Κυριακή 20 Μαΐου 2018

ΕΝΑ ΝΑΥΑΓΙΟ ΣΤΟ ΡΕΘΥΜΝΟ ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ 1889


ΜΙΑ ΠΕΡΙΟΔΕΙΑ ΚΑΙ ΕΝΑ ΝΑΥΑΓΙΟ
ΣΤΟ ΡΕΘΥΜΝΟ ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ 1889

Του Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου



Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΧΑΛΕΠΑΣ
Η περίοδος 1879 – 1889 στην Κρήτη είναι γνωστή ως περίοδος εφαρμογής της Σύμβασης της Χαλέπας. Η Σύμβαση αυτή, που υπογράφηκε τον Οκτώβριο του 1878 στο ομώνυμο προάστιο των Χανίων, ήταν αποτέλεσμα της επανάστασης του 1878 και προέβλεπε σημαντικά προνόμια και ελευθερίες για τον Κρητικό λαό. Συγκεκριμένα ανάμεσα σε άλλα επέτρεπε την έκδοση εφημερίδων και προέβλεπε τη λειτουργία εθνοσυνέλευσης με πλειοψηφία χριστιανών πληρεξουσίων. Αυτό είχε ως συνέπεια τη δημιουργία πολιτικής κίνησης στην Κρήτη, η οποία εκφράστηκε με δύο παρατάξεις. Τους Καραβανάδες και τους Ξυπόλυτους. Οι πρώτοι εκπροσωπούσαν την συντηρητική παράταξη και οι δεύτεροι την προοδευτική-φιλελεύθερη. Η αντιπαράθεση μεταξύ των δύο παρατάξεων ήταν οξεία, και προϊόντος του χρόνου έφτασε σε ακρότατα σημεία. Οι Καραβανάδες, που ήταν η κυβερνώσα παράταξη έχασαν τις εκλογές του 1888 και τους διαδέχτηκαν οι Ξυπόλυτοι. Οι Καραβανάδες αντέδρασαν κατά τρόπο αψυχολόγητο και απροσδόκητο. Τον Μάιο του 1889 με ψήφισμά τους κήρυξαν την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα.
ΟΙ ΒΙΑΙΟΠΡΑΓΙΕΣ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ
Αυτό είχε ως συνέπεια τη σφοδρή αντίδραση της Τουρκίας, η οποία επέβαλε στρατιωτικό νόμο στο Νησί και στην ουσία ανακάλεσε  τη Σύμβαση της Χαλέπας και όσα προνόμια απέρρεαν  από αυτήν. Άρχισαν οι διώξεις κατά των ηγετών των Χριστιανών, όχι μόνο όσων ανήκαν στους Καραβανάδες, αλλά και αυτών που ανήκαν στην αντίπαλη παράταξη. Πολλοί από αυτούς κατέφυγαν στα βουνά και άλλοι -όσοι μπόρεσαν- διέφυγαν στην Αθήνα. Ένας από αυτούς ήταν και ο Εμμανουήλ Γενεράλις, ο οποίος στην Αυτοβιογραφία του περιγράφει πώς διέφυγε λάθρα στην Αθήνα με πλοίο υπό τουρκική σημαία, κρυμμένος στην καμπίνα του Σίφνιου πλοιάρχου[1]. 
Ταυτόχρονα άρχισε η τρομοκρατία του χριστιανικού πληθυσμού τόσο από τον τακτικό στρατό όσο και από τους εντόπιους Οθωμανούς. Τα περιστατικά βίας είναι αμέτρητα και περιγράφονται  σε επιστολές που φιλοξενούνται στις στήλες των Αθηναϊκών εφημερίδων. Φόνοι, φυλακίσεις, μαστιγώσεις, ξυλοδαρμοί, εξευτελισμοί, αγγαρείες, βιασμοί γυναικών, αλλά και καταστροφές χριστιανικών περιουσιών και βεβηλώσεις εκκλησιών είναι στην ημερήσια διάταξη από τον Σεπτέμβρη του 1889 και μετά. 
Ο χάρτης της περιοδείας που φέρει τον τίτλο: «Σχέδιο τμήματος της νήσου
 Κρήτης, που δείχνει τη διαδρομή του Προξένου A. Biliotti και του Carey
Brenton Κυβερνήτη του H.M.S. Fearless, για διερεύνηση καταγγελθέντων
 περιστατικών βίας που διαπράχθηκαν στην Κρήτη, Δεκέμβριος 1889». 
Επειδή η παράθεση των δεκάδων περιστατικών θα απαιτούσε πολλές σελίδες, περιοριζόμαστε μόνο σε ένα, που έλαβε χώρα στο Γερακάρι Αμαρίου και είναι ενδεικτικό του κλίματος που επικρατούσε: Στο χωριό αυτό ο Τουρκικός στρατός λεηλάτησε τα περιβόλια και έκλεψε ότι λαχανικά βρήκε. Δυο Γερακαριανοί, ο Αναγνώστης Γιαννακουδάκης και ο Μιχαήλ Κοκονάς διαμαρτυρήθηκαν και με αναφορά τους κατήγγειλαν το γεγονός στον έπαρχο Αμαρίου, έναν φανατικό Τουρκοκρητικό, του οποίου το όνομα δεν αναφέρεται. Αυτός αντί να βρει και να τιμωρήσει τους κλέφτες, συνέλαβε τους δυο Γερακαριανούς, τους έγδυσε, τους αλυσόδεσε πόδι με πόδι και τους έστειλε δεμένους στο Ρέθυμνο ραβδιζόμενους σε όλη τη διαδρομή από τους στρατιώτες που τους συνόδευαν. Στο Ρέθυμνο τους έριξαν στις φυλακές για συκοφάντηση του Τουρκικού στρατού επειδή στην καταγγελία τους δεν ανέφεραν τα ονόματα των κλεφτών στρατιωτών (λες και θα μπορούσαν να τα γνωρίζουν). Μετά από κράτηση ενός μηνός στις φυλακές, τους άφησαν ελεύθερους[2].
Η ΠΕΡΙΟΔΕΙΑ ΤΟΥ ΑΓΓΛΟΥ ΠΡΟΞΕΝΟΥ
Ο Πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας
R. Salisbury
Πολλά από αυτά τα περιστατικά βίας και τρομοκρατίας των Τούρκων κατά των χριστιανών της Κρήτης δημοσίευσε επανειλημμένα η εφημερίδα του Λονδίνου Daily News[3], δεδομένου ότι είχε ανταποκριτή στην Κρήτη, ο οποίος έστελνε συχνά τις ανταποκρίσεις του από το νησί. Τα δημοσιεύματα αυτά δημιούργησαν αίσθηση και φιλοκρητικά αισθήματα στην Αγγλία. Επίσης οι διαμαρτυρίες των Κρητών προσφύγων στην Αθήνα στον εκεί Άγγλο πρεσβευτή για τις βιαιοπραγίες των Τούρκων, οδήγησαν τον πρωθυπουργό  Salisbury[4] να διατάξει τον Πρόξενο της Αγγλίας στα Χανιά Alfred Biliotti[5] να εξετάσει προσωπικά την ακρίβεια των καταγγελιών.
Πράγματι ο Biliotti συνοδευόμενος από τη σύζυγό του και τον R.C. Brenton, κυβερνήτη του αγγλικού πολεμικού Fearless, που ναυλοχούσε στη Σούδα, ξεκίνησε στις 3 Δεκεμβρίου μια περιοδεία 22 ημερών στον Αποκόρωνα, αλλά κυρίως στον νομό Ρεθύμνης, απ’ όπου προέρχονταν οι περισσότερες καταγγελίες για αυθαιρεσίες των Τούρκων. Η περιοδεία, σύμφωνα με εκτενή αναφορά του πλοιάρχου Brenton και σύμφωνα με τον χάρτη που επισύναψε σ’ αυτήν, ακολούθησε την εξής διαδρομή: Χανιά, Εμπρόσνερο, Ασκύφου, Φραγκοκάστελλο, Μονή Πρέβελη, Σπήλι, Μονή Ασωμάτων, Μονή Αρκαδίου, Γαράζο, Μελιδόνι, Πάνορμο, Γάλλου, Κάστελλος, Φραντζεσκιανά, Άγιος Ανδρέας, Πρινές, Ατσιπόπουλο, Ρέθυμνο. Στο Ρέθυμνο έφτασαν στις 18 Δεκεμβρίου και επιβιβάστηκαν στο πολεμικό Fearless που τους μετέφερε στις Καλύβες Αποκορώνου, προκειμένου να συνεχιστεί η περιοδεία στον Αποκόρωνα. 
Ο Άγγλος Πρόξενος στα Χανιά
Alfred Biliotti
Η περιοδεία τελείωσε φτάνοντας στα Χανιά στις 25 Δεκεμβρίου. Λεπτομερής αποτύπωση της διαδρομής υπάρχει στον χάρτη που δημοσιεύουμε εδώ, τον οποίο ο πλοίαρχος Brenton έχει επισυνάψει στην εκτενή αναφορά του[6]
Τα χωριά που επισκέφτηκαν είναι πολύ περισσότερα από αυτά που σημειώνονται στον εν λόγω χάρτη. Σε κάθε χωριό καλούσαν τους χωρικούς να καταγγείλουν περιστατικά βίας, που είχαν υπόψη τους, προσκομίζοντας τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία. Οι γυναίκες αφηγούνταν τις δικές τους τραυματικές εμπειρίες από τη συμπεριφορά των Τούρκων στρατιωτών, στην σύζυγο του Άγγλου Προξένου, αφού είναι ευκολότερο για μια γυναίκα να μιλήσει για τέτοια θέματα σε μια γυναίκα.
Παρά τη συγκέντρωση πλήθους μαρτυριών και αποδεικτικών στοιχείων το γενικό συμπέρασμα της επιτόπιας αυτοψίας του Άγγλου διπλωμάτη στα χωριά του Ρεθύμνου ήταν ότι οι καταγγελίες ήταν υπερβολικές. Γίνεται μεν παραδεκτό ότι υπήρξαν περιστατικά κακομεταχείρισης του ντόπιου πληθυσμού, αλλά αυτά ποτέ δεν έφτασαν στο επίπεδο της θηριωδίας.
ΝΑΥΑΓΙΟ ΑΓΓΛΙΚΟΥ ΙΣΙΟΦΟΡΟΥ ΣΤΟ ΡΕΘΥΜΝΟ
Το Αγγλικό θωρηκτό Fearless
Το 1889, πέρα από την κακή πολιτική κατάσταση, επεφύλασσε για το Ρέθυμνο και δυο παρόμοια δυσάρεστα γεγονότα. Συγκεκριμένα δυο ναυάγια έγιναν κυριολεκτικά μπροστά στα πόδια του. Το πρώτο έλαβε χώρα στις 29 Μαρτίου, όταν μια Συριανή γολέτα[7] μετά από πολύωρη μάχη με τα κύματα προσάραξε τσακισμένη μόλις πενήντα μέτρα από την ακτή[8]. Το δεύτερο είναι αυτό που περιγράφεται πιο κάτω και συνέβη κατά τη διάρκεια της περιοδείας του Άγγλου Προξένου και της συνοδείας του στην περιοχή του Ρεθύμνου.
Στα τέλη του Νοέμβρη του 1889 «έδεσε» στο μικρό λιμάνι του Ρεθύμνου ένα Αγγλικό τρικάταρτο ιστιοφόρο με το όνομα Αλεξάνδρα. Αφού επί σειρά ημερών προχωρούσε η διαδικασία φόρτωσής του[9], κάποια στιγμή αναγκάσθηκε να βγει από το λιμάνι, επειδή λόγω της προσάμμωσης και λόγω του συνεχώς αυξανόμενου φορτίου, δεν μπορούσε πλέον να παραμείνει στο αβαθές λιμάνι. Έτσι βγήκε από το λιμάνι και συνέχισε τη φόρτωση όταν το έπιασε η κακοκαιρία.
Η προκυμαία του Ρεθύμνου, όπως ήταν μέχρι το 1900.
         Με κατακόρυφο βέλος σημειώνεται το Υποπροξενείο
         της Αγγλίας και κατοικία του Θ. Τριφύλλη.
Αφού επί σειρά ημερών το άτυχο πλοίο έδινε μάχη με τα κύματα και αφού έσπευσε σε βοήθειά του το Αγγλικό θωρηκτό
Fearless[10] (=Ατρόμητος), που ναυλοχούσε στη Σούδα, κατέληξε σπασμένο στην προκυμαία του Ρεθύμνου, αφού ο πλοίαρχός του με πρωτοφανή εγωισμό και ανήκουστο πείσμα αρνήθηκε τη βοήθεια των συμπατριωτών του. Η λεπτομερής και πολύ παραστατική περιγραφή του ναυαγίου[11] περιέχεται σε επιστολή που  φυλάσσεται στη Δημόσια Βιβλιο­θήκη Ρεθύμνης και αποτελείται από πέντε πυκνογραμμένες σελίδες διαστάσεων 21X14 εκ. Ο επιστολογράφος μας είναι άγνωστος, διαπι­στώνει όμως κανείς διαβάζοντας την επιστολή, ότι πρόκειται για μορφωμένο Ρεθεμνιώτη. Ο γραφικός του χαρακτήρας είναι πολύ ελεύθερος πράγμα πού κάνει το γράμμα δυσανάγνωστο. Θεωρώ ότι ή επιστολή δεν ταχυδρομήθηκε ποτέ και τούτο επειδή: α) Τελειώνει κάπως απότομα, β) Δεν φέρει υπογραφή και γ) Βρίσκεται στο Ρέθυμνο ενώ αν είχε σταλεί θα έπρεπε να βρίσκεται εκτός Κρήτης ή τουλάχιστον εκτός Ρεθύμνης. Το συγκεκριμένο ναυάγιο δεν αναφέρεται πουθενά αλλού, ούτε στις αναφορές των Άγγλων που ήταν παρόντες, ούτε στις Αθηναϊκές εφημερίδες.
Αλλά ας δούμε καλλίτερα την επιστολή[12].

Ἐν Ρεθύμνῃ τῇ 8 Δ/βρίου 1889
Φίλτατέ μοι
Ἕνεκεν τῆς τρικυμίας τήν ἑβδομάδα ταύτην δέν προσήγγισε τό ἀτμόπλοιον εἰς τόν ἄξενον λιμένα μας. Πρό 15 ἡμερῶν εὑρισκόμεθα εἰς πλήρη ἀποκλεισμόν καί διά ζηρᾶς καί διά θαλάσσης. Βροχή ραγδαία καί ἀδιάκοπος καθ’ ὅλον αὐτό τό διάστημα μετέβαλλε εἰς λίμνην τό τμῆμα[13]λόκληρον. Οἱ ποταμοί καί αὐτοί οἱ γεφυρωθέντες, ρέοντες ὁρμητικότατα εἰς οὐδένα ἐπιτρέπουσι τήν διάβασιν, ἡ δέ θάλασσα μανιώδης μετά φοβεροῦ κρότου εἰς κύματα καταπληκτικοῦ ὕψους πυργουμένη, λυσσώδης ὅρμα ἐπί τῆς παραλίας ὑποσκάπτουσα τά θεμέλια τῶν οἰκιῶν.
Η πρώτη σελίδα της επιστολής
       που περιγράφει το ναυάγιο.
Ἡ πολιτική ἡμῶν κατάστασις οὐδόλως ὑπολείπεται τῆς τρικυμίας καί τῆς θυέλλης τοῦ ἐκ ταύτης ἀγρίου ἐφέτος χειμῶνος, ὅστις θέλων ἴσως αἰσθητότερον νά μᾶς εἰκονίσῃ τήν ἀπελπιστική θέσιν μας, ἐπί δέκα ὁλοκλήρους ἡμέρας ἠπείλη νά καταπίῃ Ἀγγλικόν τριίστιον βρίκιον[14]ξωθεν τοῦ λιμένος πρός φόρτωσιν ἠγκυροβολημένον. Ἀνακινών τό ὑγρόν στοιχεῖον ὁ παγετώδης γέρων καί διεγείρων τοῦτο εἰς φοβερούς κλυδωνισμούς, χθές δέ μή δυνηθέν πλέον νά ἀνθέξῃ εἰς τήν μανίαν τοῦ ἀνέμου καί τήν λύσσαν τῶν κυμάτων, ὅστις κατέρριψε τόν μεσαῖον ἱστόν ἐφ’ οὗ εἶχον προδέσει τάς ἀγκύρας, παρεσύρθη ὑπ’ αύτῶν καί ἐρρίφθη ἐπί τῆς ἄμμου πρός τήν Σκάρπαν[15], διαρραγέν εἰς τά ὕφαλα.
Ὁλόκληρον τήν χθές ἡμέραν διήλθομεν ἐν σφοδρᾷ ψυχικῇ ταραχῇ, ἅπασα δέ ἡ πόλις εἶχε σωρευθῆ ἐπί τῆς ἀκτῆς, ἀγωνιῶσα ἐκ τῆς ἀμφιβολίας περί τῆς τύχης τῶν δύστυχων ναυαγῶν. Θά σοί διηγηθῷ ἐν συντόμῳ ὀλίγα ἐπεισόδια τοῦ θαλασσίου τούτου δράματος οὗ ἐγίναμεν μάρτυρες, ἐποικοδομητικά τοῦ Ἀγγλικοῦ ἐγωϊσμοῦ καί τοῦ πείσματος ἀλλά καί τῆς γενναιοψυχίας καί τῆς ἠθικῆς ἐκείνης δυνάμεως ἥτις ἐνθαρρύνει εἰς περιφρόνησιν τῶν κινδύνων καί ἥτις δικαίως ἀνεβίβασε τήν Ἀγγλίαν εἰς Βασίλισσαν τῶν θαλασσῶν καί τῆς ἔδωκε τό ὄνομα τῆς θαλασσοκρατείρας. Τό ναυαγῆσαν πλοῖον «Ἀλεξάνδρα» τόνων 500, πρό 12 ἡμερῶν ἐξῆλθε τοῦ λιμένος διά νά συμπληρώσῃ τό φορτίον του, μή δυνάμενον ὡς γνωστόν νά πράξῃ τοῦτο ἐντός, τοῦ στομίου ὄντος ἀβαθοῦς μόλις 10 ποδῶν ὕδωρ ἔχοντος[16]. Δύο ἡμέρας μετά τήν ἔξοδόν του ὁ ἄνεμος ἤρξατο πνέων βορειοδυτικός μετά σφοδρότητος μή ἐπιτρέπων εἰς τό πλοῖον τόν ἀπόπλουν. Ἀπό τῆς ἡμέρας ἐκείνης ἡ θάλασσα ἐγένετο τρικυμιωδεστέρα, τό δέ πλοῖον ὑφίστατο φοβεράς ταλαντεύσεις, φερόμενον ἐνίοτε ἐπικινδύνως πρός τούς βράχους τοῦ φρουρίου. Πρό τεσσάρων ἡμερῶν ἀφίχθησαν εἰς τήν πόλιν μας ἐπανακάμπτοντες ἐκ τῆς ἀνά τό Τμῆμα περιοδείας ὁ Ἄγγλος πρόξενος Ἀ. Βιλιότης καί ὁ κυβερνήτης τοῦ ἐν Σούδᾳ ναυλοχοῦντος πολεμικού σκάφους «Φύρλινς»[17]. Οὗτος ἀντιληφθείς τοῦ κινδύνου τοῦ ἀπειλοῦντος τό πλοῖον καί ὡς ἀληθής ναυτικός θέλων νά παράσχῃ πᾶσαν βοήθειαν, ὕψωσε ἐπί τοῦ ὑψηλοῦ ἱστοῦ τοῦ Ἀγγλικοῦ ὑποπροξενείου[18] διάφορα σήματα, προσπαθών νά ἐφελκύσῃ τήν προσοχήν τῶν ἐν τῷ πλοίῳ καί νά συνεννοηθῶσι περί τοῦ τρόπου σωτηρίας. Ἀλλά μάτην ἐπί πολλάς ὥρας ταῦτα ἐκυμάτιζον καί ἐκρότουν ἐπί τοῦ ἱστοῦ. Οὐδέν σημεῖον ἐπί τοῦ πλοίου ἐφαίνετο ὅτι παρετηρήθησαν. Καί ὅμως ἡ τρικυμία ἐνεσφοδρύνετο καί τά κύματα εἰσπηδῶντα ἐθραύοντο ἐπί τοῦ καταστρώματος. Τότε ὁ κυβερνήτης τοῦ θωτηκτοῦ ἀγανακτῶν ἀλλά καί μή ἀναμένων οὐδεμίαν ἀπάντησιν, γνωρίζων τήν Ἀγγλικήν πεισμωνήν καί τόν παροιμιώδη ἐγωισμόν τῶν ὁμοεθνῶν του, ἔσπευσεν εἰς τό τηλεγραφεῖον καί μετά μίαν ὥραν περίπου τό Βρεττανικόν θωρηκτόν ἐξήρχετο τοῦ λιμένος τῆς Σούδας ἀψηφοῦν τήν μῆνιν τῆς θαλάσσης ἐρχόμενον πρός σωτηρίαν τοῦ πλοίου. Περί τήν δευτέραν καί ἡμίσειαν μ.μ. ἦτο ἐγγύς τοῦ φρουρίου ἐξοπλισμένον διά πολλῶν σημάτων ὡς ἐν ἡμέρᾳ ἑορτῆς. Πυκνόν τό πλῆθος συνωθῆτο ἐπί τοῦ φρουρίου τοῦ στρατῶνος, αἱ δέ στέγαι τῶν πρός τό μέρος ἐκεῖνο οἰκιῶν[19], καίτοι ὁ ἄνεμος ἔπνεε παγετώδης καί ἡ βροχή ἔπιπτεν ἄφθονος, ἦσαν κατάμεστοι ἀνθρώπων. Ἦτο θέαμα μοναδικῆς μεγαλοπρεπείας ὅ,τι παρεστάθη πρό τῶν ὀφθαλμῶν μας. Τό θωρηκτόν δερόμενον ἀσπλάχνως ὑπό τῶν ἀγρίων κυμάτων ὑψούμενον ὡς κέλυφος καρύου ἐπί τῶν νώτων αὐτῶν καί αἴφνης βυθιζόμενον εἰς τά σχηματιζόμενα πλατέα χάσματα, ἐπροχώρει ὁλονέν ἐνῶ πενθίμως ἤχει ἐπί τῶν σχοινίων ὁ βορέας. Εἶχεν φθάση ἐγγύτατα τοῦ δεινῶς κλυδωνιζομένου πλοίου καί τά σήματα ἀνήρχοντο καί κατήρχοντο, ἀλλά πρᾶγμα παράδοξον καί πρωτοφανές ἴσως, οὐδεμία ἐκ τοῦ πλοίου ἀπάντησις, οὐδέν σημεῖον ὅτι παρετηρήθη. Ὁ κυβερνήτης ἱστάμενος ἐπί τοῦ τείχους διά δύο μανδηλίων διαφόρου χρώματος ἔδιδε τάς διαταγάς του εἰς τούς ἐν τῷ θωρηκτῷ ὅπερ ἐπλησίασεν ἐγγύτερον μέ κίνδυνον φοβεροτέρου δυστυχήματος. Δίς ἐστράφη περί τό πλοῖον εἰς κύκλον 10 μόλις ὀργειῶν καί ἡ ναυτική σάλπιγξ ἐσάλπιξεν ἠχηρῶς καί ἐν τούτοις εἷς πλοίαρχος Ἄγγλος ὡς ἁπλοῦς ἰδιώτης περιεφρόνει ἐν τῷ ἀνηκούστῷ αὐτοῦ ἐγωϊσμῷ τήν χεῖρα ἥν ἔτεινεν πρός αὐτόν ἡ Ἄνασσα τῆς Ἀγγλίας ἡ αὐτοκράτειρα τῶν Ἰνδιῶν. Τό θωρηκτόν δέν ἠδύνατο νά πλησιάσῃ περισσότερον φοβούμενον βεβαίαν σύγκρουσιν καί ἐκ τῆς λύσσης τῶν κυμμάτων. Ἠναγκάσθη λοιπόν τῇ δοθείσῃ διαταγῇ τοῦ κυβερνήτου ν’ ἀνακρούση πρύμναν καί ν’ ἀναχωρήσῃ εἰς προφανῆ ἐκτεθέν κίνδυνον χάριν ἑνός πείσμονος πλοιάρχου.
Ἡ νύξ μαύρη ὡς κόλασις ἐπῆλθε μετ’ ολίγον, βροχή δέ ὡς ἀπό χειμάρρου ἔπιπτεν, ὁ ἄνεμος ἐσύριζεν ἀπαισίως καί ἡ θάλασσα ἐξαγριωθεῖσα ἔτι πλέον ἐμαίνετο ἀγρίως καί ὑπερπηδοῦσα τό τεῖχος τοῦ λιμένος κατήκλυζε τά κατά μῆκος τούτου καταστήματα. Τί ὑπέφερε κατά τήν ἐρεβώδην ἐκείνην νύκτα τό καταιγιζόμενον πλοῖον, οὐδείς δύναται νά εἴπη. Τρεῖς ὥρας ὅμως μετά τό μεσονύκτιον συνεχεῖς κρότοι τοῦ κώδωνος σημαίνοντος τόν κίνδυνον ἀσθενεῖς ἠκούοντο καί ὁταν ἡ ἡμέρα ἐπανῆλθεν ἐφάνη ἐρριμμένον ἐπί τῆς ἄμμου ἄνευ τοῦ μεσαίου ἱστοῦ καί κεκλιμμένον.

(Δημοσιεύθηκε στην εφημ. Ρέθεμνος, φ. 873/15-7-2017)



[1] Βλ. Εμμανουήλ Γ. Γενεράλι, Αυτοβιογραφία, Ρέθυμνο 2013, σ. 225.
[2] Το περιστατικό είναι δημοσιευμένο στην εφημερίδα των Αθηνών Εφημερίς, φύλλο της 18/12/1889.
[3] Στις Ελληνικές εφημερίδες της εποχής αναφέρεται ως Ημερήσια Νέα.
[4] Στις Ελληνικές εφημερίδες αναφέρεται ως Σαλισβουρής.
[5] Ο Biliotti διετέλεσε Πρὀξενος της Αγγλίας στα Χανιά από το 1885 μέχρι το 1897 και δεν ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στους Κρητικούς.
[6] Η αναφορά είναι δημοσιευμένη στο: Turkey no. 2, 1889, Further Correspondence Respecting the Affairs of Crete, London [1890], σσ. 181-186.
[7] Δικάταρτο ιστιοφόρο.
[8] Για το συγκεκριμένο ναυάγιο βλ. Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου, Ένα ναυάγιο στο Ρέθυμνο του 1889 και η αυτοθυσία των βαρκάρηδων του Ρεθύμνου, π. Εποχές (εφ. Ρεθεμνιώτικα Νέα), τχ. 8/2001 και στο http://rethymniates.blogspot.gr/2017/01/1889.html
[9] Δεν γνωρίζουμε το φορτίο, αλλά πιθανότατα ήταν λάδι ή σαπούνι.
[10] Στην επιστολή αναφέρεται ως Φύρλινς.
[11] Περιγραφή παρόμοιου περιστατικού κάνει και ο Πρεβελάκης στο «Χρονικό μιας Πολιτείας»
[12] Βλ. Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου, Το ναυάγιο Αγγλικού ιστιοφόρου στο Ρέθυμνο, Κουρήτης, 4 (1982), σσ. 140-142 (1η δημοσίευση).
[13] Σύμφωνα με τον Οργανικό Νόμο (1868), η Κρήτη διαιρέθηκε διοικητικά σε πέντε τμήματα: Χανίων, Σφακίων, Ρεθύμνης, Ηρακλείου και Λασιθίου. Το Τμήμα Ρεθύμνης περιλάμβανε τιε επαρχίες Ρεθύμνης, Αμαρίου και Μυλοποτάμου. Η επαρχία Αγ. Βασιλείου ανήκε στο Τμήμα Σφακίων.
[14] Βρίκιον (κν. μπρίκι), είδος ιστιοφόρου πλοίου. Η λέξη προέρχεται από το Γαλλικό brick.
[15] Σκάρπα ονομαζόταν στο Ρέθυμνο η περιοχή της προκυμαίας, επειδή τα κτίρια είχαν στη βάση τους μια επικλινή προεξοχή που τα προστάτευε από τη μανία της θάλασσας, αλλά αύξανε και τη στατική τους επάρκεια. Αυτή η «σκάρπα» υπάρχει ακόμη και σήμερα σε πολλά από τα κτίρια αυτά.
[16] Βλέπουμε ότι το πρόβλημα της προσάμμωσης του λιμανιού υπήρχε και τότε.
[17] Αποδίδει ως Φύρλινς το Fearless.
[18] Το Αγγλικό Υποπροξενείο στεγαζόταν στο σπίτι του Θεόδωρου Τριφύλλη, ο οποίος ασκούσε χρέη Υποπροξένου της Αγγλίας στο Ρέθυμνο. Πρόκειται για το κτίριο που είναι γνωστό σήμερα ως παλιό δημαρχείο στην οδό Μελιδόνη.
[19] Την εποχή εκείνη στη Φορτέτζα υπήρχε πλήθος σπιτιών, όπου κατοικούσαν μόνο Τουρκοκρητικοί.

Τρίτη 8 Μαΐου 2018

Τ’ ΑΚΤΟΥΝΤΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ


ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

Μανώλη Στ. Δημητρακάκη
Τ’  Ακτούντα και η ιστορία τους

Έχω γράψει και παλαιότερα ότι η έκδοση ενός βιβλίου για κάποιο χωριό του Ρεθύμνου μου θυμίζει ψηφίδα μωσαϊκού, το οποίο ολοένα και συμπληρώνεται. Μέχρι σήμερα έχουν εκδοθεί δεκάδες βιβλία, που καθένα τους αφορά σε κάποιο χωριό του νομού Ρεθύμνης. Κάθε χωριό περιμένει τον άνθρωπο που θα το απαθανατίσει γράφοντας για την ιστορία και τον πολιτισμό του. Άλλα χωριά έχουν βρει τον άνθρωπό τους άλλα τον περιμένουν.

Το χωριό Ακτούντα της επαρχίας Αγίου Βασιλείου βρήκε τον άνθρωπό του στο πρόσωπο του συνταξιούχου δασκάλου Μανώλη Στυλ. Δημητρακάκη. Πολύ πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο του Τ’  Ακτούντα και η ιστορία τους, τυπωμένο στις Γραφικές Τέχνες Καραγιαννάκη.
Ο Μανώλης Δημητρακάκης γεννημένος και μεγαλωμένος στα Ακτούντα, τρέφει μεγάλη αγάπη για το χωριό του και πάντα είχε στο μυαλό του να γράψει την ιστορία του. Επί χρόνια τον θυμάμαι να ερευνά τις πηγές και να ψάχνει στοιχεία για την τεκμηρίωση της εργασίας του. Τώρα που βγήκε στη σύνταξη κατόρθωσε να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα.
Το βιβλίο προλογίζει ο καθηγητής αρχαιολογίας Πέτρος Θέμελης, ο οποίος ανάμεσα στα άλλα επισημαίνει την αγωνία του συγγραφέα να διασώσει τα στοιχεία του υλικού πολιτισμού του χωριού του πριν αυτά χαθούν για πάντα. Το βιβλίο εκτείνεται σε 238 σελίδες και χωρίζεται σε δύο μεγάλα μέρη: το ιστορικό και το λαογραφικό.
Στην αρχή του ιστορικού μέρους, που είναι και το μεγαλύτερο, αναφέρονται μερικά γενικά στοιχεία όπως: Η θέση, η ονομασία και τα προïόντα του χωριού, η διοικητική και δημογραφική εξέλιξή του και τα τοπωνύμια της περιοχής. Όσον αφορά το όνομα του χωριού, χωρίς να μπαίνω σε θέματα προέλευσης και ετυμολογίας, θα αναφέρω μόνο ότι στους χάρτες και στα έγγραφα της Βενετοκρατίας και της Τουρκοκρατίας το χωριό αναφέρεται ως Κτούντα ή Κουτούντα (στην απογραφή Καστροφύλακα του 1583 αναφέρεται ως Cuttuda) και κατέληξε ως Ακτούντα με συνεκφορά του α του άρθρου τα: Τα Κτούντα > Τ’ Ακτούντα. Το ίδιο συνέβη και με τα χωριά Ακούμια (Τα Κούμια > Τ’ Ακούμια) και Αγκουσελιανα (Τα Κουσελιανά > Τ’ Ακουσελιανά > Τ’ Αγκουσελιανά).
Το υπόλοιπο του ιστορικού μέρους  του βιβλίου εκτείνεται σε δέκα ενότητες.
Στην πρώτη εξετάζεται η θρησκευτική ζωή του χωριού, με τους ναούς, τους ιερείς, τους ψάλτες και όλα τα σχετικά με την εκκλησία.
Η δεύτερη ενότητα είναι αφιερωμένη στην εκπαίδευση, με το σχολείο των Ακτούντων, τους δασκάλους, τους μαθητές και τη σχολική ζωή. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι πίνακες με τους μαθητές των ετών 1899-1923, καθώς και η παρουσιαζόμενη μαθητική χειρόγραφη εφημερίδα του δημοτικού σχολείου Ακτούντων, του έτους 1977.
Στην τρίτη και τέταρτη ενότητα παρουσιάζονται τα ιστορικά γεγονότα και οι προσωπικότητες του χωριού, ενώ στην πέμπτη και έκτη ενότητα οι Ακτουδιανές οικογένειες και τα γενεαλογικά τους δέντρα.
Στην έβδομη και όγδοη ενότητα παρουσιάζονται οι σύλλογοι, ο συνεταιρισμός του χωριού, η επικοινωνία του χωριού με τον έξω κόσμο (Λεωφορείο-Ταχυδρομείο-Τηλέφωνο), η ενδυμασία των κατοίκων, τα καφενεία και οι φάμπρικες.
Η ένατη ενότητα παρουσιάζει τις ασχολίες των κατοίκων με ιδιαίτερη αναφορά στη μαμή του χωριού, ενώ η δέκατη παρουσιάζει σε συντομία τα ήθη, τα έθιμα και τις λαϊκές παραδόσεις της περιοχής.
Όπως είπαμε και στην αρχή, το δεύτερο μέρος του βιβλίου είναι αφιερωμένο στη ζωή του χωριού από λαογραφική άποψη. Εξετάζεται ο υλικός, ο επαγγελματικός, ο ποιμενικός, ο κοινωνικός και ο πνευματικός βίος του χωριού. Το βιβλίο τελειώνει με ένα εκτενές γλωσσάρι.
Ανέφερα στην αρχή πόσο σημαντικό είναι κάθε χωριό να αποκτήσει τη δική του μονογραφία, γιατί οι παλιοί φεύγουν και οι πληροφορίες αν δεν καταγραφούν χάνονται. Η επαρχία Αγίου Βασιλείου νομίζω ότι σ’ αυτόν τον τομέα πρωτοπορεί. Ελπίζω να την μιμηθούν και οι άλλες επαρχίες.
Γιάννης Ζ. Παπιομύτογλου
(Δημοσιεύθηκε στην εφημ. Ρέθεμνος της 28/4/2018)