] Τμήμα τότε ονομαζόταν ο νομός.
[6] Προφανώς με επανάσταση.

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2017

ΜΙΑ… ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΗ ΔΟΞΟΛΟΓΙΑ

ΜΙΑ… ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΗ ΔΟΞΟΛΟΓΙΑ

Αγαπητοί αναγνώστες, πριν προχωρήσετε στην ανάγνωση του κειμένου που ακολουθεί, προσπαθήσετε να αναγνωρίσετε τον δρόμο του Ρεθύμνου που εικονίζεται στη φωτογραφία.
Μετά τη Συνθήκη των Σεβρών (28 Ιουλίου 1920) με την οποία σχεδόν ολοκληρωνόταν το όραμα της Μεγάλης Ελλάδας, ο Βενιζέλος προκήρυξε εκλογές για την 1η Νοεμβρίου 1920 θεωρώντας σίγουρη τη νίκη, αφού μόλις είχε επιτύχει να κάνει πραγματικότητα τα όνειρα γενεών Ελλήνων. Παρ’ ελπίδα και παρά πάσα πρόβλεψη ο Βενιζέλος έχασε τις εκλογές με τα γνωστά για τον Ελληνισμό καταστροφικά αποτελέσματα.
Με την επικράτηση των Λαϊκών (Βασιλικών), στην Κρήτη που ήταν Βενιζελική από τη μια άκρη μέχρι την άλλη, η Κυβέρνηση έστειλε στρατιωτικά αγήματα από την άλλη Ελλάδα, προκειμένου να "τηρήσουν την τάξη". Στο Ρέθυμνο στάλθηκε ένα άγημα πεζοναυτών.
Στις 21 Μαΐου 1921 ο βασιλιάς Κωνσταντίνος γιορτάζει την ονομαστική του εορτή και παντού ετοιμάζονται δοξολογίες και εορτασμοί. Στο Ρέθυμνο τις παραμονές του εορτασμού υπάρχει εκνευρισμός και έχουν δημιουργηθεί επεισόδια με αφορμή την επιμονή των 300 πεζοναυτών που έφτασαν στο Ρέθυμνο με επιταγμένο ατμόπλοιο στις 5 Μαΐου, να κατεβάσουν τις εικόνες του Βενιζέλου, που είναι αναρτημένες σε καφενεία, ξενοδοχεία και άλλα καταστήματα.
Την ημέρα του εορτασμού οι Ρεθεμνιώτες απέχουν επιδεικτικά είτε κλείνοντας σπίτια και καταστήματα είτε αναχωρούν από την πόλη πηγαίνοντας στα χωριά τους.
Έτσι η δοξολογία τελείται μόνο με την παρουσία των αρχών και την παντελή απουσία του λαού. Η φωτογραφία είναι από τη δοξολογία αυτή. Μπροστά στη Μητρόπολη είναι παρατεταγμένο άγημα πεζοναυτών και ελάχιστος κόσμος παρακολουθεί. Στο αριστερό της φωτογραφίας, εικονίζεται η πρόσοψη του ναού των Εισοδίων με την παλιά του μορφή και μέρος των κτισμάτων που χρησιμοποιούνταν ως σχολεία. Στο δεξιό το μικρό κιόσκι είναι το μόνο στοιχείο της φωτογραφίας που σώζεται μέχρι σήμερα. Το σπίτι απέναντι, όπου εικονίζονται δυο παιδάκια στο παράθυρο, δεν υπάρχει πια αφού ισοπεδώθηκε από γερμανική βόμβα κατά τη Μάχη της Κρήτης το 1941 και έκτοτε δεν ανοικοδομήθηκε.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας ομάδες μεθυσμένων πεζοναυτών τριγυρνούσαν στους δρόμους της πόλης βρίζοντας τον Βενιζέλο και φωνάζοντας διάφορα συνθήματα όπως: «Κάτω η Κρήτη» και «Κάτω η βράκα». Η τραγική κατάληξη της ημέρας ήταν ο θάνατος ενός μικρού παιδιού από αδέσποτη σφαίρα των πεζοναυτών, που πυροβολούσαν διαρκώς όλη την ημέρα λόγω του εορτασμού.
Στην πίσω πλευρά της φωτογραφίας υπάρχει η ακόλουθη ένδειξη:
«Κατά την 21 Μαΐου 1921
προ των προπυλαίων του Μητροπολιτικού
Ναού Ρεθύμνης – Κρήτης.
Ι. Μαρκιανός έφ[εδρος] Ανθυπίατρος.
Εν τω Εμπέδω Ρεθύμνης».
Το επισκεπτήριο του Ι. Μαρκιανού
Ο Ρεθεμνιώτης γιατρός Ιωάννης Μαρκιανός εξελίχθηκε σε Καθηγητή Δερματολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και ήταν ο πρώτος που εφάρμοσε στην Ελλάδα από την 1η Αυγούστου του 1947, ως διευθυντής του "Αντιλεπρικού Σταθμού Αθηνών", τη θεραπεία της λέπρας με το φάρμακο "σουλφόνη". Λίγα χρόνια αργότερα δόθηκαν και τα πρώτα εξιτήρια σε ασθενείς, αφού τα αποτελέσματα ήσαν θεαματικά. Για τον Ιωάννη Μαρκιανό έχει γράψει ο αείμνηστος Μιχ. Μ. Παπαδάκις στην εφημερίδα Κρητική Επιθεώρησις, στο φύλλο της 31-1-1980.
Ο Ανθυπίατρος Μαρκιανός ίσως είναι ο ένας από του δυο αξιωματικούς του στρατού που συνομιλούν με τον αξιωματικό του Ναυτικού στο κέντρο της εικόνας.
Γιάννης Ζ. Παπιομύτογλου

Υ.Γ. Η φωτογραφία του δρόμου της Μητρόπολης προέρχεται από το αρχείο Ανδρέα Νενεδάκη, που φυλάσσεται στη Δημόσια Βιβλιοθήκη Ρεθύμνης.


(Δημοσιεύθηκε στη εφημ. Ρέθεμνος φ. 679/7-9-2013)

ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΒΕΒΕΛΑΚΗΣ

ΕΝΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΒΕΒΕΛΑΚΗ

Ως συνταξιούχος τον τελευταίο καιρό περνάω την ώρα μου αναδιφώντας παλαιές εφημερίδες, κυρίως του 19ου αιώνα, εκμεταλλευόμενος τη δυνατότητα που μας παρέχουν σήμερα οι νέες τεχνολογίες και συγκεκριμένα το internet και η ψηφιοποίηση παντός είδους τεκμηρίων. Έτσι «ξεφυλλίζοντας» από το σπίτι κάθε είδους και κάθε εποχής έντυπα, συχνά συναντά κανείς πληροφορίες παντελώς άγνωστες για πρόσωπα και γεγονότα.
Στο έγγραφο αυτό κάποιος Α.
Βεβελάκης εμφανίζεται ως Δή-
μαρχος Χρωμοναστηρίου το 1881,
Να είναι άραγε ο Αντ. Βεβελάκης;
Τελευταίο μου αλίευμα μια μικρή αγγελία από την εφημερίδα των Αθηνών «Παλιγγενεσία» της 5ης Ιανουαρίου 1868. Η αγγελία ήταν του Ρεθεμνιώτη αγιογράφου και ζωγράφου Αντωνίου Βεβελάκη (1819-1914), ο οποίος ανακοινώνει ότι εκθέτει σε λαχειοφόρο αγορά στην Αθήνα και στη Σύρο ζωγραφικό του πίνακα που εικονίζει τον ηρωικό ηγούμενο του Αρκαδίου Γαβριήλ Μαρινάκη. Ο Αντώνιος Βεβελάκης ήταν ίσως ο σημαντικότερος αγιογράφος του Ρεθύμνου του 19ου αιώνα, ο οποίος όμως δεν ακολούθησε την Κρητική Σχολή όσον αφορά στην τεχνοτροπία, αλλά επηρεάστηκε από τη ζωγραφική της Δύσης και διαμόρφωσε ένα αξιοπρόσεκτο προσωπικό ύφος. Ο π. Χαράλαμπος Καμηλάκης τον ανέσυρε από τη λήθη με δύο σημαντικά βιβλία το ένα εκ των οποίων μάλιστα είναι διδακτορική διατριβή[1]. Στη μακρόχρονη και επίπονη έρευνά του ο π. Χαράλαμπος κατόρθωσε να εντοπίσει και στη συνέχεια να δημοσιεύσει πάνω από 200 εικόνες κατεσπαρμένες όχι μόνο στο νομό Ρεθύμνης, αλλά και εκτός Κρήτης, όπως στην Αθήνα, στην Πάτρα στη Σύρο στη Νάξο κ.α.
Η αγγελία που προαναφέρθηκε αναφέρει επί λέξει:
Ὁ ὑποφαινόμενος ἐκθέσας εἰς λαχεῖον τὴν ὑπ’ ἐμοῦ ζωγραφηθεῖσαν εἰκόνα τοῦ ἀοιδίμου Γαβριήλ ἡγουμένου Ἀρκαδίου, ἐν Σύρῳ καὶ ἐνταῦθα, εἰδοποιῶ τὸ κοινὸν ὅτι ἡ ἐκκύβευσις αὐτῆς θέλει γίνει τὸ προσεχὲς σάββατον 6 ἱσταμένου 1 μ.μ. έν τῇ ἐμπορικῇ λέσχῃ ἄνωθεν τοῦ καφενείου τῆς «Ὡραίας Ἑλλάδος».
Ἀθῆναι, 4 ἰανουαρίου 1868.                   ΑΝΤ. ΒΕΒΕΛΑΚΗΣ
Η εικόνα είναι από το βιβλίο Το Αρκάδι 
δια των αιώνων του Τιμόθεου Βενέρη. 
Ανυπόγραφη. Να είναι άραγεαυτή που 
αναφέρεται στο κείμενο ότι ζωγράφισε
ο Βεβελάκης;
Η παραπάνω αγγελία μας οδηγεί σε κάποια συμπεράσματα και διαπιστώσεις. Διαπιστώνουμε ότι μεσούσης της μεγάλης Κρητικής Επανάστασης (1866-1869) ο Βεβελάκης βρίσκεται στην Αθήνα. Ήταν φαινόμενο σύνηθες σε περιόδους επαναστάσεων πολλοί Κρητικοί, κυρίως των πόλεων, να καταφεύγουν στην Αθήνα ή σε νησιά των Κυκλάδων και όταν ηρεμούσαν τα πράγματα, επέστρεφαν πίσω στην Κρήτη. Υποθέτουμε λοιπόν ότι ο Βεβελάκης, ως κάτοικος της πόλης του Ρεθύμνου, διέτρεχε τους κινδύνους και υφίστατο της απειλές των εξαγριωμένων Οθωμανών της πόλης, γεγονός που τον οδήγησε να επιδιώξει και να επιτύχει την αναχώρησή του από το Ρέθυμνο για ασφαλέστερα μέρη. Το γεγονός ότι στην αγγελία αναφέρει και τη Σύρο ίσως σημαίνει ότι πριν καταλήξει στην Αθήνα πιθανόν να πέρασε και από το νησί αυτό, με το οποίο πρέπει να είχε ιδιαίτερες σχέσεις, αφού στη Σύρο έχουν εντοπιστεί αρκετές δικές του εικόνες.
Φαίνεται πως η παραμονή του στη Αθήνα για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα τον έφερε σε άσχημη οικονομική κατάσταση, γεγονός που τον οδήγησε στο να εκθέσει σε λαχειοφόρο αγορά έναν ζωγραφικό του πίνακα με τη μορφή του ηγουμένου Γαβριήλ.  Ο πίνακας είναι τελείως άγνωστος και πρώτη φορά γνωστοποιείται η ύπαρξή του. Δεν γνωρίζουμε αν τον ζωγράφισε στην Αθήνα η αν τον έφερε από το Ρέθυμνο. Πάντως όποια εκδοχή και αν ισχύει ο πίνακας θα πρέπει να απέδιδε πιστά την εικόνα του Γαβριήλ, δεδομένης της ζωγραφικής δεξιότητας του Βεβελάκη. Άλλωστε πιστεύω ότι ο Βεβελάκης γνώριζε την μορφή του Γαβριήλ, αφού θεωρώ απίθανο να μην γνωρίζονταν ο ηγούμενος του ιστορικότερου μοναστηριού του Ρεθύμνου και ο σημαντικότερος σύγχρονός του Ρεθύμνιος αγιογράφος.
Τα ερωτήματα που τίθενται τελικά και μέχρι τώρα παραμένουν αναπάντητα είναι:
Ποιός κέρδισε τον πίνακα; Σώζεται σήμερα ο πίνακας και, αν ναι, πού βρίσκεται;

Γιάννης Ζ. Παπιομύτογλου



(Δημοσιεύθηκε στο περ. Ενοριακή Παρουσία, τχ. 58 Απρίλιος 2012)




[1] α) Χαράλαμπου Καμηλάκη, Αντώνιος Χατζή Γεωργίου Βεβελάκης Ρεθύμνιος Κρης ζωγράφος (1819-1914), Διδακτορική Διατριβή, Ρέθυμνο 2003 και β) Του ίδιου, Τα Εισόδια και η Κοίμηση της Θεοτόκου στο εικονογραφικό έργο του Ρεθύμνιου ζωγράφου Αντωνίου Χ. Γ. Βεβελάκη (1819-1914) : συμβολή στη μελέτη της νεοελληνικής εκκλησιαστικής ζωγραφικής του 19ου αιώνα στην Κρήτη, Ρέθυμνο 2008.